H προσοχή είναι στραμμένη στα απόνερα που άφησε -και που επί καιρό θα αναλύονται, θα σχολιάζονται και θα αποτελούν αντικείμενο προβολής στο μέλλον- η επίσημη επίσκεψη Τσίπρα στις ΗΠΑ. Όπως πάντα στα ελληνικά μας πράγματα, η αξιολόγηση εξαρτάται από το ποια γωνία είναι εκείνη υπό την οποία λέει ο καθένας τα πράγματα, γράφει ο Α.Δ. Παπαγιαννίδης.
Από την έντυπη έκδοση
Του Α.Δ. Παπαγιαννίδη
[email protected]
H προσοχή είναι στραμμένη στα απόνερα που άφησε -και που επί καιρό θα αναλύονται, θα σχολιάζονται και θα αποτελούν αντικείμενο προβολής στο μέλλον- η επίσημη επίσκεψη Τσίπρα στις ΗΠΑ. Όπως πάντα στα ελληνικά μας πράγματα, η αξιολόγηση εξαρτάται από το ποια γωνία είναι εκείνη υπό την οποία λέει ο καθένας τα πράγματα. (Βέβαια, εδώ να μην παραλείψουμε να σημειώσουμε ότι, προτού φύγει ο πρωθυπουργός για την υπερατλαντική του παρουσία και -κυρίως- για τη συνάντηση με τον Αμερικανό πρόεδρο, ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης έκρινε πολιτικά αναγκαίο -για να μην πούμε αναπόφευκτο- να του ευχηθεί διεξοδικά καλή επιτυχία. Είχε μάλιστα προηγηθεί από τον Κυριάκο Μητσοτάκη η Ντόρα Μπακογιάννη, σε τηλεοπτική της τοποθέτηση).
Πάντως, αν κοντοσταθεί κανείς στο πρώτο βήμα της επίσκεψης Τσίπρα στην Ουάσιγκτον -τη συνάντηση με την Κριστίν Λαγκάρντ στο ΔΝΤ- άλλοι στην απ’ εδώ πλευρά του Ατλαντικού «κράτησαν» το ότι η σύσταση Λαγκάρντ για «έγκαιρη ολοκλήρωση της τρίτης αξιολόγησης» (για την οποία η ίδια και ο πρωθυπουργός «έχουν δεσμευτεί να συνεργαστούν») συνδέθηκε με την «πλήρη εφαρμογή της συμφωνίας με τους Ευρωπαίους εταίρους για ελάφρυνση του χρέους», καθώς και στην εκφρασθείσα πεποίθηση Τσίπρα ότι «στις συζητήσεις για το χρέος, το ΔΝΤ θα διαδραματίσει αποφασιστικό ρόλο». Ενώ άλλοι έδωσαν έμφαση στο ότι η Κριστίν Λαγκάρντ, καίτοι δεν ζήτησε ως Ταμείο «νέα μέτρα», επέμεινε στην αμφισβήτηση επίτευξης του στόχου πρωτογενούς πλεονάσματος του 3,5% του ΑΕΠ (θεωρώντας ότι, για το 2018, είναι επιτεύξιμο ένα 2,2% μόνον), αλλά επέμεινε «να εφαρμοστούν όσα έχουν συμφωνηθεί». Και ότι το Ταμείο «θα προσέχει ώστε να τηρούνται οι δεσμεύσεις» (στις οποίες περιλαμβάνεται και το ενδεχόμενο να έρθουν νωρίτερα τα προνομοθετημένα μέτρα για 2019 -μείωση συντάξεων- και 2020 - αύξηση φορολογίας μέσω μείωσης του αφορολόγητου).
