«Μετά βαΐων και κλάδων» ή «μετά φανών και λαμπάδων», τα τροπάρια που ψάλλονται τη Μεγάλη Εβδομάδα πέρασαν στη νεοελληνική γλώσσα, αφομοιώθηκαν κι έγιναν οργανικά μέλη της, γράφει η Κατερίνα Τζωρτζινάκη.
Από την έντυπη έκδοση
Της Κατερίνας Τζωρτζινάκη
[email protected]
«Μετά βαΐων και κλάδων» ή «μετά φανών και λαμπάδων», τα τροπάρια που ψάλλονται τη Μεγάλη Εβδομάδα πέρασαν στη νεοελληνική γλώσσα, αφομοιώθηκαν κι έγιναν οργανικά μέλη της.
Λέξεις ή ολόκληρες φράσεις από τα Ευαγγέλια και τις Υμνωδίες έδωσαν πλούσιο υλικό στον λαϊκό. «Μωρές παρθένες», «εκτός νυμφώνος», «ιδού ο Νυμφίος έρχεται εν τω μέσω της νυκτός», «η εν πολλαίς αμαρτίαις περιπεσούσα γυνή…», που σίγουρα δεν ήταν η παρεξηγημένη Κασσιανή, «πριν αλέκτορα φωνήσαι», «το μεν πνεύμα πρόθυμον, η δε σαρξ ασθενής», «παρελθέτω (μάς έμεινε απελθέτω) απ’ εμού το ποτήριον τούτο», «διέρρηξε τα ιμάτιά του», «νίπτω τας χείρας μου» (ο Πιλάτος... απενίψατο τας χείρας), «από τον Άννα στον Καϊάφα», «επί ξύλου κρεμάμενος», «άρον άρον» (σταύρωσον αυτόν), «διά τον φόβον των Ιουδαίων», «Μνήσθητί μου!», όχι ως ικεσία πλέον, αλλά δηλωτικό αγανάκτησης ή απορίας, «ανάστα ο Κύριος» («Ανάστα ο Θεός, κρίνων την γην...»).
Λέξεις ή ολόκληρες φράσεις έδωσαν πλούσιο υλικό στον λαϊκό, που ενίοτε δεν κατάλαβε και για να τις καταλάβει τις μετέβαλε, με πιο χαρακτηριστική τη «ζωή χαρισάμενη» από το δοξαστικό της Ανάστασης «...και τοις εν τοις μνήμασι ζωήν χαρισάμενος». Ποια μετοχή του «χαρίζομαι», ο κόσμος «ζωή γεμάτη χαρά» ευαγγελίζεται. Αν και εδώ που τα λέμε, αφού «χάρισε ζωή σ’ αυτούς που βρίσκονται στα μνήματα» μεγάλη είναι η χαρά.
Συμφορά είναι να σου «ψάλλουν τον αναβαλλόμενο», από το τροπάριο «Σε τον αναβαλλόμενον το φως ώσπερ ιμάτιον...», που κρατάει πολύ και την περιφορά του Επιταφίου αργεί.
Μόνο το εύοσμο έαρ δεν ξαργεί. Ό,τι μπορεί να φανταστεί κανείς έχει ήδη συμβεί. Αρχιερείς και Φαρισαίοι, προδοσίες και θυσίες, Ωσαννά και σταύρωση, Γολγοθάς και Θωμάς, ο τόσο παρεξηγημένος και με το ανύπαρκτο στην Αγία Γραφή «πίστευε και μη ερεύνα» συνδεδεμένος. Ποιος, ο μόνος τολμήσας να λύσει τη ζοφώδη άγνοια;