Απόψεις
Πέμπτη, 28 Σεπτεμβρίου 2017 13:45

Από εδώ στην «Τζαμάικα»: Θα έχουμε κυβερνητικό συνασπισμό στη Γερμανία;

Οι μεγάλοι συνασπισμοί ξεδιπλώνουν αρνητικές συνέπειες στα δύο μεγάλα γερμανικά κόμματα. Αυτό ήταν εμφανές το 2009, όταν το SPD και το CDU/CSU έλαβαν μαζί μόλις το 57% των ψήφων - αυτήν τη φορά έλαβαν λίγο πάνω από το 50%. Την ίδια ώρα, η γερμανική Βουλή «λαβώθηκε»: με το AfD. Το ουσιαστικό ζήτημα, ιδίως για τους Γερμανούς Σοσιαλδημοκράτες (SPD), είναι ότι σε απόλυτους αριθμούς σχεδόν όσοι εργαζόμενοι ψήφισαν για το AfD, τόσοι ψήφισαν και για το SPD, το πρώην εργατικό κόμμα.

Από την έντυπη έκδοση

Του Αλέξανδρου Κρητικού
Διευθυντής Έρευνας του DIW Berlin
Καθηγητής Οικονομικών στο Πανεπιστήμιο Πότσνταμ

Οι μεγάλοι συνασπισμοί ξεδιπλώνουν αρνητικές συνέπειες στα δύο μεγάλα γερμανικά κόμματα. Αυτό ήταν εμφανές το 2009, όταν το SPD και το CDU/CSU έλαβαν μαζί μόλις το 57% των ψήφων - αυτήν τη φορά έλαβαν λίγο πάνω από το 50%. Την ίδια ώρα, η γερμανική Βουλή «λαβώθηκε»: με το AfD. Το ουσιαστικό ζήτημα, ιδίως για τους Γερμανούς Σοσιαλδημοκράτες (SPD), είναι ότι σε απόλυτους αριθμούς σχεδόν όσοι εργαζόμενοι ψήφισαν για το AfD, τόσοι ψήφισαν και για το SPD, το πρώην εργατικό κόμμα.

Αναμφίβολα, υπάρχουν πολλοί λόγοι για την εκλογή του AfD. Οι οικονομικοί λόγοι είναι στο προσκήνιο, καθώς τα ποσοστά αποδοχής για το AfD διαφέρουν έντονα μεταξύ της Δυτικής και της Ανατολικής Γερμανίας (με την πρώην GDR ακόμη να συναντά χειρότερες οικονομικές συνθήκες). Η ανεξέλεγκτη εισροή μεταναστών από τη Συρία, το Αφγανιστάν και άλλες χώρες στη Γερμανία, κατά το τέλος του 2015, ίσως είναι ένας λόγος.

Ένας δεύτερος λόγος είναι ότι μεγάλο τμήμα των Ανατολικογερμανών δεν έχουν επωφεληθεί από την ευημερία στη Γερμανία: οι αυξήσεις μισθών εκείνων που ψήφισαν για το AfD ήταν χαμηλότερες τα τελευταία 20 χρόνια απ’ ό,τι των υπολοίπων. Οι ψηφοφόροι του AfD αισθάνονται αδικημένοι σε αντίθεση με τους ψηφοφόρους των εγκαθιδρυμένων κομμάτων.

Ακόμη και αν το CDU/CSU έχασε περισσότερες ψήφους σε απόλυτους αριθμούς, το αποτέλεσμα αυτών των εκλογών είναι μια καταστροφή για το SPD. Τα ποσοστά αποδοχής για το SPD έχουν μειωθεί κατά το ήμισυ τις δύο τελευταίες δεκαετίες. Ωστόσο, το ίδιο το κόμμα είναι υπεύθυνο για αυτό το αποτέλεσμα.

Θα παραμείνει μυστήριο γιατί ο βασικός του υποψήφιος, Μάρτιν Σουλτς, συμπεριφέρθηκε στην προεκλογική εκστρατεία σαν να ήταν ο αρχηγός της αντιπολίτευσης και εστίασε σε θέματα δικαιοσύνης, παρά το γεγονός ότι το SPD συμμετείχε στις προηγούμενες κυβερνήσεις τα 15 από τα 19 τελευταία χρόνια. Έτσι, το κόμμα δεν μπορούσε να κινητοποιήσει τους ψηφοφόρους του. Ωστόσο, το SPD ήταν που στην τελευταία κυβέρνηση προσπάθησε, με την εισαγωγή του κατώτατου μισθού, τη συνταξιοδότηση στην ηλικία των 63, και μερικές άλλες ρυθμίσεις, να αναδιανείμει εισοδήματα από τα ψηλά στα χαμηλά της διανομής εισοδήματος.

