Ο ρόλος των πανεπιστημιακών ιδρυμάτων στην ανάπτυξη των χωρών και των περιφερειών τους έχει αποτελέσει θέμα αρκετών συζητήσεων και μελετών τις τελευταίες δεκαετίες.
Των Βασίλη Διγαλάκη, Φώτη Πασιούρα και Σπύρου Ψυχή*
Ο ρόλος των πανεπιστημιακών ιδρυμάτων στην ανάπτυξη των χωρών και των περιφερειών τους έχει αποτελέσει θέμα αρκετών συζητήσεων και μελετών τις τελευταίες δεκαετίες. Σε γενικές γραμμές, φαίνεται να επικρατεί η άποψη ότι υπό τις κατάλληλες προϋποθέσεις τα πανεπιστήμια μπορούν να αποτελέσουν οικονομικές, πολιτικές, κοινωνικές πολιτιστικές και χωρικές οντότητες, με τη συμβολή τους να είναι πολυεπίπεδη (π.χ. χώρα, περιφέρεια, πόλη) και πολύπλευρη (βλέπε Θεοδωρά Γ., 2010, Προσέγγιση των Επιδράσεων των Περιφερειακών Πανεπιστημίων στην Ανάπτυξη των Περιφερειών της Ελλάδας, Τεχνικά Χρονικά – Επιστημονική Έκδοση ΤΕΕ).
Για παράδειγμα, μια σειρά από μελέτες καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι τα πανεπιστήμια επηρεάζουν θετικά την καινοτομία σε τοπικό επίπεδο (π.χ. Jaffe - 1989, Belenzon & Schankerman - 2013, Hausman-2012, Vaananen – 2014). Οι Helmers & Rogers (The impact of university research on corporate parenting, 2015, Journal of Technology Transfer) αναφέρουν ότι αυτό μπορεί να οφείλεται σε διάφορους παράγοντες όπως: (α) η δημοσίευση των αποτελεσμάτων της βασικής έρευνας, (β) οι πατέντες και οι άδειες χρήσης εφευρέσεων, (γ) τα εκκολαπτήρια επιχειρήσεων (incubators) και η δημιουργία spin-off εταιρειών, (δ) η ύπαρξη επιστημονικών πάρκων, (ε) η διεξαγωγή από κοινού έρευνας, (στ) η παροχή συμβουλών, (ζ) η εκπαίδευση των στελεχών των επιχειρήσεων, κτλ. Στην μελέτη τους, οι Helmers & Rogers, εξέτασαν την επίδραση της έντασης και της ποιότητας της πανεπιστημιακής έρευνας στον αριθμό των επιχειρήσεων με πατέντες, σε 117 περιοχές της Αγγλίας. Κατέληξαν στο ότι οι μικρές επιχειρήσεις ευνοούνται από τα πανεπιστήμια στην περιοχή τους και τις γειτονικές περιοχές, αν και δεν συμβαίνει το ίδιο και με τις μεγάλες επιχειρήσεις.
Στο σημείο αυτό θα πρέπει να αναφερθεί ότι η τεχνολογική πρόοδος και η καινοτομία αποτελούν βασικούς μοχλούς της οικονομικής ανάπτυξης. Γενικότερα, η σημαντική προστιθέμενη αξία που δημιουργείται μέσω της καινοτομίας οδηγεί σε υψηλό βιοτικό επίπεδο αλλά και επίπεδο κοινωνικών παροχών. Παρά το ότι δεν υπάρχουν χρυσοί κανόνες για την επίτευξη καινοτομίας, είναι αναμφισβήτητο ότι χρειάζεται ένα κατάλληλο περιβάλλον, γνωστό και ως «τριπλός έλικας», με συνεργασίες μεταξύ ερευνητικών ιδρυμάτων (πανεπιστήμια και άλλα), επιχειρήσεων και κράτους. Περιοχές οι οποίες είναι παγκοσμίως γνωστές για τα επιτεύγματα τους στον τομέα της τεχνολογίας και της καινοτομίας είναι μεταξύ άλλων, η Silicon Valley, η Boston Route 128 και η start-up σκηνή του Τελ Αβίβ. Οι γεωγραφικές αυτές περιοχές δρουν ως ατμομηχανή για την οικονομική ανάπτυξη της ευρύτερης περιφέρειας στην οποία ανήκουν. Δυστυχώς, ο πλέον πρόσφατος ετήσιος ευρωπαϊκός πίνακας αποτελεσμάτων για την καινοτομία (European Innovation Scoreboard, 2017) o οποίος παρέχει μια συγκριτική αξιολόγηση των επιδόσεων των χωρών της ΕΕ και επιλεγμένων τρίτων χωρών στον τομέα της έρευνας και της καινοτομίας κατατάσσει την Ελλάδα στην 26η θέση (σε ένα σύνολο 36 χωρών). Στην ίδια κατηγορία - των χωρών με μέτριες επιδόσεις (moderate innovators) - βρίσκονται μεταξύ άλλων η Σλοβακία, η Ουγγαρία, η Σερβία, κτλ.