Aν τώρα δει κανείς την τοποθέτηση του προέδρου Τραμπ στη συνάντηση με Τσίπρα -όπου βάρυνε βέβαια η συζήτηση για την αναβάθμιση των F-16 και το κόστος των 2,4 δισ. δολαρίων…- υπήρξε ασφαλώς η συνηγορία για «credible debt relief»/αξιόπιστη ελάφρυνση χρέους, προσπερνώντας την παλιότερη δυσπιστία για ανάμιξη του ΔΝΤ στην ελληνική υπόθεση. Όμως… πού θα μας βγει τελικά η ισορροπία με τους Ευρωπαίους «εταίρους»; (Όσο για τις προοπτικές των ενεργειακών και των επενδυτικών, αναμονή για την ουσία. Αναμονή…).
Πάμε όμως τώρα σε λιγότερο υψηλή πτήση. Στην πάντα προσεγμένη παρουσίαση της Έκθεσης του ΙΟΒΕ για την οικονομία (γ’ 3μηνο 2017), η ανάγνωση που επικράτησε ήταν αντίστοιχα ανάλογη με την οπτική του καθενός. Με φόντο πάντως της ΕΛΣΤΑΤ την αναγνώριση ότι το 2016 έκλεισε με -0,2%, δηλαδή σε ύφεση, η αύξηση του ΑΕΠ κατά 0,6% το α’ 6μηνο της φετινής χρονιάς ήρθε ως ανάσα έναντι μείωσης ίδιας έκτασης πέρσι - αλλά η παγκόσμια ανάπτυξη ήταν στο 3,1% για το ίδιο διάστημα, με 2,2% στις αναπτυγμένες οικονομίες. Η βάση της αύξησης του ΑΕΠ ήταν αξιόπιστη, αφού το 8μηνο του 2017 είχαμε +5,4% στη βιομηχανική παραγωγή, αλλά και βελτίωση των επιχειρηματικών προσδοκιών και συνεχιζόμενη αύξηση των εξαγωγών - αλλά οι προσδοκίες για τη συνολική ανάπτυξη μένουν κάτω του 1,5% ή μάλλον «στην περιοχή του 1,3%» (τη στιγμή που η Τράπεζα της Ελλάδος έκανε λόγο για 1,7%, ο δε Αλέξης Τσίπρας ανέφερε κάτι σαν 2% ως εφικτό).
Βέβαια, λόγος γίνεται για επιτάχυνση της ανάπτυξης το 2018, «στην περιοχή του 2%», με προσδοκίες για διεύρυνση των εξαγωγών κατά 7% (με δεδομένη κλιμάκωση της ανάπτυξης στην Ε.Ε., αλλά και συνολικά στο διεθνές εμπόριο) - αλλά και εδώ το ΙΟΒΕ μένει πίσω από τις κεντρικές προσδοκίες της κυβέρνησης.
Όσο για τις επιδόσεις εκτέλεσης του προϋπολογισμού, ναι μεν καταγράφει το ΙΟΒΕ («παρά τα προβλήματα που παρατηρούνται») ότι κινείται «σε τροχιά επίτευξης των στόχων του τρίτου Προγράμματος Προσαρμογής», αλλά σημειώνεται ότι υπάρχει υπο-εκτέλεση του ΠΔΕ, καθώς και ανάγκη εκτέλεσης «στο υπόλοιπο του έτους» των πρωτογενών δαπανών οι οποίες έως τώρα περιορίζονται. Όσο για τον στόχο του 3,57% ως πρωτογενές πλεόνασμα που θέτει για το 2018 ο προϋπολογισμός, «οι στόχοι θεωρούνται φιλόδοξοι». Και τούτο επειδή «κατά κύριο λόγο το πλεόνασμα προγραμματίζεται να επιτευχθεί μέσω του ασφαλιστικού συστήματος» τόσο στην πλευρά των δαπανών (μειώσεις συντάξεων) όσο και των εσόδων (αύξηση εισφοράς). Δίπλα δηλαδή στη φορολογική κόπωση το ΙΟΒΕ αναδεικνύει την ασφαλιστική κόπωση ως παράγοντα αβεβαιότητας…
Συνεπώς; Έτσι είναι, αν έτσι νομίζετε - εν γένει.