Απόψεις
Πέμπτη, 18 Μαΐου 2017 07:00

Χρέος και αγωνία στο «κόκκινο»

Η έκθεση του ESM μας είπε το αυτονόητο: Το ελληνικό χρέος παραμένει στο «κόκκινο», έπειτα από μια δεκαετία, αλλά και -κυρίως- έπειτα από τρία προγράμματα διάσωσης που μεσολάβησαν, γράφει ο Πάνος Κακούρης.

Από την έντυπη έκδοση

Του Πάνου Κακούρη
[email protected]

Η έκθεση του ESM μας είπε το αυτονόητο: Το ελληνικό χρέος παραμένει στο «κόκκινο», έπειτα από μια δεκαετία, αλλά και -κυρίως- έπειτα από τρία προγράμματα διάσωσης που μεσολάβησαν. Επίσης παραμένει μη βιώσιμο και έχει τη χειρότερη επίδοση και τον μεγαλύτερο βαθμό κινδύνου μεταξύ όλων των χωρών της Ευρωζώνης, παρά και τα δύο PSI που πραγματοποιήθηκαν το 2012. Τότε δηλαδή που «διαγράφηκε» χρέος ύψους 137,9 δισ. ευρώ (106 τον Φεβρουάριο και 31,9 δισ. ευρώ τον Δεκέμβριο του 2012), αλλά το καθαρό όφελος ήταν μόλις 51,2 δισ. ευρώ.

Συνέπεια ήταν το χρέος να εξακολουθήσει να είναι μη βιώσιμο και η χώρα να παραμένει στα μνημόνια και εγκλωβισμένη στον φαύλο κύκλο των μέτρων. Με τα PSI καταγράφηκε άλλη μια παγκόσμια οικονομική πρωτοτυπία, καθώς με τη μεθόδευση που χρησιμοποίησαν οι δανειστές (η ελληνική πλευρά δεν είχε ουσιαστικό λόγο) κατάφεραν να χρεοκοπήσει και τυπικά μία χώρα, να «κουρευτεί» το χρέος της, αλλά η ίδια να μη διασωθεί. Ίσως το σοβαρότερο λάθος, μετά τους πολλαπλασιαστές.  

Αν είχε επιτύχει, όπως διατείνονται ορισμένοι, το χρέος θα ήταν βιώσιμο και η χώρα πιθανότατα εκτός μνημονίων. Αντίθετα, σήμερα η Ελλάδα βρίσκεται σχεδόν στην ίδια κατάσταση που ήταν και το 2010, όταν έκλεισαν οι πόρτες των αγορών για την αναχρηματοδότηση του χρέους της. Στην κλίμακα του ESM (1-4, με το 4 να είναι η καλύτερη βαθμολογία), το ελληνικό χρέος λαμβάνει 1,8 μονάδα έναντι 1,7 μονάδα που είχε στο τέλος του 2009 και ακολουθούν η Πορτογαλία με 2 μονάδες και Κύπρος και Ισπανία με 2,1 μονάδες. Η εμπειρία των PSI είναι χρήσιμο να αξιοποιηθεί στο πλαίσιο των διαπραγματεύσεων που διεξάγονται για την απομείωση του ελληνικού χρέους, υπό την έννοια να μην επαναληφθούν τα ίδια λάθη. Το πλαίσιο της ρύθμισης στην οποία θα καταλήξουν οι δανειστές είτε στο προσεχές είτε στο μεθεπόμενο Eurogroup πρέπει να οδηγεί σε ένα βιώσιμο χρέος.

Κριτές της αποτελεσματικότητας της συμφωνίας θα είναι οι αγορές και κανείς άλλος. Αυτές θα κρίνουν εάν η ρύθμιση επιτρέπει στην Ελλάδα να αναχρηματοδοτεί το χρέος της μέσω νέων εκδόσεων ομολόγων ή θα παραμείνει δέσμια του μηχανισμού στήριξης και της τρόικας. Είναι επομένως ιδιαίτερα κρίσιμες οι διαβουλεύσεις που διεξάγονται μεταξύ των εταίρων της Ευρωζώνης και με το ΔΝΤ και ειδικά αυτές που πραγματοποιούνται στο παρασκήνιο, τα αποτελέσματα των οποίων θα τα πληροφορηθούμε μετά.