Το κόμμα μπορούσε έτσι να τοποθετηθεί μέσα στην υπάρχουσα κυβέρνηση ως ο εγγυητής της κοινωνικής αντιστάθμισης. Ωστόσο, για δεύτερη φορά μετά τη λεγόμενη Ατζέντα 2010 του Σρέντερ, το SPD ντράπηκε για την ίδια την επιτυχία του. Με τον τρόπο αυτόν, έχασε ακόμη και αυτούς που κέρδισαν με αυτές τις πρωτοβουλίες.

Όπως φαίνεται, μπορούμε να περιμένουμε τώρα για πρώτη φορά έναν τριμερή συνασπισμό της Ένωσης (CDU/CSU), του FDP και των Πρασίνων.

Οι προκλήσεις που άπτονται των οικονομικών θεμάτων εκτείνονται από περαιτέρω επενδύσεις στο γερμανικό εκπαιδευτικό σύστημα, μέσω της ανάπτυξης μιας στρατηγικής ψηφιοποίησης, έως ουσιαστικές επενδύσεις στις γερμανικές υποδομές. Την ίδια ώρα, η διαχείριση των κλιματικών υποθέσεων και το σκάνδαλο diesel στη γερμανική αυτοκινητοβιομηχανία θα μπορούσε επίσης να είναι ένα τεστ για τον μελλοντικό συνασπισμό, όπως και τα ερωτήματα γύρω από μελλοντικές στρατηγικές εμβάθυνσης της Ευρωζώνης και της Ε.Ε.

Επίσης, το ερώτημα πώς να συνεχιστεί η συναλλαγή με την Ελλάδα έχει τη δυναμική να απελευθερώσει μια σοβαρή αντιπαράθεση: «ναι» ή «όχι» σε περαιτέρω περικοπές ή ελαφρύνσεις χρέους, και αν ναι, υπό ποιους όρους;

Υπάρχει δυναμική για περισσότερες διενέξεις. Η ειδικευμένη εργασία λείπει ολοένα και περισσότερο στη Γερμανία. Από αυτήν την άποψη, η μελλοντική κυβέρνηση αντιμετωπίζει την πρόκληση εισαγωγής ενός μεταναστευτικού νόμου. Ευθέως συνδεδεμένα με αυτό είναι τα δημογραφικά θέματα. Αυτήν τη στιγμή υπάρχουν συζητήσεις για αύξηση της ηλικίας συνταξιοδότησης στα 70 χρόνια. Την ίδια ώρα, ο μελλοντικός συνασπισμός θα πρέπει να εξετάσει πώς μπορούν οι μελλοντικές μεταναστευτικές ροές να ελέγχονται καλύτερα - ένα ιδιαίτερο θέμα δεδομένης της ισχυρής ανόδου του νέου AfD.

Αυτό οδηγεί στο πιο δύσκολο ζήτημα. Πώς να διαχειριστεί κανείς όσους δεν επωφελήθηκαν από την αύξηση της ευημερίας τα τελευταία 20 χρόνια; Η μελλοντική οικονομική αλλαγή -ιδίως η περαιτέρω ψηφιοποίηση της γερμανικής οικονομίας- θα συνεχίσει να επιταχύνεται. Αυτό θα αυξήσει περαιτέρω τον αριθμό των λεγόμενων «χαμένων της παγκοσμιοποίησης».

Αυτοί οι άνθρωποι θα χρειαστούν μια προοπτική την οποία τα εγκαθιδρυμένα κόμματα επί του παρόντος δεν παρέχουν. Σε αυτόν τον βαθμό, μια αληθινή μελλοντική πρόκληση για το γερμανικό πολιτικό σύστημα θα είναι να δημιουργήσει νέες ιδέες. Αν τα κόμματα του κέντρου στοχεύουν να μειώσουν τα ποσοστά αποδοχής του AfD, θα είναι κρίσιμο να λάβουν αποφάσεις προς μια κατεύθυνση που θα δώσει νέες προοπτικές σε εκείνους που επηρεάζονται αρνητικά από την τρέχουσα οικονομική αλλαγή.