Απόψεις
Τρίτη, 11 Απριλίου 2017 07:00

Πολεμική ρητορική

Τα τύμπανα του πολέμου κτυπούν πιο δυνατά από κάθε άλλη φορά, μετά την επίθεση με 59 τόμαχοκ που διέταξε ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ κατά στρατιωτικής αεροπορικής βάσης στη Συρία, με αφορμή την πρόσφατη αγνώστου ταυτότητας επίθεση με χημικά, γράφει ο Μωυσής Λίτσης.

Από την έντυπη έκδοση

Του Μωυσή Λίτση
[email protected]

Τα τύμπανα του πολέμου κτυπούν πιο δυνατά από κάθε άλλη φορά, μετά την επίθεση με 59 τόμαχοκ που διέταξε ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ κατά στρατιωτικής αεροπορικής βάσης στη Συρία, με αφορμή την πρόσφατη αγνώστου ταυτότητας επίθεση με χημικά.  Η επίθεση του Τραμπ είχε περισσότερο στόχο να στείλει μήνυμα προς τους αντιπάλους των ΗΠΑ, «να καθίσουν καλά», παρά αποτελεί μέρος μιας ευρύτερης στρατηγικής για την επίλυση της κρίσης στη Συρία.

Σε άρθρο του στην εφημερίδα «New York Times», ο Ρεπουμπλικανός γερουσιαστής Τομ Κότον περιγράφει με τον καλύτερο τρόπο τις στοχεύσεις της κίνησης Τραμπ, λέγοντας πως η επίθεση της προηγούμενης Παρασκευής «διένυσε τον μακρύ δρόμο για την ανάκτηση της αξιοπιστίας μας στον κόσμο, η οποία έχει πολύ άσχημα πληγεί».

«Μέσα σε μια νύχτα ο πρόεδρος Τραμπ αναποδογύρισε τα τραπέζια. Έδειξε στον κόσμο ότι όταν οι ΗΠΑ προειδοποιούν, στηρίζουν τα λόγια με πράξεις… Με την αξιοπιστία μας να έχει ανακτηθεί, οι ΗΠΑ μπορούν να τηρήσουν την υπόσχεσή τους να κυνηγήσουν κάθε παραβάτη στον κόσμο».

Η απόφαση Τραμπ να κτυπήσει τη Συρία έδωσε την ευκαιρία στα «γεράκια» της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής να ξεσαλώσουν.

Ο Ρεπουμπλικανός γερουσιαστής Μάρκο Ρούμπιο αποκάλεσε τον Ρώσο πρόεδρο Βλαντιμίρ Πούτιν «εγκληματία πολέμου που βοηθά έναν άλλο εγκληματία πολέμου», κλιμακώνοντας την πολεμική ρητορική.

Ο Δημοκρατικός γερουσιαστής Κρις Κουνς, μιλώντας προ ημερών στο Ινστιτούτο Μπρούκινς, αναρωτήθηκε «αν βρισκόμαστε σε πόλεμο με τη Ρωσία», υποστηρίζοντας πως «η αμερικανική διεθνής τάξη» βρίσκεται υπό την απειλή της Μόσχας, η οποία «ευνοείται άμεσα από την εκλογή Ευρωπαίων ηγετών που στηρίζουν ένα στενόμυαλο εθνικισμό και μοιράζονται την αντίθεσή τους σε μια συνεκτική Ε.Ε. και ένα ισχυρό ΝΑΤΟ».

Το ότι η Ε.Ε. περνά υπαρξιακή κρίση δεν οφείλεται βέβαια στις όποιες ρωσικές «μηχανορραφίες», αλλά στην ίδια την πολιτική της. Το Brexit δεν το στήριξε η Ρωσία, αλλά μεγάλο μέρος των Βρετανών Συντηρητικών και ο ίδιος ο Ντόναλντ Τραμπ. Είναι ο ίδιος που αποκάλεσε το ΝΑΤΟ «παρωχημένο».

Αυτό δεν εμποδίζει, ωστόσο, την αμερικανική πολιτική και στρατιωτική ηγεσία να αναβαθμίζουν τη Ρωσία σε κίνδυνο εφάμιλλο «της ΕΣΣΔ του ‘50», ποντάροντας σε μια στρατηγική ελεγχόμενης έντασης.

Με τις φωνές της σύνεσης και της λογικής να έχουν ωστόσο εκλείψει από το διεθνές προσκήνιο, ο κίνδυνος η κρίση στις σχέσεις ΗΠΑ (Δύσης) - Ρωσίας να πάρει μεγαλύτερες διαστάσεις είναι ορατός.