Υγεία
Δευτέρα, 27 Μαρτίου 2017 11:36

Δέκα χρόνια καλύτερης ζωής προσφέρουν οι σύγχρονες θεραπείες για τη νόσο Πάρκινσον

Οι επεμβατικές μέθοδοι για τη νόσο του Πάρκινσον έχουν υψηλά ποσοστά αποτελεσματικότητας εφ’ όσον έχει γίνει σωστή επιλογή του ασθενούς, επιτυχημένη εμφύτευση των ειδικών ιατρικών συσκευών και σωστή ρύθμισή τους.

Οι επεμβατικές μέθοδοι για τη νόσο του Πάρκινσον έχουν υψηλά ποσοστά αποτελεσματικότητας εφ’ όσον έχει γίνει σωστή επιλογή του ασθενούς, επιτυχημένη εμφύτευση των ειδικών ιατρικών συσκευών και σωστή ρύθμισή τους.

Όλες οι νέες μελέτες έδειξαν ότι με το νευροδιεγέρτη DPS, μία συσκευή που μοιάζει με βηματοδότη και διεγείρει με ηλεκτρισμό μία δομή βαθιά μέσα στον εγκέφαλο (υποθαλαμικός πυρήνας), παρατηρείται βελτίωση πάνω από 70% στα κινητικά συμπτώματα και μείωση κατά σχεδόν 60% στα φάρμακα. Οι βελτιώσεις αυτές διαρκούν επί τουλάχιστον 10 χρόνια, αλλά είναι διαφορετικές σε κάθε άτομο, γιατί κάθε ασθενής βρίσκεται σε διαφορετικό στάδιο όταν χειρουργείται και έχει ποικιλία συμπτωμάτων.

Η συσκευή τοποθετείται στον θώρακα και συνδέεται με τον εγκέφαλο με ένα ηλεκτρόδιο, το οποίο τοποθετείται στον υποθαλαμικό πυρήνα. Η αντλία συνεχούς έγχυσης φαρμάκων είναι μία φορητή συσκευή που παρέχει υγρή ντοπαμίνη στον ασθενή, μέσω ενός λεπτού καθετήρα που ενώνεται με το δωδεκαδάκτυλο (είναι το ανώτερο τμήμα του λεπτού εντέρου).

Επιπλέον, η αντλία Duodopa, όπως είναι η επιστημονική ονομασία της, βελτιώνει τις κινητικές διακυμάνσεις και τη δυσκινησία κατά περισσότερο από 90% και τη διαταραχή βάδισης και τη δυσφαγία πάνω από 60%. Μπορεί επίσης να βελτιώσει και μη κινητικά συμπτώματα της νόσου.

Όπως εξηγεί ο νευρολόγος Παναγιώτης Ι. Ζήκος, υπεύθυνος του Ιατρείου Νόσου Πάρκινσον & Συναφών Διαταραχών του 251 Γενικού Νοσοκομείου Αεροπορίας και υπεύθυνος του Ιατρείου Επεμβατικής Αντιμετώπισης Πάρκινσον στο Νοσοκομείο Μετροπόλιταν, τουλάχιστον μία δεκαετία δίνουν στους πάσχοντες οι σύγχρονες χειρουργικές θεραπείες, που περιλαμβάνουν τοποθέτηση αντλίας φαρμάκου στην κοιλιά ή «βηματοδότη» στον εγκέφαλο. Απαραίτητη προϋπόθεση, όμως, είναι να εκτελεστούν την κατάλληλη στιγμή και στους κατάλληλους ασθενείς.

Σύμφωνα με το Δρ. Ζήκο, κατάλληλοι γι’ αυτού του είδους τις θεραπείες είναι οι ασθενείς με τουλάχιστον 5 χρόνια νόσο Πάρκινσον, τους οποίους η ντοπαμίνη ακόμα βοηθά σημαντικά αλλά δεν τους καλύπτει σε όλη τη διάρκεια της ημέρας και έτσι έχουν σημαντικές διακυμάνσεις στην κινητικότητά τους (εναλλάσσονται περίοδοι δυσκινησίας μεταξύ των δόσεων και ακινησίας). Οι ασθενείς αυτοί δυσκολεύονται πολύ στην εργασία, τη διασκέδαση και τις καθημερινές δραστηριότητές τους, και έχουν εξαντλήσει ή τείνουν να εξαντλήσουν τα όρια της φαρμακευτικής αγωγής.

Όταν η φαρμακευτική αγωγή δεν μπορεί πλέον να βελτιώσει ικανοποιητικά τα συμπτώματα των ασθενών, τότε μπορεί να γίνει χειρουργική αντιμετώπιση με τοποθέτηση ενός «βηματοδότη» στον εγκέφαλο (νευροδιεγέρτης DBS) ή μίας αντλίας συνεχούς χορήγησης φαρμάκων στην κοιλιά. Ο τυπικός υποψήφιος ασθενής είναι 65 ετών ή νεότερος, πάσχει από Πάρκινσον μια 7ετία, παίρνει τέσσερις φορές την ημέρα μεγάλη δόση ντοπαμίνης και παράλληλα παίρνει δύο ή τρία άλλα ντοπαμινεργικά φάρμακα που τον βοηθούν μεν αλλά ημερησίως θα έχει τουλάχιστον 2-3 ώρες ακινησία ή 1-2 ώρες υπερκινησία, σε βαθμό που θα τον δυσκολεύουν στην καθημερινότητά του. Οι ασθενείς με αυτά τα χαρακτηριστικά πρέπει να εξεταστούν από διεπιστημονική ομάδα, ώστε να επιλεγεί η καταλληλότερη επεμβατική μέθοδος που θα βελτιώσει την ποιότητα της ζωής τους με τον μικρότερο δυνατό κίνδυνο. Στη βασική ομάδα συμμετέχουν εξειδικευμένος νευρολόγος, νευροψυχολόγος, νευροχειρουργός, γαστρεντερολόγος και ψυχίατρος.