Πίσω από τις κρίσεις της εποχής μας και τις νέες ανισότητες, υπάρχουν βαθύτατες αλλαγές στην παραγωγή πλούτου και σε ό,τι αυτή συνεπάγεται. Για τον Κάρολο Μαρξ (1818-1883), θαυμαστή του βιομηχανικού καπιταλισμού και αυστηρού κριτή του, η αστική τάξη, παρά τον δυναμισμό και τη δημιουργικότητά της, ήταν ανίκανη να οδηγήσει την κοινωνία προς την πρόοδο διότι θα έπεφτε θύμα της απληστίας της και της φθίνουσας πορείας των κερδών της, γράφει ο Αθαν. Χ. Παπανδρόπουλος
Από την έντυπη έκδοση
Tου Αθαν. Χ. Παπανδρόπουλου
Πίσω από τις κρίσεις της εποχής μας και τις νέες ανισότητες, υπάρχουν βαθύτατες αλλαγές στην παραγωγή πλούτου και σε ό,τι αυτή συνεπάγεται. Για τον Κάρολο Μαρξ (1818-1883), θαυμαστή του βιομηχανικού καπιταλισμού και αυστηρού κριτή του, η αστική τάξη, παρά τον δυναμισμό και τη δημιουργικότητά της, ήταν ανίκανη να οδηγήσει την κοινωνία προς την πρόοδο διότι θα έπεφτε θύμα της απληστίας της και της φθίνουσας πορείας των κερδών της.
Γι’ αυτό οι φωτισμένες ηγεσίες των κομμουνιστών θα έπρεπε να χειραφετήσουν το προλεταριάτο και να το οδηγήσουν προς την εξουσία, καταργώντας έτσι την πάλη των τάξεων. Πάνω σε αυτό το απλοϊκό σύστημα σκέψης θεμελιώθηκε από τον Λένιν ο υπαρκτός σοσιαλισμός -μία από τις πιο βάρβαρες πολιτικές πρακτικές του 20ού αιώνα, από τις οποίες άντλησαν «πολύτιμα» διδάγματα τα άλλα δύο πολιτικά τέρατα του προηγούμενου αιώνα, ο φασισμός και ο εθνικοσοσιαλισμός.
Παρ’ όλα αυτά, η μαρξιστική θεωρία, που κακοποιήθηκε στην πράξη, εντούτοις δεν στερείται ενδιαφέροντος. Διότι ο Κ. Μαρξ είχε καταλάβει πώς λειτουργούσε το σύστημα που περιέγραφε, ασχέτως αν έκανε λάθος στις προβλέψεις του ως προς την πορεία του. Λάθος που, κατά την εκτίμησή μας, οφείλεται στο ότι μέσα από το αναλυτικό έργο του Μαρξ προέκυψε σε πολιτικό επίπεδο η σοσιαλδημοκρατία, η οποία, στην ουσία, όπως έγραψε και ο Κάρλο Ροσέλι, ήταν και είναι μία μορφή φιλελεύθερου σοσιαλισμού. Έτσι, το καπιταλιστικό σύστημα μετεξελίχθηκε σταδιακά σε κορυφαίο παράγωγο υλικού και κοινωνικού πλούτου, αλλά και δημοκρατικής διακυβέρνησης.
Από την άποψη αυτή, όπως τονίζουν κορυφαίοι αναλυτές του καπιταλισμού και ιστορικοί (Ντέιβιντ Λαντ, Φερνάν Μπροντέλ), τέσσερα ήταν τα χαρακτηριστικά του συστήματος που του επέτρεψαν να απογειωθεί και να αποκτήσει την οικουμενικότητα που έχει:
* η αντικατάσταση του ανθρώπινου μόχθου από μηχανές και η διαρκής αναζήτηση τεχνογνωσίας που παράγει καινοτομίες,
* η αντικατάσταση των ζωικών και φυτικών υλών από νέες και πιο άφθονες πρώτες ύλες, κυρίως ορυκτές και τεχνητής προέλευσης,
* η αντικατάσταση της ζωικής ενέργειας από άψυχες ενεργειακές πηγές υψηλής απόδοσης,
* η εισαγωγή της γνώσης στη διαδικασία παραγωγής πλούτου ως παράγοντας και κορυφαίος συντελεστής «δημιουργικής καταστροφής».
