Το Ηνωμένο Βασίλειο δείχνει να βρίσκεται σε καλό δρόμο για να επιτύχει τον στόχο του να μειώσει τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα κατά 57% μέχρι το 2030, σε σχέση με τα επίπεδα του 1990. Την Τετάρτη, η χώρα παρήγαγε το 50,7% της ενέργειας της από ηλιακή, αιολική, υδροηλεκτρική ενέργεια και βιομάζα. Μάλιστα το δεύτερο ρεκόρ που καταγράφηκε ήταν ότι η παραγωγή ηλεκτρισμού από πυρηνική, αιολική και ηλιακή ενέργεια ξεπέρασε το φυσικό αέριο και τον άνθρακα μαζί.
Το Ηνωμένο Βασίλειο δείχνει να βρίσκεται σε καλό δρόμο για να επιτύχει τον στόχο του να μειώσει τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα κατά 57% μέχρι το 2030, σε σχέση με τα επίπεδα του 1990. Την Τετάρτη, η χώρα παρήγαγε το 50,7% της ενέργειας της από ηλιακή, αιολική, υδροηλεκτρική ενέργεια και βιομάζα. Μάλιστα το δεύτερο ρεκόρ που καταγράφηκε ήταν ότι η παραγωγή ηλεκτρισμού από πυρηνική, αιολική και ηλιακή ενέργεια ξεπέρασε το φυσικό αέριο και τον άνθρακα μαζί.
Οι ευνοϊκές καιρικές συνθήκες βοήθησαν να επιτευχθεί αυτό το ορόσημο. Ο καθαρός ουρανός και οι πολύ ισχυροί άνεμοι είχαν ως αποτέλεσμα οι αιολικές μονάδες να συνεισφέρουν 9,5 γιγαβάτ ενέργειας και οι ηλιακοί συλλέκτες περίπου 7,6 γιγαβάτ ηλεκτρικής ενέργειας. Εάν προστεθεί η παραγωγή από πυρηνική ενέργεια, η Βρετανία έλαβε το 72,1% της ηλεκτρικής της ενέργειας από πηγές χαμηλών εκπομπών άνθρακα.
Ως αποτέλεσμα της αύξησης της παραγωγής των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, η παραγωγή άνθρακα σταμάτησε τελείως για το υπόλοιπο της ημέρας. Όπως και οι περισσότερες χώρες, η βρετανική κυβέρνηση έχει αρχίσει να μειώνει την παραγωγή άνθρακα με πρόθεση να την εγκαταλείψει τελείως μέχρι το 2025, καθώς τα ορυκτά καύσιμα συμβάλλουν στην κλιματική αλλαγή που προκαλεί φυσικές καταστροφές και πολυάριθμα προβλήματα στο περιβάλλον, την οικονομία και την κοινωνία.
Στο τέλος του 2016, το Ηνωμένο Βασίλειο ήταν ήδη σε θέση να αντλεί το 50% της ηλεκτρικής του ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και άλλες πηγές χαμηλών εκπομπών άνθρακα. Σύμφωνα με τις επίσημες πληροφορίες, η αιολική, η ηλιακή και η υδροηλεκτρική ενέργεια συνεισέφεραν περίπου το ένα τέταρτο της συνολικής ενέργειας, και το άλλο 25% προερχόταν από τους πυρηνικούς αντιδραστήρες.