Παρά τις γενικότερες αδυναμίες της Ελλάδας στον τομέα της καινοτομίας, η Κρήτη συγκεντρώνει σημαντικά χαρακτηριστικά τα οποία θα μπορούσαν να την καταστήσουν περιφέρεια γνώσης, καινοτομίας και επιχειρηματικότητας, με πολλαπλασιαστικά οφέλη για την οικονομική ανάπτυξη του νησιού.
Πρώτον, η Κρήτη έχει κορυφαία ερευνητικά ιδρύματα με αξιοσημείωτο επιστημονικό δυναμικό. Το Πανεπιστήμιο Κρήτης συγκαταλέγεται στα καλύτερα νέα πανεπιστήμια (έως 50 χρόνια) στον κόσμο (58η θέση, Τimes Higher Education –Young University Rankings 2017). Το Πολυτεχνείο Κρήτης έλαβε την υψηλότερη δυνατή βαθμολογία, «Άξιο Θετικής Μνείας» («Worthy of Merit»), από την Επιτροπή Εξωτερικών Εμπειρογνωμόνων στην εξωτερική αξιολόγηση που δημοσιεύθηκε τον Μάρτιο του 2016. Το Ίδρυμα Τεχνολογίας και Έρευνας (ΙΤΕ) έχει να επιδείξει με τη σειρά του άριστες επιστημονικές επιδόσεις που το καθιστούν ένα από τα κορυφαία ερευνητικά κέντρα διεθνώς.
Δεύτερον, η περιφέρεια Κρήτης παρουσιάζει μια αξιόλογη διασπορά στην έρευνα, καθώς τα ιδρύματα της δραστηριοποιούνται και στις τρεις μεγάλες πόλεις του νησιού (Ηράκλειο, Χανιά, Ρέθυμνο). Αυτό σημαίνει, ότι όλες οι πόλεις θα μπορούσαν να ευνοηθούν από τη σύνδεση των πανεπιστημιακών ιδρυμάτων με τους τομείς παραγωγής με σκοπό τη δημιουργία και υιοθέτηση καινοτόμων εφαρμογών. Την ίδια στιγμή, οι σχετικά μικρές αποστάσεις διευκολύνουν τη διάχυση της γνώσης και ενισχύουν τις συνεργασίες.
Τρίτον, η Κρήτη διαθέτει ελκυστικό κλίμα και γεωγραφικό περιβάλλον, καθώς και υψηλό πολιτιστικό και βιοτικό επίπεδο, που συνιστούν μοναδικό συγκριτικό πλεονέκτημα έναντι των περισσοτέρων κρατών-μελών της ΕΕ αλλά και άλλων περιφερειών στην Ελλάδα.
Ειδικότερα όσον αφορά το πρώτο και σημαντικότερο χαρακτηριστικό, αυτό του ερευνητικού οικοσυστήματος, η περιφέρεια Κρήτης έχει να επιδείξει πολλές πρωτιές που σχετίζονται με την ένταση και την ποιότητα των ερευνητικών της ιδρυμάτων αλλά και την καινοτομία των επιχειρήσεων της. Για παράδειγμα, όπως προκύπτει από τη μελέτη «Περιφερειακή διάσταση των δραστηριοτήτων έντασης γνώσης στην Ελλάδα – Επισκόπηση 2015» του Εθνικού Κέντρου Τεκμηρίωσης:
Η Κρήτη, επομένως, βρίσκεται σε προνομιακή θέση ώστε να χρησιμοποιηθεί, πιλοτικά για όλη τη χώρα, ως πόλος έλξης: (α) υψηλά καταρτισμένου προσωπικού για τις επιχειρήσεις του νησιού και (β) υψηλού επιπέδου προπτυχιακών και μεταπτυχιακών αλλοδαπών φοιτητών σε προγράμματα με δίδακτρα. Τα οφέλη για τα ιδρύματα και την τοπική ανάπτυξη θα ήταν πολλά. Για παράδειγμα, τα δίδακτρα από τέτοια προγράμματα θα αποτελέσουν σημαντικούς οικονομικούς πόρους για τα ιδρύματα σε μια περίοδο έντονης υποχρηματοδότησης. Το καταρτισμένο προσωπικό θα μπορούσε να οδηγήσει σε αύξηση της παραγωγικότητας και των προσπαθειών για καινοτομία, ενώ η προσέλκυση φοιτητών και εργαζομένων θα τονώσει την τοπική οικονομία, λειτουργώντας πολλαπλασιαστικά για το συνολικό εισόδημα της περιοχής.