Υπενθυμίζουμε ότι ο ίδιος ο Κάρολος Μαρξ εκθείασε το καπιταλιστικό πνεύμα ως σημαντικό στοιχείο παραγωγικής ανατροπής και στο επίπεδο αυτό η ιστορία τον επιβεβαίωσε. Πλην, όμως, οι λάθος εκτιμήσεις του ως προς τους στόχους του πνεύματος αυτού οδήγησαν στις τραγωδίες της «δικτατορίας του προλεταριάτου».
Από αυτή την οπτική γωνία θα πρέπει να τονιστεί ιδιαίτερα ότι το καπιταλιστικό πνεύμα, όπως το περιέγραφε ο Φερνάν Μπροντέλ, γεννήθηκε στη Μεσόγειο και κύριο γνώρισμά του ήταν η δημιουργία -και όχι η απληστία που υπερτονίζει ο Μαρξ. Έτσι, το καπιταλιστικό σύστημα αναζητεί μονίμως νέες πηγές δημιουργίας πλούτου, έχοντας πάντα την αίσθηση του ρόλου που παίζει σε μία οικονομία η σπάνις των πόρων. Αυτή είναι και η αφορμή των διάφορων τεχνολογικών επαναστάσεων που αποσκοπούν στη δημιουργία νέων πόρων υπό συνθήκες πληθυσμιακής ανόδου.
Μέσα λοιπόν σε ένα παρόμοιο περιβάλλον αναδείχθηκαν, στη διάρκεια των διαδοχικών παραγωγικών επαναστάσεων, οι αποκαλούμενοι γαλλιστί «καπετάνιοι της βιομηχανίας», τους οποίους σήμερα εκθρονίζουν οι «άρχοντες της ψηφιακής εποχής». Μία εποχή στην οποία κυριαρχούν οι ταχύτατες ροές πληροφοριών, η δημιουργία νέων γνωστικών πεδίων και η παγκόσμια δικτύωση.
Στο πλαίσιο αυτό, παρατηρείται μία εντυπωσιακή μεταμόρφωση τόσο των διάφορων μορφών παραγωγής πλούτου όσο και της εργασίας. Είναι δε σαφές ότι στα φαινόμενα αυτά οφείλονται και οι αλλεπάλληλες οικονομικές κρίσεις, οι οποίες στην ουσία είναι απότοκες των αδυναμιών προσαρμογής ανθρώπων και θεσμών. Αναδύεται έτσι ο αποκαλούμενος από ορισμένους οικονομολόγους «γνωστικός καπιταλισμός», τα συστατικά του οποίου διαφέρουν ριζικά από τα γνωστά κριτήρια του Κάρολου Μαρξ και των μετά αυτόν οπαδών του.
Παράλληλα, στο πλαίσιο αυτής της διαδικασίας, οι αναδυόμενες νέες αστικές κοινωνίες διαφέρουν και αυτές αισθητά από αντίστοιχα πρότυπα των παραδοσιακών βιομηχανικών κοινωνιών και των αξιών που αυτές δημιούργησαν. Μπορούμε λοιπόν να πούμε ότι οι αναπτυγμένες κοινωνίες βρίσκονται μπροστά σε μία νέα νεωτερικότητα, αυτήν της ψηφιακής εποχής, στο πλαίσιο της οποίας οι κοινωνικές διαιρέσεις δεν είναι πλέον ταξικές αλλά μορφωτικές και αξιακές. Έχουμε να κάνουμε, συνεπώς, και με μία σημαντική αλλαγή του δημοκρατικού υποδείγματος, φαινόμενο που κατά την εκτίμησή μας τροφοδοτεί σήμερα και την ανάπτυξη των λαϊκισμών -πεδίο όπου, στην ουσία, η αμάθεια και η ημιμάθεια συγκρούονται με τη γνώση.