Απόψεις
Τετάρτη, 12 Απριλίου 2017 14:15

Ο αριθμός των εισακτέων έφερε στην επιφάνεια το πραγματικό πρόβλημα

Μείωσε τη… μείωση των θέσεων εισακτέων το υπουργείο Παιδείας, μετά τις σφοδρές αντιδράσεις που συνάντησε η προσπάθειά του να προσαρμόσει τον αριθμό των εισακτέων στις δυνατότητες εκπαίδευσης που έχουν αυτή τη στιγμή οι Ανώτατες Σχολές, γράφει ο Στράτος Στρατηγάκης.

Του Στράτου Στρατηγάκη
Mαθηματικού - ερευνητή
[email protected]

Μείωσε τη… μείωση των θέσεων εισακτέων το υπουργείο Παιδείας, μετά τις σφοδρές αντιδράσεις που συνάντησε η προσπάθειά του να προσαρμόσει τον αριθμό των εισακτέων στις δυνατότητες εκπαίδευσης που έχουν αυτή τη στιγμή οι Ανώτατες Σχολές.

Το Υπουργείο Παιδείας προσπάθησε να μειώσει τον αριθμό των εισακτέων κυρίως στις σχολές που έχουν εργαστήρια, συνεπώς χρειάζονται περισσότερο εκπαιδευτικό προσωπικό. Η αντίδραση των υποψηφίων και των γονέων τους ήταν μεγάλη, γιατί ένιωσαν ότι αιφνιδιάζονται από την απόφαση του Υπουργείου που ανακοινώθηκε, νομίμως, στις 14 Μαρτίου.

 Έτσι το Υπουργείο Παιδείας πήρε πίσω τη μείωση που έφτανε μέχρι το 20% των θέσεων σε μερικές σχολές και αποφάσισε, τελικά, να ισχύσει αυτή η μείωση από του χρόνου. Φέτος θα έχουμε τη μισή μείωση. Δηλαδή η Ιατρική Αθήνας που διέθετε 190 εισακτέων το 2016, φέτος θα δεχτεί 165 και του χρόνου 140. Η αρχική μείωση κατά 50 θέσεις θα γίνει σε δύο δόσεις. Μία φέτος κατά 25 θέσεις και μία του χρόνου κατά άλλες 25. Στις σχολές που είχαμε αύξηση των θέσεων η αύξηση παραμένει ως έχει. Τελικά, δηλαδή, φέτος θα έχουμε αύξηση των θέσεων των εισακτέων κατά 413 θέσεις σε σχέση με το 2016. Δηλαδή το Υπουργείο Παιδείας πέτυχε το αντίθετο ακριβώς από αυτό που προσπάθησε. Τελικά αυτό που έγινε φέτος είναι να μειωθούν οι θέσεις στις περιζήτητες σχολές και να αυξηθούν οι θέσεις στα τμήματα χαμηλής ζήτησης, γιατί δεν πρέπει να μένουμε μόνο στο τελικό άθροισμα, αλλά να κοιτάζουμε και τις επιμέρους αυξομειώσεις, που, στην περίπτωσή μας, δείχνουν το πρόβλημα που μεγαλώνει, αφού δεν είναι η πρώτη φορά που εφαρμόζεται αυτή η λογική.

Από την άλλη μεριά οι Ανώτατες Σχολές διαμαρτύρονται, δικαίως, ότι κανείς δεν λαμβάνει υπόψη τη γνώμη τους. Ο πρύτανης του Πανεπιστημίου Κρήτης, μάλιστα, δημοσίευσε επιστολή στην οποία αναλύει τα προβλήματα που δημιουργούνται από την έλλειψη διδακτικού προσωπικού και την υπερφόρτωση του Πανεπιστημίου με φοιτητές, πολύ πάνω από τους διεθνείς μέσους όρους. Επισημαίνει ότι ενώ κάθε χρόνο όλα τα Πανεπιστήμια προτείνουν στο Υπουργείο Παιδείας ένα αριθμό εισακτέων, το Υπουργείο αποφασίζει αυθαίρετα και υπερφορτώνει τα Πανεπιστήμια με φοιτητές που δεν μπορούν να εκπαιδεύσουν σωστά.

Η πολιτική του Υπουργείου Παιδείας στον αριθμό των εισακτέων τους άφησε όλους δυσαρεστημένους, αλλά έβγαλε στην επιφάνεια μία αντίθεση που υπάρχει χρόνια τώρα: Οι γονείς και οι υποψήφιοι θέλουν να σπουδάζουν όλα τα παιδιά, αλλά τα Πανεπιστήμια θέλουν μεγάλη μείωση των εισακτέων, όχι γιατί δεν θέλουν να εκπαιδεύσουν τους νέους μας, αλλά γιατί δεν έχουν τη δυνατότητα να το κάνουν σωστά λόγω της υποχρηματοδότησης που επέτεινε η κρίση. Συνεπώς ο κόσμος θέλει αλλά το κράτος δεν μπορεί να χρηματοδοτήσει τις σπουδές όλων των παιδιών.

Οι λύσεις που υπάρχουν μπροστά μας είναι:

1. Η ίδρυση ιδιωτικών Πανεπιστημίων. Αυτή η λύση θα εξισορροπούσε τη ζήτηση, αφού  οι οικονομικά πιο εύρωστες οικογένειες θα έστελναν τα παιδιά τους σ’ αυτά και θα μειωνόταν ο ανταγωνισμός για μια θέση στα δημόσια Πανεπιστήμια. Ταυτόχρονα θα μείωνε τον αριθμό των φοιτητών που φεύγουν σε άλλες χώρες για να σπουδάσουν, εξάγοντας… χρήματα.

2. Η επιβολή διδάκτρων στα δημόσια Πανεπιστήμια. Αυτή η λύση θα επέτρεπε στα Πανεπιστήμια να αποκτήσουν το αναγκαίο διδακτικό προσωπικό, αλλά θα τους δημιουργούσε και υποχρεώσεις έναντι των γονιών που θα πλήρωναν άμεσα. Εκτός από το προσωπικό που δεν υπήρχε δικαιολογία για την έλλειψή του, θα υπήρχε απαίτηση για μερικά αυτονόητα πράγματα για άλλες χώρες, αλλά όχι ακόμη για εμάς: καθαριότητα, όχι καταλήψεις και άλλα που με δύο λέξεις λέγονται εύρυθμη λειτουργία.

Καμία από τις δύο λύσεις δεν είναι τέλεια. Κάθε μία έχει πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα. Φυσικά μπορούν να εφαρμοστούν και οι δύο λύσεις ταυτόχρονα. Χρειάστηκαν πολλά χρόνια υποχρηματοδότησης, άδικης απαξίωσης από τα μέσα ενημέρωσης των επιδόσεων των πανεπιστημίων μας, εισαγωγή φοιτητών σε σχολές που δεν ήθελαν γιατί οι θέσεις σε σχολές χαμηλής ζήτησης ήταν πάντα πολλές, ενώ οι θέσεις σε σχολές υψηλής ζήτησης ήταν πάντα λίγες. Οι απόπειρες συνταγματικές αναθεώρησης για τη λειτουργία ιδιωτικών Πανεπιστημίων απέτυχαν μέχρι τώρα, αλλά φαίνεται ότι τώρα ωριμάζουν οι συνθήκες γι’ αυτό που επιχειρείται πολλά χρόνια τώρα, η απαλλαγή, δηλαδή, από το κράτος της υποχρέωσης παροχής δωρεάν τριτοβάθμιας εκπαίδευσης στους πολίτες του.