Για να κατανοήσουμε την επίδραση που θα μπορούσε να έχει στο ΑΕΠ της Κρήτης το πανεπιστημιακό και ερευνητικό της οικοσύστημα, αξίζει να αναφερθούμε στο παράδειγμα ενός ιδρύματος, του Εβραϊκού Πανεπιστημίου της Ιερουσαλήμ, το οποίο έχει συγκρίσιμο μέγεθος με το σύνολο των τριών Ιδρυμάτων της Κρήτης και το οποίο το τελευταίο διάστημα έχει τραβήξει αρκετές φορές τα φώτα της δημοσιότητας, λόγω των επιτευγμάτων του στον τομέα της καινοτομίας και των start-up επιχειρήσεων. Το Πανεπιστήμιο της Ιερουσαλήμ έχει περίπου 24.000 φοιτητές, όσους τα δύο Πανεπιστήμια της Κρήτης μαζί και απασχολεί τόσους ερευνητές, όσους το Πανεπιστήμιο και το Πολυτεχνείο Κρήτης και το ΙΤΕ. Ο προϋπολογισμός του Πανεπιστημίου της Ιερουσαλήμ, όμως, υπερβαίνει κατά πολύ αυτούς των τριών ιδρυμάτων της Κρήτης και πλησιάζει τα 800 εκ. δολάρια ΗΠΑ ετησίως. Η εταιρεία μεταφοράς τεχνολογίας του Πανεπιστημίου αυτού, η Yissum, έχει ιδρύσει 80 εταιρείες, τα προϊόντα των οποίων δημιουργούν πωλήσεις 2 δις δολάρια ΗΠΑ ετησίως. Επομένως, η συνολική οικονομία που δημιουργείται από το Πανεπιστήμιο της Ιερουσαλήμ αγγίζει τα 2,8 δις δολάρια, ή 2,4 δις ευρώ ετησίως. Για σύγκριση, το ΑΕΠ της Κρήτης το 2013, τελευταίο έτος για το οποίο έχουμε στοιχεία, ήταν 8,8 δις ευρώ. Ένα και μόνο, πανεπιστήμιο συγκρίσιμου μεγέθους με τα τρία κύρια ιδρύματα της Κρήτης, δημιουργεί οικονομία που αντιστοιχεί στο 27 % του ΑΕΠ της Κρήτης. Αν το εκπαιδευτικό και ερευνητικό οικοσύστημα της Κρήτης, το οποίο δεν υστερεί σε ποιότητα ερευνητικού προσωπικού και παραγόμενης έρευνας, είχε τις συνθήκες εκείνες οι οποίες θα του επέτρεπαν να πλησιάσει έστω και κατά 70% τις επιδόσεις του Πανεπιστημίου της Ιερουσαλήμ στην εκπαίδευση και την καινοτομία, τότε το ΑΕΠ της Κρήτης θα μπορούσε να αυξηθεί κατά 20%.
Μία εταιρεία που ιδρύθηκε από τη Yissum, η “Mobileye”, η οποία έχει ως αντικείμενο την τεχνολογία της αυτόνομης οδήγησης, εξαγοράστηκε πρόσφατα από την Intel έναντι $15,3 δισεκατομμυρίων. Σύμφωνα με ανακοίνωση του υπουργού οικονομικών του Ισραήλ, Moshe Kahlon, το όφελος για τον κρατικό προϋπολογισμό από τους φόρους από την συγκεκριμένη συμφωνία θα ανέλθει σε περίπου $1,1 δισεκατομμύρια επιτρέποντας στην Κυβέρνηση να μειώσει τους φόρους σε άλλους τομείς. Χαρακτηριστικά, να αναφέρουμε εδώ, ότι η εισηγητική έκθεση του Προϋπολογισμού του 2017 για την Ελλάδα, προέβλεπε φόρο εισοδήματος φυσικών προσώπων αυξημένο κατά 1,161 δισεκατομμύρια ευρώ έναντι του 2016. Συνεπώς, αν είχε πραγματοποιηθεί μια ανάλογη εξαγορά στην Ελλάδα θα μπορούσε να είχε αποφευχθεί η αναμόρφωση της φορολογίας εισοδήματος και η επακόλουθη αύξηση της φορολογίας.
