Το νησί της Πάτμου, ένα από τα μεγαλύτερα κέντρα θρησκευτικού τουρισμού στον κόσμο και με μνημεία παγκόσμιας κληρονομιάς κηρυγμένα από την Unesco, έχει έναν επιπλέον λόγο να καμαρώνει καθώς έγινε η αποκατάσταση του Σπηλαίου όπου ο άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος οραματίστηκε και συνέγραψε το ιερό αποκαλυπτικό κείμενο.
Το νησί της Πάτμου, ένα από τα μεγαλύτερα κέντρα θρησκευτικού τουρισμού στον κόσμο και με μνημεία παγκόσμιας κληρονομιάς κηρυγμένα από την Unesco, έχει έναν επιπλέον λόγο να καμαρώνει καθώς έγινε η αποκατάσταση του Σπηλαίου όπου ο άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος -ο αγαπημένος μαθητής του Ιησού, εξόριστος το 95 μ.Χ.- οραματίστηκε και συνέγραψε το ιερό αποκαλυπτικό κείμενο, αλλά και εκκλησιών και άλλων κτισμάτων, που μαζί με το σπήλαιο αποτελούν μέρος ενός ενιαίου συγκροτήματος.
Το έργο είχε ως φορέα υλοποίησης την Εφορεία Αρχαιοτήτων (ΕΦΑ) Δωδεκανήσου, με προϊσταμένη τη Μαρία Μιχαηλίδου. Υλοποιήθηκε με κονδύλια του ΕΣΠΑ από την Περιφέρεια Νοτίου Αιγαίου, με περιφερειάρχη τον Γιώργο Χατζημάρκου, και παραδόθηκε στον φορέα διαχείρισης που είναι η Μονή του Αγίου Ιωάννη Θεολόγου.
Το αρχιτεκτονικό συγκρότημα της Αποκάλυψης αποτελεί ένα ιδιαιτέρως σύνθετο και αντιπροσωπευτικό παράδειγμα προσθετικής αρχιτεκτονικής και απαρτίζεται από ένα σύνολο κλειστών χώρων, παρεκκλησίων και κελιών, σε πέντε στάθμες που ανήκουν σε τέσσερα επιμέρους κτήρια, διαφορετικής χρονολόγησης. Το Σπήλαιο της Αποκάλυψης βρίσκεται στη βόρεια κλιτύ του λόφου ανάμεσα στο λιμάνι της Σκάλας και τον μεσαιωνικό οικισμό της Χώρας. Για τη διαμόρφωση και την ανάδειξη του χώρου φαίνεται ότι φρόντισαν οι μοναχοί της μονής του Αγίου Ιωάννη του Θεολόγου, που ιδρύθηκε το 1088 από τον όσιο Χριστόδουλο τον Λατρηνό, όταν ο βυζαντινός αυτοκράτορας Αλέξιος Α΄ Κομνηνός του παραχώρησε την Πάτμο. Στις αρχές του 12ου αιώνα, το εσωτερικό του Σπηλαίου διακοσμήθηκε με τοιχογραφίες, ενώ, στις πρώτες δεκαετίες του 17ου αιώνα, ανοικοδομήθηκε το παρεκκλήσιο της Αγίας Άννας, στο ξυλόγλυπτο τέμπλο του οποίου αναφέρονται τα ονόματα των κτητόρων, Παρθενίου Παγκώστα και Γερμανού.
Το 1713, στην ανατολική πλευρά του συγκροτήματος, εγκατέστησε τη σχολή του ο διδάσκαλος Μακάριος Καλογεράς και δημιούργησε το Ένδον της Αποκαλύψεως Φροντιστήριον, την περίφημη Πατμιάδα Σχολή. Ο Μακάριος Καλογεράς έχτισε αίθουσες διδασκαλίας και κελιά, μεριμνώντας για τη φιλοξενία και την καθημερινότητα των σπουδαστών. Στα τέλη του 18ου αιώνα, κατασκευάστηκε η λεγόμενη αίθουσα υποδοχής ή Διευθυντήριο, ένα ανεξάρτητο κτήριο, ενώ γύρω στο 1900 υψώθηκε στα βόρεια του συγκροτήματος η τριώροφη πτέρυγα του Ιεροσπουδαστηρίου της Αποκαλύψεως, με τη φροντίδα του τότε σχολάρχη της Πατμιάδας, Αλέξαδρου Δηλανά.
Σήμερα, το Σπήλαιο της Αποκάλυψης έχει διαμορφωθεί σε λατρευτικό χώρο, όπου δίνεται η δυνατότητα στον προσκυνητή να δει τον χώρο στον οποίο γράφτηκε η Αποκάλυψη, να επεξεργαστεί το σημείο στο οποίο αναπαυόταν ο Ευαγγελιστής, καθώς και να αγγίξει τα κοιλώματα στον βράχο από όπου πιανόταν για να σηκωθεί, ενώ ακόμα έχει δημιουργηθεί σε ύψος ανθρώπινου αναστήματος το αναλόγιο του Προχόρου.
Αποτελεί ένα μέρος κατάνυξης, όπου ο προσκυνητής μπορεί να μυηθεί στην ομορφιά και το δέος με τη σιωπή, την αφή, την προσευχή και την ενόραση, καθώς με τα μάτια μπορεί να αφουγκραστεί την αίσθηση που γεννά η εικόνα του μεγαλοπρεπούς αυτού Ιερού Σπηλαίου.
Το 1999, κηρύχθηκε Μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς από την Unesco μαζί με την Μονή του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου.