Απόψεις
Δευτέρα, 27 Νοεμβρίου 2017 07:00

Εσωτερικές σκοπιμότητες

Δεν ήταν έκπληξη, όσο κι αν προκάλεσε ποικίλα σχόλια στα social media, η επικοινωνία πριν από τέσσερις ημέρες μεταξύ των κ.κ. Σουλτς και Τσίπρα, με πρωτοβουλία του ηγέτη του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος της Γερμανίας (SPD), προκειμένου να ενημερώσει τον ημέτερο πρωθυπουργό για τις πολιτικές εξελίξεις στο Βερολίνο, οι οποίες επηρεάζουν το σύνολο της Ευρώπης, γράφει ο Δημήτρης Η. Χατζηδημητρίου.

Από την έντυπη έκδοση

Του Δημήτρη Η. Χατζηδημητρίου
[email protected]

Δεν ήταν έκπληξη, όσο κι αν προκάλεσε ποικίλα σχόλια στα social media, η επικοινωνία πριν από τέσσερις ημέρες μεταξύ των κ.κ. Σουλτς και Τσίπρα, με πρωτοβουλία του ηγέτη του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος της Γερμανίας (SPD), προκειμένου να ενημερώσει τον ημέτερο πρωθυπουργό για τις πολιτικές εξελίξεις στο Βερολίνο, οι οποίες επηρεάζουν το σύνολο της Ευρώπης. Οι δύο άνδρες γνωρίζονται από την εποχή που διεκδικούσαν -στις ευρωεκλογές του 2014- ως εκπρόσωποι των πολιτικών οικογενειών τους στην Ε.Ε. τον θώκο του προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, με τελικό νικητή τον Ζαν Κλοντ Γιούνκερ.

Είναι γνωστό σε όσους παροικούν στα σαλόνια των Βρυξελλών ότι ο Μάρτιν Σουλτς, ως πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, ήταν αυτός που επέμενε και πέτυχε την προσέγγιση μεταξύ του Ευρωπαϊκού Σοσιαλιστικού Κόμματος (ΕΣΚ) και του Αλέξη Τσίπρα, πείθοντας τους Ευρωπαίους σοσιαλιστές ηγέτες να προσκαλούν τον Έλληνα πρωθυπουργό στις συνόδους τους, έστω ως «παρατηρητή».

Όσοι γνωρίζουν, επιμένουν ότι η πρωτοβουλία αυτή του Γερμανού σοσιαλδημοκράτη πολιτικού δεν ήταν απαλλαγμένη σκοπιμοτήτων που είχαν -κι έχουν- να κάνουν με τις στοχεύσεις του στο εσωτερικό της χώρας του, όπου το αριστερό Die Linke παραμένει μια «ενοχλητική ακίδα» για το SPD. Το στοίχημα για τον Μάρτιν Σουλτς ήταν να αποδείξει ότι ακόμη και κόμματα ριζοσπαστικής ρητορικής, όπως ο ΣΥΡΙΖΑ και η ηγεσία του, μπορούν να προσαρμοστούν και να υποκύψουν σε μια ευρωπαϊκή κανονικότητα. Και άρα να αποτελέσουν επιλογή ως κυβερνητικών εταίρων. Με ανάλογο σκεπτικό -εσωτερικών σκοπιμοτήτων- κινείται και ο Ιταλός πρόεδρος της βουλευτικής ευρωομάδας του ΕΣΚ, Τζιάνι Πιτέλα.

Όσο κι αν ενοχλεί, οι δύο αυτοί με τις επιλογές τους στέλνουν κι ένα πολιτικό μήνυμα στους συντρόφους τους, στο ΠΑΣΟΚ και την εγχώρια κεντροαριστερά/σοσιαλδημοκρατία: Ο ΣΥΡΙΖΑ και ο πρόεδρός του θα είναι συνομιλητές τους, όσο αυτοί θα διχάζονται για το εάν το σύνθημα του Τζέρεμι Κόρμπιν, «For the many not the few» (Για τους πολλούς, όχι τους λίγους), συνιστά λαϊκισμό ή όχι. Καλά είναι τα διάφορα «Δίκτυα» και οι «e-κύκλοι» να λειτουργούν ως εργαστήρια πολιτικών επεξεργασιών, αλλά ένα πολιτικό κόμμα δεν είναι λέσχη συζητήσεων κι αυτοαναφορικών αναζητήσεων των δημιουργών του.

Ένα ρωμαλέο σοσιαλιστικό/σοσιαλδημοκρατικό κόμμα ή θα συνδεθεί με τα μεγάλα ακροατήρια, απολύτως βέβαιο ότι η έγνοια για τους πολλούς -με πολιτικές που ανταποκρίνονται στην εποχή- δεν είναι αγοραίος λαϊκισμός, ή δεν θα έχει λόγο ύπαρξης. Για την ελληνική σοσιαλδημοκρατία είναι όρος επιβίωσης η απελευθέρωση από μια πλειοδοσία αντι-λαϊκισμού, στην οποία έχει εγκλωβισθεί από τον φόβο μήπως κατηγορηθεί από εκείνους ακριβώς που ελάχιστα επηρεάστηκαν από τη βαθιά κρίση.