Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αναθεώρησε προς τα κάτω τον στόχο της ανάπτυξης για το 2017, καθώς πλέον προβλέπει ότι το ΑΕΠ θα αυξηθεί κατά 2,1% και όχι κατά 2,7% όπως προέβλεπε τον χειμώνα, γράφει ο Θάνος Τσίρος.
Από την έντυπη έκδοση
Του Θάνου Τσίρου
[email protected]
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αναθεώρησε προς τα κάτω τον στόχο της ανάπτυξης για το 2017, καθώς πλέον προβλέπει ότι το ΑΕΠ θα αυξηθεί κατά 2,1% και όχι κατά 2,7% όπως προέβλεπε τον χειμώνα.
Με το που θα κατατεθεί το μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα για την περίοδο 2018-2022 στη Βουλή, θα φανεί ότι την ίδια… άποψη για την εξέλιξη του ελληνικού ΑΕΠ έχει πλέον και η ελληνική κυβέρνηση. «Και λοιπόν;» θα πει κάποιος. Πρόβλεψη η μια, πρόβλεψη και η άλλη.
Τι είχαμε, τι χάσαμε. Και όμως δεν είναι έτσι. Αυτή η διαφορά του 0,6% μπορεί να φαίνεται αμελητέα όταν αποτυπώνεται σε όρους ποσοστού, όμως αντιστοιχεί σε ένα δισεκατομμύριο ευρώ λιγότερο εισόδημα για το σύνολο της ελληνικής οικονομίας.
Αυτό το ένα δισ. ευρώ περιορίζει και την πρόβλεψη για τα φορολογικά έσοδα κατά περίπου 400 εκατ. ευρώ, καθώς αυτή είναι -περίπου- η αναλογία των προσδοκώμενων φορολογικών εσόδων από τη μεταβολή του ΑΕΠ: 40%.
Επίσης, χαμηλότερη πρόβλεψη για ανάπτυξη το 2017 σημαίνει αντίστοιχα και χαμηλότερη πρόβλεψη για το 2018. Άρα και λιγότερα φορολογικά έσοδα για το 2018.
Να λοιπόν πώς δημιουργείται η «δημοσιονομική τρύπα» και να γιατί οι βουλευτές θα κληθούν να ψηφίσουν την επόμενη εβδομάδα επιπλέον μέτρα για την επόμενη χρονιά.
Αν κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων στο Hilton η ελληνική ομάδα μπορούσε να υπερασπιστεί τον στόχο του +2,7%, θα είχε και περισσότερες πιθανότητες να ξεφουσκώσει τον «λογαριασμό» της επόμενης χρονιάς.
Η πολύμηνη καθυστέρηση στην ολοκλήρωση της διαπραγμάτευσης είχε κόστος μετρήσιμο, το οποίο έρχεται πλέον στην επιφάνεια.
Μπορεί η κυβέρνηση να ρίχνει τα βάρη στους δανειστές, νίπτοντας τας χείρας της για το γεγονός ότι ανακόπηκε ο ρυθμός ανάκαμψης που έτεινε να διαμορφωθεί το φθινόπωρο του 2016.
Όπως και να ‘χει, το αποτέλεσμα είναι δεδομένο. Τον λογαριασμό θα τον πληρώσουν οι Έλληνες φορολογούμενοι, χάνοντας μέσα στο 2018 το μισό επίδομα θέρμανσης, ολόκληρη την έκπτωση φόρου για τις ιατρικές δαπάνες, το εναπομείναν ποσό του ΕΚΑΣ ή πληρώνοντας αυξημένες ασφαλιστικές εισφορές. Για μια ακόμη φορά, άλλος διαπραγματεύεται και άλλος… πληρώνει.