Υγεία
Δευτέρα, 22 Μαΐου 2017 11:05

Αντικρουόμενες έρευνες για τη διασύνδεση της εξωσωματικής με τον παιδικό καρκίνο

Δύο νέες μελέτες με αντικρουόμενα ευρήματα αναφορικά με τη διασύνδεση του παιδικού καρκίνου με την εξωσωματική γονιμοποίηση έχουν προκαλέσει ανησυχία σε γονείς και επιστήμονες.

Δύο νέες μελέτες με αντικρουόμενα ευρήματα αναφορικά με τη διασύνδεση του παιδικού καρκίνου με την εξωσωματική γονιμοποίηση έχουν προκαλέσει ανησυχία σε γονείς και επιστήμονες.

Η πρώτη μελέτη η οποία δημοσιεύθηκε στο τεύχος Μαρτίου του ιατρικού περιοδικού «American Journal of Obstetrics & Gynecology», από τους επιστήμονες του Πανεπιστημίου Μπεν Γκουριόν στο Ισραήλ, έδειξε ότι οι θεραπείες για τη γονιμότητα συνδέονται με ορισμένους καρκίνους της παιδικής ηλικίας.

Η μελέτη αυτή βασίστηκε στο ιατρικό ιστορικό των 242.187 βρεφών που γεννήθηκαν στο Ιατρικό Κέντρο του Πανεπιστημίου Soroka στο Ισραήλ από το 1991 και μετά. Οι επιστήμονες παρακολούθησαν όλα τα βρέφη που γεννιούνται μετά το 1991 στο συγκεκριμένο ιατρικό κέντρο μέχρι την ενηλικίωσή τους.

Από τα βρέφη αυτά, το 98,3% γεννήθηκαν έπειτα από φυσική σύλληψη, το 1,1%, δηλαδή τα 2.603 γεννήθηκαν με εξωσωματική γονιμοποίηση και το 0,7%, δηλαδή 1.721 μωρά γεννήθηκαν μετά από θεραπείες πρόκλησης ωορρηξίας.

Μέχρι τα παιδιά να φτάσουν στα 10,5 τους χρόνια, το 0,6%, δηλαδή 1.498 παιδιά είχαν διαγνωστεί με διάφορες μορφές παιδιατρικών καρκίνων, με τη συχνότητα εκδήλωσης να είναι:

  • 0,59 κρούσματα ανά 1.000 παιδιά σε όσα είχαν γεννηθεί μετά από φυσική σύλληψη
  • 1 κρούσμα ανά 1.000 παιδιά για τις θεραπείες πρόκλησης ωορρηξίας
  • 1,5 κρούσμα ανά 1.000 παιδιά για την εξωσωματική.

Όπως ανάφερε ο κύριος ερευνητής Dr. Eyal Sheiner, M.D., Ph.D., καθηγητής στο Τμήμα Μαιευτικής-Γυναικολογίας του Soroka, τα αποτελέσματα της μελέτης έδειξαν ότι υπάρχει κάποια συσχέτιση ανάμεσα στις τεχνικές υποβοηθούμενης αναπαραγωγής και τους καρκίνους της παιδικής ηλικίας. Ωστόσο, διευκρίνισε ότι στα στοιχεία που αναλύθηκαν δεν εξετάστηκαν οι αιτίες της υπογονιμότητας των γονέων, μερικές από τις οποίες θα μπορούσαν να αυξάνουν την πιθανότητα καρκίνου, αλλά ούτε και η πιθανή έκθεση των παιδιών σε περιβαλλοντικούς παράγοντες, που επίσης θα μπορούσαν να αυξήσουν την πιθανότητα καρκίνου.

Ο καθηγητής τόνισε ότι είναι απαραίτητο να συνεχιστεί η παρακολούθηση των παιδιών που γεννιούνται μετά από θεραπείες υποβοηθούμενης αναπαραγωγής, καθώς αυξάνονται οι εγκυμοσύνες αυτές και γι' αυτό καλό θα είναι να έχουν ασφαλή αποτελέσματα.

Η δεύτερη μελέτη, η οποία δημοσιεύθηκε στις αρχές Απριλίου στο περιοδικό Acta Paediatrica, έγινε στη Νορβηγία από τους ερευνητές του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου Rikshospitalet στο Όσλο και εξέτασε τα ευρήματα 23 παλαιότερων ερευνών.

Οι επιστήμονες τόνισαν ότι οι περισσότερες από τις έρευνες που ανέλυσαν ήταν καθησυχαστικές. Τα ευρήματά τους έδειξαν ότι η εξωσωματική δεν αυξάνει την πιθανότητα καρκίνου στα παιδιά που θα γεννηθούν. Ωστόσο, οι ερευνητές πρόσθεσαν ότι διατηρούν κάποια επιφύλαξη σε ό,τι αφορά τους αιματολογικούς καρκίνους, γιατί κάποιες έρευνες έδειχναν ότι ίσως υπάρχει σχέση και άλλες ότι δεν υπάρχει.

Και αυτή η ερευνητική ομάδα τόνισε στο άρθρο της ότι πρέπει να συνεχιστούν οι έρευνες και η παρακολούθηση των παιδιών της εξωσωματικής μέχρι να έχουν ασφαλή αποτελέσματα.

Αναλύοντας τις δύο μελέτες ο μαιευτήρας-χειρουργός  Δρ. Ιωάννης Π. Βασιλόπουλος, MD, MSc,  ειδικός στην Υποβοηθούμενη Αναπαραγωγή, σημειώνει ότι προκαλούν ίσως ανησυχία στους γονείς, όμως επί της ουσίας δεν υπάρχει καμία έρευνα που να δείχνει ότι οι τεχνικές της εξωσωματικής είναι αιτία οποιουδήποτε καρκίνου της παιδικής ηλικίας. Αυτό που υπάρχει είναι μερικές έρευνες που δείχνουν ότι ίσως υπάρχει κάποια συσχέτιση, καθώς και πάρα πολλές άλλες που δείχνουν ότι δεν υπάρχει καμία σχέση.

Όπως αναφέρει ο γιατρός, οι καρκίνοι της παιδικής ηλικίας είναι σπάνιοι, γι' αυτό κάθε μελέτη που δημοσιεύεται για την εξωσωματική και τους καρκίνους αυτούς είναι πολύτιμη όσον αφορά τις γνώσεις των ειδικών στο όλο θέμα.

Οι γονείς από την πλευρά τους είναι λογικό, όπως λέει, να ανησυχούν για το ενδεχόμενο να επηρεαστεί η υγεία του παιδιού τους. Όμως, οι φόβοι αυτοί φαίνεται πως είναι αβάσιμοι, αλλά παρόλα αυτά πρέπει οι επιστήμονες να συνεχίσουν την παρακολούθηση των παιδιών για να διαλύσουν και την παραμικρή αμφιβολία.

Σύμφωνα με τον κ. Βασιλόπουλο, για την ιατρική έρευνα, τα 30 ή 40 χρόνια είναι πολύ μικρό χρονικό διάστημα για να μπορεί κάποιος να κάνει με απόλυτη βεβαιότητα δηλώσεις υπέρ οποιουδήποτε ευρήματος, οποιασδήποτε έρευνας, ό,τι κι αν αφορά αυτή.