Τι χρειάζεται, λοιπόν, να γίνει, ώστε να κινηθούμε προς αυτή την κατεύθυνση και η γνώση που παράγεται στην Κρήτη και στην Ελλάδα να έχει τη θετική επίδραση που μπορεί στο ΑΕΠ της χώρας; Πέρα από την κρατική στήριξη και τις απαιτούμενες νομοθετικές ρυθμίσεις που θα κάνουν τη χώρα φιλική στην ίδρυση καινοτόμων επιχειρήσεων, είναι η εξεύρεση κεφαλαίων σποράς καθώς και η διασύνδεση των πανεπιστημιακών ιδρυμάτων και των επιχειρήσεων. Για παράδειγμα, σύμφωνα με την πλέον πρόσφατη ετήσια έκθεση του World Economic Forum (2016/17) για την ανταγωνιστικότητα των χωρών, η Ελλάδα κατατάσσεται στην 124η θέση (μεταξύ 138 χωρών) όσον αφορά τη συνεργασία πανεπιστήμιων και επιχειρήσεων στον τομέα της έρευνας και ανάπτυξης.
Όμως πέρα και πάνω από την όποια αναζήτηση οικονομικών πόρων και τις αλλαγές στο νομοθετικό πλαίσιο, απαιτείται η αλλαγή νοοτροπίας η οποία θα πρέπει να ακουμπήσει τους νέους μέσα από την προώθηση της επιχειρηματικότητας κύρια μέσα από την αλλαγή παραδείγματος και την αλληλεπίδραση με την ίδια την επιχειρηματική κοινότητα.
Στο Πολυτεχνείο Κρήτης συστάθηκε το TUC Innovation House (Σπίτι Καινοτομίας του Π.Κ), προκειμένου να διευκολύνει και να υποβοηθήσει τη διασύνδεση με την πραγματική οικονομία και την προώθηση της καινοτομίας και της επιχειρηματικότητας, ενώ παράλληλα ιδρύθηκε και αγγλόφωνο μεταπτυχιακό πρόγραμμα στη διαχείριση της τεχνολογίας και της καινοτομίας (Technology and Innovation Management). Οι πρωτοβουλίες του Πολυτεχνείου Κρήτης στον τομέα της καινοτομίας περιλαμβάνουν τη διοργάνωση ημερίδων προώθησης της επιχειρηματικότητας και διαγωνισμών καινοτόμων ιδεών, με μεγάλη συμμετοχή από τους καθηγητές, τους ερευνητές αλλά και τους φοιτητές του Ιδρύματος και φυσικά τη σύναψη στρατηγικών συνεργασιών. Το Πολυτεχνείο Κρήτης είναι ένα από τα επτά Ελληνικά Πανεπιστήμια που συμμετέχουν στη διαπανεπιστημιακή πρόταση για το fund of funds του European Investment Fund, ενώ υποστήριξε και αρκετές από τις άλλες προτάσεις που κατατέθηκαν. Οι δράσεις αυτές, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι πρόσφατα ιδρύθηκε και χρηματοδοτήθηκε η πρώτη επίσημη νεοφυής επιχείρηση του Πολυτεχνείου Κρήτης, μας γεμίζουν αισιοδοξία για το μέλλον.
*Ο κ. Βασίλης Διγαλάκης είναι πρύτανης του Πολυτεχνείου Κρήτης & καθηγητής στη Σχολή ΗΜΜΥ.
Ο κ. Φώτης Πασιούρας είναι Επιστημονικός υπεύθυνος στο «Σπίτι Καινοτομίας» του Πολυτεχνείου Κρήτης & αναπληρωτής καθηγητής στη Σχολή ΜΠΔ.
Ο κ. Σπύρος Ψυχής είναι μέλος ΕΤΕΠ Πολυτεχνείου Κρήτης.