Μία νέα μέθοδο, η οποία επιτρέπει τον εντοπισμό του σημείου και της στιγμής που ένα αντικείμενο πέφτει στον ωκεανό, ανέπτυξαν επιστήμονες του Cardiff University.
Μία νέα μέθοδο, η οποία επιτρέπει τον εντοπισμό του σημείου και της στιγμής που ένα αντικείμενο πέφτει στον ωκεανό, ανέπτυξαν επιστήμονες του Cardiff University.
Η μέθοδος αυτή χρησιμοποιεί υποβρύχια μικρόφωνα (υδρόφωνα), τα οποία αναζητούν υποθαλάσσια ηχητικά κύματα που εκπέμπονται όταν ένα αντικείμενο χτυπά την επιφάνεια της θάλασσας.
Όπως εκτιμούν οι επιστήμονες, η μέθοδος αυτή θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για τον εντοπισμό μετεωριτών, δορυφόρων και τμημάτων αεροσκαφών που έχουν πέσει στη θάλασσα, καθώς και για τον εντοπισμό υποθαλασσίων εκρήξεων, κατολισθήσεων, αλλά και επικέντρων σεισμών στα ανοιχτά.
Η μέθοδος αυτή, που παρουσιάστηκε στο Scientific Reports, βασίζεται στη μέτρηση ακουστικών βαρυτικών κυμάτων (AGW)- ηχητικών κυμάτων που προκύπτουν με φυσικό τρόπο και κινούνται στον ωκεανό με την ταχύτητα του ήχου, ταξιδεύοντας μεγάλες αποστάσεις κάτω από την επιφάνεια. Θεωρείται ότι κάποιοι οργανισμοί, όπως το πλαγκτόν, που δεν μπορούν να κινούνται κόντρα στο ρεύμα, βασίζονται στα κύματα αυτά για να διευκολύνουν την κίνησή τους, βελτιώνοντας τις δυνατότητές τους στον εντοπισμό τροφής.
Όταν ένα αντικείμενο πέφτει στη θάλασσα, προκαλεί μια απότομη αλλαγή στην πίεση του νερού, η οποία με τη σειρά της δημιουργεί AGW. Σημειώνεται πως, στο πλαίσιο της έρευνάς τους, οι επιστήμονες ανέλυσαν δεδομένα από υδρόφωνα του CTBTO (Comprehensive Nuclear-Test-Ban Treaty Organisation) στις ακτές της δυτικής Αυστραλίας, που έχουν σκοπό τον εντοπισμό υποθαλάσσιων πυρηνικών δοκιμών, αλλά είναι σε θέση να εντοπίζουν και AGW- και μάλιστα πήγαν ένα βήμα παραπέρα, αναλύοντας δεδομένα από τις 18 Μαρτίου 2014, ημέρα κατά την οποία εξαφανίστηκε η μοιραία πτήση ΜΗ370 της Malaysian Airlines πάνω από τον νότιο Ινδικό Ωκεανό. Στο χρονικό διάστημα μεταξύ 00.00 και 02:00, που θεωρείται πως εξαφανίστηκε το αεροπλάνο, βρέθηκαν δύο «ιδιαίτερα αδύναμα» σήματα κατά μήκος της θεωρούμενης πορείας του αεροπλάνου, για τα οποία όμως υπάρχει αβεβαιότητα όσον αφορά στο αν σχετίζονται με τη μοιραία πτήση. Σε κάθε περίπτωση, τα στοιχεία αυτά απεστάλησαν στην αρμόδια υπηρεσία της Αυστραλίας.