Πριν από δέκα χρόνια, τον Αύγουστο, η γαλλική τράπεζα BNP Paribas αποφάσισε να περιορίσει την πρόσβαση των επενδυτών στα χρήματα που είχαν καταθέσει σε τρία funds, γράφει ο Mohamed A. El-Erian.
Από την έντυπη έκδοση
Του Mohamed A. El-Erian- επικεφαλής οικονομικός σύμβουλος στην Allianz, ήταν πρόεδρος του Συμβουλίου Παγκόσμιας Ανάπτυξης επί προεδρίας Μπαράκ Ομπάμα και συγγραφέας του βιβλίου: «The Only Game in Town: Central Banks, Instability and Avoiding the Next Collapse» (Το μοναδικό παιχνίδι: Κεντρικές Τράπεζες, αστάθεια και πώς να αποφευχθεί η επόμενη κατάρρευση)
Πριν από δέκα χρόνια, τον Αύγουστο, η γαλλική τράπεζα BNP Paribas αποφάσισε να περιορίσει την πρόσβαση των επενδυτών στα χρήματα που είχαν καταθέσει σε τρία funds. Ήταν το πρώτο, ηχηρό σημάδι της χρηματοπιστωτικής ασφυξίας που, έναν χρόνο αργότερα, θα οδηγούσε σε ελεύθερη πτώση την παγκόσμια οικονομία. Παρ’ όλα αυτά, οι μαζικές οικονομικές και χρηματοπιστωτικές στρεβλώσεις που θα κορυφώνονταν στα τέλη του 2008 και θα συνεχίζονταν έως τις αρχές του 2009 -και οι οποίες έφεραν τον κόσμο στο χείλος μιας καταστροφικής, πολυετούς βαθιάς ύφεσης- βρήκαν εξ απήνης τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής. Ήταν σαφές ότι δεν είχαν δώσει ιδιαίτερη προσοχή στα μαθήματα κρίσεων στον αναδυόμενο κόσμο.
Οποιοσδήποτε που είχε βιώσει ή μελετήσει τις χρηματοπιστωτικές κρίσεις στις αναπτυσσόμενες χώρες θα είχε επώδυνη επίγνωση των βασικών τους χαρακτηριστικών. Για αρχή, όπως είχε υποστηρίξει ο εκλιπών Ruediger Dornbusch, οι χρηματοπιστωτικές κρίσεις χρειάζονται πολύ χρόνο για να αναπτυχθούν, μόλις όμως ξεσπάσουν έχουν την τάση να εξαπλώνονται με ταχείς ρυθμούς, ευρέως, με βίαιο τρόπο και(από ό,τι φαίνεται) χωρίς καμία διάκριση.
Σε αυτή τη διαδικασία καταιγιστικών καταρρεύσεων, οι ευρύτερες χρηματοπιστωτικές συνθήκες πολύ γρήγορα μεταπίπτουν από αφθονία σε ερήμωση. Τα «εργοστάσια» ιδιωτικής πίστωσης που φαίνονταν αήττητα, γρήγορα γονάτισαν και οι κεντρικές τράπεζες και κυβερνήσεις βρέθηκαν αντιμέτωπες με σκληρές και συνάμα αβέβαιες επιλογές πολιτικής. Επιπλέον, οι υπεύθυνοι λήψης αποφάσεων θα πρέπει να λάβουν υπ’ όψιν και το ρίσκο μιας «ξαφνικής παύσης» της οικονομικής δραστηριότητας, που μπορεί να καταστρέψει απασχόληση, εμπόριο και επενδύσεις.
Θέτοντας σε εφαρμογή μια επαρκώς περιεκτική αντιμετώπιση των ακραίων συνθηκών χρηματοπιστωτικής ασφυξίας καθίσταται ακόμη πιο δύσκολο, εάν δεν είχαν γίνει αρκετά στη διάρκεια των εποχών ευημερίας, ώστε να διασφαλισθεί βιώσιμη και περιεκτική ανάπτυξη. Και καθίσταται ακόμη πιο δύσκολο όταν οι πολιτικοί εμπλέκονται ενεργά στο παιχνίδι επίρριψης ευθυνών. Στο τέλος, οι κοινωνικοπολιτικές και θεσμικές επιπτώσεις μιας κρίσης μπορούν να διαρκέσουν πολύ περισσότερο των οικονομικών και χρηματοπιστωτικών επιπτώσεων.
Όλα αυτά τα μαθήματα θα ήταν χρήσιμα προς τους αρμοδίους στις ανεπτυγμένες οικονομίες δέκα χρόνια πριν. Όταν η BNP Paribas πάγωσε funds, ύψους 2,2 δισ. δολαρίων στις 9 Αυγούστου του 2007, θα έπρεπε να είναι εμφανές ότι θα επακολουθούσαν μεγαλύτερα χρηματοπιστωτικά προβλήματα. Αλλά οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής κατέληξαν σε λάθος συμπεράσματα, κυρίως για δύο λόγους.
Πρώτον, οι υπεύθυνοι πολιτικής χρειάσθηκαν κάποιο χρόνο μέχρις ότου συνειδητοποιήσουν το μέγεθος της λανθάνουσας αστάθειας του χρηματοπιστωτικού συστήματος, που είχε συσσωρευθεί υπό την επίβλεψή τους. Δεύτερον, οι περισσότεροι αρμόδιοι πολιτικής στον προηγμένο κόσμο απέρριπταν σε μεγάλο βαθμό την ιδέα ότι είχαν κάτι να διδαχθούν από τις εμπειρίες των αναδυομένων χωρών.
