Παρουσία του πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα, παρουσιάστηκε το βράδυ της Πέμπτης το νέο βιβλίο του Μανώλη Γλέζου «Ακρωνύμια», στην αίθουσα εκδηλώσεων της Βουλής των Ελλήνων. Για το βιβλίο μίλησαν ο πρόεδρος της Βουλής Νίκος Βούτσης, ο πρώην πρόεδρος της Βουλής και της Νέας Δημοκρατίας Βαγγέλης Μεϊμαράκης και ο φιλόλογος-συγγραφέας Λαοκράτης Βάσσης.
Παρουσία του πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα, παρουσιάστηκε το βράδυ της Πέμπτης το νέο βιβλίο του Μανώλη Γλέζου «Ακρωνύμια», στην αίθουσα εκδηλώσεων της Βουλής των Ελλήνων. Για το βιβλίο μίλησαν ο πρόεδρος της Βουλής Νίκος Βούτσης, ο πρώην πρόεδρος της Βουλής και της Νέας Δημοκρατίας Βαγγέλης Μεϊμαράκης και ο φιλόλογος-συγγραφέας Λαοκράτης Βάσσης.
Ο κ. Βούτσης ανέφερε ότι ο Μανώλης Γλέζος είναι ένα πρόσωπο που συμβολίζει την ενότητα και όχι το διχασμό και πρόσθεσε πως «το βιβλίο του είναι μια γροθιά στην τρέχουσα υποτίμηση και απαξίωση της γλώσσας και της μόρφωσης. Είναι ένα καμπανάκι σε μια εποχή φτώχειας για τη γλώσσα».
Ο κ. Μεϊμαράκης υπογράμμισε από την πλευρά του ότι «πέρα από τις όποιες πολιτικές διαμάχες και αντεγκλήσεις, πέρα από τις διαφορετικές πολιτικές και ιδεολογικές αντιλήψεις ή θέσεις, υπάρχει και μια άλλη κοινή παραδοχή, ότι μπορούμε να ομονοούμε συμπράττοντας στο γενικό καλό». Επίσης αναφέρθηκε στον πλούτο της ελληνικής γλώσσας, σημείωσε ότι «οι αγώνες του Μανώλη Γλέζου για τη διατήρηση της ελληνικής γλώσσας είναι εξίσου σημαντικοί με τους αγώνες του για την ελευθερία και τη δημοκρατία».
Ο κ. Βάσσης έκανε γλωσσολογική και φιλολογική ανάλυση του βιβλίου, είπε ότι «πρόκειται για τον ερευνητικό καρπό ενός, που το μεράκι του για τη γλώσσα υπερκαλύπτει τους όποιους πανεπιστημιακούς τίτλους, και αυτός ο ένας είναι ο Μανώλης Γλέζος. Ο ακάματος και αναγεννησιακός Μανώλης Γλέζος, υπό την έννοια του πολυδιάστατου και καθολικού ανθρώπου».
Λαμβάνοντας τον λόγο, ο Μανώλης Γλέζος αναφέρθηκε στους πέντε λόγους για τους οποίους η Ελλάδα κατάφερε, παρά τα 400 χρόνια σκλαβιάς, να ξαναϋπάρξει: την κοινή μας γλώσσα, την ύπαρξη λαϊκής εξουσίας, τα ήθη και τις παραδόσεις που κράτησαν τον ελληνισμό αδούλωτο, τον κλήρο και την εκκλησία που ήταν δίπλα στον λαό και την ιδεολογία της αντίστασης. Επίσης μίλησε για τους κινδύνους της ελληνικής γλώσσας που είναι η φτωχοποίηση των ομιλητών, η ξενοποίηση και η μονοσημαντότητα.
Επεσήμανε δε ότι «τις παραμονές από κάθε μάχη μαζευόμαστε και κουβεντιάζαμε και λέγαμε «εάν εσύ ζεις μην με ξεχάσεις», «εάν εσένα δεν σε βρει το βόλι όταν συναντάς ανθρώπους στο δρόμο, θα λες καλημέρα και από εμένα, και όταν πίνεις κρασί θα πίνεις κρασί και από εμένα, και όταν ακούς τον παφλασμό των κυμάτων θα τον ακούς και για μένα, και όταν ακούς τον άνεμο να περνάει μέσα από τα φύλλα, όταν ακούς το θρόισμα των φύλλων, θα το ακούς και για μένα, και όταν χορεύεις θα χορεύεις και για μένα».
«Μπορώ να ξεχάσω;» αναρωτήθηκε και υπογράμμισε ότι «τo δυσκολότερο πράγμα για μένα είναι ότι ζω και οι άνθρωποι που πολέμησα μαζί τους, οι άνθρωποι που αντιμετωπίσαμε μαζί τον θάνατο, οι φίλοι μου, δεν ζουν σήμερα. Μπορώ να τους ξεχάσω; Είναι δυνατόν να ξεχάσω αυτό τον κόσμο; Δεν είναι δυνατό. Και γι΄αυτό έχω αυτή την πολυπραγμοσύνη, γιατί εκτελώ εντολές ή προσπαθώ να εκτελέσω τις εντολές τους». «Και αν πεθάνω, θα σας κυνηγάει η ύπαρξη μου για να κάνετε αυτό που πρέπει να κάνετε. Μην νομίζετε ότι θα γλυτώσετε από εμένα ποτέ» κατέληξε ο Μανώλης Γλέζος.
Πηγή: ΑΜΠΕ