Απόψεις
Δευτέρα, 04 Σεπτεμβρίου 2017 12:23

Η πρόκληση της εξαγώγιμης παιδείας

Μία χώρα όπως η Ελλάδα θα έπρεπε να είναι φάρος παροχής εκπαίδευσης και γνώσης τον 21ο αιώνα, γράφει ο Αθαν. Χ. Παπανδρόπουλος.

Από την έντυπη έκδοση

Του Αθαν. Χ. Παπανδρόπουλου
[email protected]

Μία χώρα όπως η Ελλάδα θα έπρεπε να είναι φάρος παροχής εκπαίδευσης και γνώσης τον 21ο αιώνα.

«Είναι πρωτοφανές, τη στιγμή που η διεθνής εκπαιδευτική αγορά αντιπροσωπεύει περί τα 30 δισεκατομμύρια δολάρια και από αυτά η χώρα σας θα μπορούσε να προσελκύσει ένα 10%, ήτοι 3 δισεκατομμύρια δολάρια τον χρόνο, να προτιμά να μην κάνει τίποτε απολύτως αλλά να προκρίνει διαπραγματεύσεις για δανεικό χρήμα».

Την ειρωνική αυτή παρατήρηση μας διατύπωσε ένας Εσθονός πρώην συνάδελφος, σήμερα διπλωμάτης, ο οποίος ύστερα από τέσσερα χρόνια παραμονής και εμπειρίας στην Ελλάδα γνωρίζει πολύ καλά τι λέει και γιατί. Και δεν έχει άδικο.

Μία χώρα που κομπάζει ότι είναι η κοιτίς του πολιτισμού, προτιμά να επαιτεί για δάνεια, «κουρέματα» χρεών και άλλα παρόμοια, παρά να προάγει την παιδεία της και τον συναφή με αυτήν πολιτισμό της, γιατί έτσι θέλουν κάποιοι ιδεοληπτικοί πολιτικοί και οι συνδικαλιστές πελάτες τους.

Την ίδια στιγμή, στις πρώην κομμουνιστικές χώρες, καθώς και στην Κύπρο, η επιχειρηματική εκπαίδευση αναπτύσσεται πλέον με ταχύτατους ρυθμούς και προσελκύει χιλιάδες φοιτητές από την Ασία, την Κίνα και κάποιες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Ε.Ε.).

Έτσι, παρά το γεγονός ότι το κόστος σπουδών στις χώρες που προαναφέραμε είναι υψηλό σε σύγκριση με το αντίστοιχο στη Δύση, περισσότεροι από 34.000 φοιτητές παρακολουθούν μαθήματα σε σχολές διοικήσεως επιχειρήσεων στη Λετονία, στην Πολωνία, στην Ουγγαρία, στην Εσθονία και την Τσεχία. Πληρώνουν δε ετησίως κάποια 12.000 ευρώ, τα οποία αντιπροσωπεύουν τα δίδακτρα και τις λοιπές δαπάνες των φοιτούντων.

Η εκπαίδευση στην Κ/Α Ευρώπη

Είναι επίσης ενδιαφέρον να σημειωθεί ότι στις χώρες της Ανατολικής και Κεντρικής Ευρώπης που είναι μέλη της Ε.Ε., η ιδιωτική εκπαίδευση αναπτύσσεται με εντυπωσιακούς ρυθμούς - σε ορισμένες δε περιπτώσεις καλύπτει μέχρι και το 40% των φοιτητών που ακολουθούν πανεπιστημιακές σπουδές. Μοναδική εξαίρεση στο επίπεδο αυτό αποτελεί η Τσεχία, η οποία όμως είχε ένα εκπαιδευτικό σύστημα αρκετά απομακρυσμένο από τα κομμουνιστικά πρότυπα. Επίσης, στις περισσότερες από τις πρώην κομμουνιστικές χώρες, αρκετά εκπαιδευτικά ιδρύματα που εξειδικεύονται στη διοίκηση των επιχειρήσεων χρησιμοποιούν ως γλώσσα διδασκαλίας μόνον την αγγλική, γεγονός που επηρεάζει θετικά τις εγγραφές από τρίτες χώρες.

Δεν είναι συνεπώς τυχαίο ότι σε χώρες όπως η Πολωνία φοιτούν και αρκετοί φοιτητές από τις ΗΠΑ, με προοπτική να κάνουν καριέρα στην Κεντρική ή Ανατολική Ευρώπη και σε χώρες όπως η Ρωσία και η Ουκρανία. Πριν από λίγο καιρό, σε επαφή που είχαμε με τους Πολωνούς υπεύθυνους της Σχολής Μάνατζμεντ στη Βαρσοβία, πληροφορηθήκαμε ότι το 30% των φοιτητών της προέρχεται από τις ΗΠΑ - για τις οποίες η Κεντρική Ευρώπη αποτελεί γεωοικονομική στρατηγική περιοχή, ιδιαιτέρως δε μετά τη διεύρυνση της Ε.Ε. Εξάλλου, είναι σαφές ότι οι αμερικανικές επιχειρήσεις θέλουν τα αυριανά στελέχη τους να είναι εκπαιδευμένα με βάση τις αρχές της ευρωπαϊκής κουλτούρας στη διοίκηση των επιχειρήσεων.

Δυστυχώς, από αυτή τη νέα οικονομική δραστηριότητα μόνον κάποια ψίχουλα έρχονται στην Ελλάδα, και αυτά με το ζόρι. Παρ’ όλα  αυτά, σε μελέτη της η Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος εκτιμά ότι η χώρα μας έχει πολλές δυνατότητες στον τομέα αυτόν.
Τονίζει έτσι ότι μπορεί να προσελκύσει μεγάλο αριθμό ξένων φοιτητών, ο οποίος θα ανέρχεται περίπου στους 110.000 και ο ρυθμός ανάπτυξης μέσα από ένα τέτοιο εγχείρημα θα προσθέσει στον ρυθμό ανάπτυξης του ελληνικού ΑΕΠ 1,1 ποσοστιαία μονάδα ετησίως κατά την πρώτη δεκαετία έντονου μετασχηματισμού, αυξάνοντας έτσι το ΑΕΠ κατά περισσότερα από 20 δισεκατομμύρια ευρώ ετησίως σε ορίζοντα δεκαετίας.

Για να μιλήσουμε δε με αμιγώς αριθμητικούς όρους, η στροφή σε ένα μοντέλο εξαγωγικής παιδείας αναμένεται να προσελκύσει σε βάθος χρόνου 80.000 ξένους φοιτητές και 25.000 Έλληνες φοιτητές που θα επέλεγαν το εξωτερικό έναντι της Ελλάδας για να σπουδάσουν. Αυτό θα έχει άμεση επίδραση κατά 1,8 δισεκατομμύρια ευρώ ετησίως στην ελληνική οικονομία.

Έτσι, η Διεύθυνση Οικονομικής Ανάλυσης της ΕΤΕ προτείνει μία σειρά μεταρρυθμίσεων - που για την ώρα αμφιταλαντεύονται για το αν θα πέσουν ή θα αιωρούνται πάνω από το καλάθι των αχρήστων…