Δυστυχώς, αυτά τα προβλήματα δεν έχουν ακόμη επιλυθεί πλήρως. Στην πραγματικότητα, ελλοχεύει ολοένα και μεγαλύτερος κίνδυνος οι πολιτικοί -πολλοί εκ των οποίων έχουν στρέψει αλλού την προσοχή τους και παρακάμπτουν τις ευθύνες τους ως προς την οικονομική διακυβέρνηση- να έχουν χάσει τη μεγαλύτερη ιστορική εικόνα: τη σημασία του βαθύτερου, αναπτυξιακού μοντέλου μιας οικονομίας.
Πράγματι, οι πολιτικοί στις προηγμένες χώρες φαίνεται ότι ακόμη αγνοούν τους περιορισμούς ενός οικονομικού μοντέλου που βασίζεται υπερβολικά στη χρηματοδότηση για τη δημιουργία σταθερής και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξη. Παρ’ όλο που αυτοί οι περιορισμοί βγήκαν στην επιφάνεια τα δέκα τελευταία χρόνια, οι υπεύθυνοι πολιτικής δεν ενδυνάμωσαν επαρκώς το αναπτυξιακό μοντέλο από το οποίο εξαρτώνται οι οικονομίες τους. Αντ’ αυτού, ενήργησαν συχνά σαν να ήταν η κρίση απλώς ένα κυκλικό -καίτοι δραματικό- σοκ, ενώ υπέθεσαν ότι η οικονομία θα ανέκαμπτε με πορεία καμπύλης V, όπως γινόταν συνήθως μετά από μία ύφεση.
Επειδή οι υπεύθυνοι πολιτικής στην αρχή δελεάσθηκαν από την κυκλική σκέψη, δεν εξέλαβαν τη χρηματοπιστωτική κρίση ως ένα κοσμικό ή περιστασιακό της εποχής γεγονός.
Το αποτέλεσμα ήταν ότι σκοπίμως σχεδίασαν τις δράσεις αντιμετώπισης της κρίσης ώστε να είναι «έγκαιρες, στοχευμένες και προσωρινές». Στο τέλος κατέστη σαφές ότι το πρόβλημα απαιτούσε μια πολύ ευρύτερη, μακροπρόθεσμη διαρθρωτική λύση. Αλλά μέχρι τότε το παράθυρο ευκαιρίας για τολμηρές πράξεις είχε στην ουσία κλείσει.
Κατά συνέπεια, οι προηγμένες οικονομίες άργησαν υπερβολικά να επιστρέψουν στα αναπτυξιακά, προ κρίσης επίπεδα και δεν ήταν σε θέση να αποδεσμεύσουν τη σημαντική, αναπτυξιακή τους δυναμική. Ακόμη χειρότερα, η ανάπτυξη που πέτυχαν στα χρόνια μετά την κρίση δεν ήταν άνευ περιορισμών. Αντ’ αυτού, τα υπερβολικά μεγάλα χάσματα εισοδήματος, πλούτου και ευκαιριών σε πολλές ανεπτυγμένες χώρες συνεχίσθηκαν.
Όσο περισσότερο παρέμενε το συγκεκριμένο μοτίβο τόσο περισσότερο υπέφεραν οι μελλοντικές αναπτυξιακές προοπτικές των ανεπτυγμένων οικονομιών. Και αυτό που προηγουμένως ήταν αδιανόητο -τόσο χρηματοοικονομικά όσο και πολιτικά- άρχισε να γίνεται εφικτό, ακόμη και πιθανό.
Μία δεκαετία μετά την έναρξη της κρίσης, οι ανεπτυγμένες οικονομίες ακόμη δεν έχουν στραφεί μακριά από ένα αναπτυξιακό μοντέλο που βασίζεται υπερβολικά στη ρευστότητα και τη μόχλευση -πρώτον από ιδιωτικά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα και στη συνέχεια από τις κεντρικές τράπεζες. Πρέπει να προβούν σε επαρκείς επενδύσεις σε υποδομές, παιδεία και γενικότερα σε ανθρώπινο κεφάλαιο. Δεν έχουν αντιμετωπίσει τις αντι-αναπτυξιακές στρεβλώσεις που υπονομεύουν την αποτελεσματικότητα των φορολογικών συστημάτων, χρηματοοικονομική διαμεσολάβηση και εμπόριο. Και έχουν αποτύχει να συνεχίσουν την πρόοδο στην τεχνολογία, εκμεταλλευόμενες τα δυνητικά οφέλη του big data, μηχανικής μάθησης, τεχνητής νοημοσύνης και νέων μορφών κίνησης, με ταυτόχρονη αποτελεσματική διαχείριση των σχετικών κινδύνων.
Οι υπεύθυνοι πολιτικής στον ανεπτυγμένο κόσμο καθυστέρησαν στην εσωτερικοποίηση των σχετικών διδαγμάτων από τις αναδυόμενες οικονομίες. Αλλά τώρα έχουν τις αποδείξεις και αναλυτική δυνατότητα να το κάνουν. Είναι στο χέρι τους να αποτρέψουν περισσότερες απογοητεύσεις, να εκμεταλλευθούν τους πόρους της βιώσιμης ανάπτυξης και να αντιμετωπίσουν τα σύγχρονα, ανησυχητικά επίπεδα ανισοτήτων. Το μπαλάκι είναι στο γήπεδο της πολιτικής τάξης.
Copyright: Project Syndicate, 2017
www.project-syndicate.org