Στις 7 του περασμένου Νοεμβρίου, η αστυνομία του Ιπσουιτς απηύθυνε δημόσια έκκληση για τον εντοπισμό της Τάνια Νάικολ, μιας 19χρονης που είχε βγει από το σπίτι της στις 30 Οκτωβρίου για να αναλάβει νυχτερινή εργασία σε ένα ξενοδοχείο της πόλης. Η μητέρα της είχε δηλώσει την εξαφάνισή της, καθώς θεωρούσε αδιανόητο το γεγονός ότι δεν είχε επικοινωνήσει για τόσες ημέρες μαζί της. Αυτό που δεν γνώριζε ήταν ότι η κόρη της είχε μπει στο φαύλο κύκλο της ηρωίνης και ότι δεν εργαζόταν πια στο ξενοδοχείο. Κάθε βράδυ πουλούσε το σώμα της στο Ιπσουιτς για να αγοράσει τη δόση της.
Το γυμνό σώμα της Τάνια βρέθηκε στις 8 Δεκεμβρίου. Λίγες ημέρες νωρίτερα είχε ανακαλυφθεί το γυμνό πτώμα μιας άλλης πόρνης, της 25χρονης Τζέμα Ανταμς, που είχε εξαφανιστεί στις 15 Νοεμβρίου. Στη συνέχεια ανακαλύφθηκαν άλλα τρία πτώματα: όλα ήταν γυμνά, όλα ανήκαν σε πόρνες που εργάζονταν στο Ιπσουιτς.
Στην πόλη των 140.000 κατοίκων, όπου σπανίως συμβαίνει κάτι σοβαρό, επικρατεί πανικός. Η αστυνομία έχει ζητήσει από τα υπόλοιπα κορίτσια του δρόμου, συνολικά 30 με 40, να σταματήσουν για λίγο καιρό να εργάζονται. Την ημέρα η πόλη ετοιμάζεται για τα Χριστούγεννα και τη νύχτα ερημώνει.
Ο φόνος των πέντε γυναικών έχει ταράξει τις συνειδήσεις όχι μόνο των κατοίκων του Ιπσουιτς, αλλά όλων των Βρετανών. Εχει ανοίξει μια συζήτηση για το πρόβλημα των ναρκωτικών, αλλά και για το θέμα της πορνείας. Ξαφνικά, ο κόσμος άρχισε να βλέπει τις πόρνες με άλλο μάτι και να διαμαρτύρεται για τον τρόπο με τον οποίο τις αντιμετωπίζουν τα μέσα ενημέρωσης. «Δεν ήταν πόρνες, ήταν πάνω απ'όλα γυναίκες, κόρες, σύζυγοι, ξαδέλφες, ανιψιές», λένε πολλοί.
Το Ιπσουιτς ξύπνησε ξαφνικά, και θέλει να ξυπνήσει μαζί του μια χώρα που μοιάζει να έχει ξεγελαστεί από την οικονομική της ευημερία και έχει ξεχάσει τα προβλήματα της περιθωριοποίησης και της φτώχειας. Το μείζον θέμα βέβαια αυτή τη στιγμή είναι να βρεθεί ποιος σκότωσε την Τάνια, την Τζέμα, την Πόλα, την Ανέτ και την Ανέλι. Οι πέντε κοπέλες γνωρίζονταν καλά μεταξύ τους. Είναι βέβαιο ότι είχαν κοινούς πελάτες. Οι δύο βρέθηκαν στραγγαλισμένες, για τις υπόλοιπες θα χρειαστούν ίσως αρκετές εβδομάδες για να διαπιστωθεί από τι πέθαναν.
Η αστυνομία θεωρεί «πιθανούς υπόπτους» γύρω στα 50 άτομα. Ορισμένοι κατάγονται από το Ιπσουιτς, άλλοι όχι. Αλλοι είναι πελάτες των κοριτσιών του δρόμου, άλλοι όχι. Ο δράστης ή οι δράστες γνωρίζουν πάντως πώς να κρύβουν τα ίχνη: αφήνοντας τα πτώματα γυμνά, στερούν την αστυνομία από ένα ζωτικό στοιχείο, τα ρούχα του θύματος, αλλά και από τα πιθανά ίχνη του DNA του δολοφόνου.
Πού να διαπράχθηκαν άραγε τα εγκλήματα; Σε κάποιο αυτοκίνητο; Στην ύπαιθρο; Σε κάποιο εγκαταλελειμμένο σπίτι; Στο σπίτι του δολοφόνου; Πολλοί ειδικοί λένε ότι ο δράστης πρέπει να εμπνέει εμπιστοσύνη λόγω του παρουσιαστικού του ή του επαγγέλματός του. Μήπως είναι αστυνομικός;
Ενα από τα προβλήματα της ανάκρισης είναι η επεξεργασία όλων των διαθέσιμων πληροφοριών (έχουν καταγραφεί γύρω στα 7.000 τηλεφωνήματα, έχουν σταλεί πάνω από 1.000 e-mails) και ο συντονισμός των αστυνομικών μονάδων που έχουν προσφέρει τις υπηρεσίες τους στην επαρχιακή αστυνομία του Σάφολκ. Η τελευταία δεν μπορούσε ποτέ να φανταστεί ότι θα ερχόταν μια μέρα αντιμέτωπη με πέντε δολοφονίες μέσα σε λιγότερο από έξι εβδομάδες. Ο Τζακ ο Αντεροβγάλτης χρειάστηκε εννιά εβδομάδες για να σκοτώσει πέντε πόρνες την εποχή της βασίλισσας Βικτωρίας. Και ο στραγγαλιστής του Γιόρκσαϊρ χρειάστηκε πέντε χρόνια για να σκοτώσει 13 άτομα.
Πηγή: El Pais, ΑΠΕ-ΜΠΕ