Την εκτίμηση ότι «στο αυριανό Eurogroup θα δοθεί θετικό σήμα, ώστε με τις απαραίτητες συγκλίσεις στα μεσοπρόθεσμα μέτρα για το χρέος και τα πρωτογενή πλεονάσματα να καταλήξουμε σε μια συνολική συμφωνία», εκφράζει η υπουργός Διοικητικής Ανασυγκρότησης Όλγα Γεροβασίλη, στη συνέντευξή της στο Αθηναϊκό - Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων.
Την εκτίμηση ότι «στο αυριανό Eurogroup θα δοθεί θετικό σήμα, ώστε με τις απαραίτητες συγκλίσεις στα μεσοπρόθεσμα μέτρα για το χρέος και τα πρωτογενή πλεονάσματα να καταλήξουμε σε μια συνολική συμφωνία», εκφράζει η υπουργός Διοικητικής Ανασυγκρότησης Όλγα Γεροβασίλη, στη συνέντευξή της στο Αθηναϊκό - Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων.
Όπως αναφέρει η κ. Γεροβασίλη «οι διαπραγματεύσεις, παρά τις υφιστάμενες δυσκολίες, προχωρούν, σημειώνεται μεγάλη πρόοδος στα περισσότερα ζητήματα» ενώ «η κύρια απόκλιση εντοπίζεται σε ζητήματα που αφορούν στις εμμονές του ΔΝΤ και, κυρίως, στα ζητήματα σχετικά με τη διατήρηση του ευρωπαϊκού κεκτημένου».
Η υπουργός εξαπολύει σφοδρή επίθεση στον Κυριάκο Μητσοτάκη και στη Νέα Δημοκρατία, η οποία, όπως υποστηρίζει, «προσπαθεί να αποσταθεροποιήσει την κατάσταση, ζητώντας ρεβάνς για τις απανωτές πολιτικές και ιδεολογικές του ήττες».
«Είναι εικόνα πολιτικών παραγόντων που δεν αντέχουν πια να είναι εκτός εξουσίας. Οι ηθικές και πολιτικές προτάσεις του κ. Μητσοτάκη είναι ληγμένες επιταγές χωρίς αντίκρισμα», αναφέρει, προσθέτοντας πως «μια σοβαρή αντιπολίτευση θα ενίσχυε τη διαπραγματευτική θέση της χώρας, στηρίζοντας τον αγώνα της κυβέρνησης απέναντι σε παράλογες απαιτήσεις».
Σε ό,τι αφορά τα θέματα του υπουργείου της, και ειδικότερα για το θέμα των συμβασιούχων, η αρμόδια υπουργός κάνει λόγο για «χαοτική κατάσταση» που προέκυψε «από την εξυπηρέτηση πολιτικών σκοπιμοτήτων των προηγούμενων κυβερνήσεων». Αναφέρει ότι έχει ξεκινήσει η χαρτογράφηση των εργασιακών σχέσεων στο Δημόσιο με στόχο, «στο πλαίσιο του εφικτού και με σταδιακά βήματα, να ανατραπεί τελικά αυτή η πραγματικότητα», ενώ κατηγορεί τη Ν.Δ. και το ΠΑΣΟΚ για «άκρατο λαϊκισμό», καθώς όπως τονίζει «επικεντρώνουν τις προσπάθειές τους στο να μη δοθεί ποτέ λύση».
Προαναγγέλλει ακόμα ότι τις αμέσως επόμενες ημέρες αρχίζουν οι κρίσεις για τα νέα στελέχη της δημόσιας διοίκησης, διαδικασία που, όπως αναφέρει, θα διεξαχθεί με αδιάβλητο τρόπο.
Για την αξιολόγηση των δημοσίων υπαλλήλων, εκφράζει την κατανόησή της για την καχυποψία τους, διότι «βίωσαν τον αυταρχισμό της προηγούμενης κυβέρνησης που εφάρμοσε ένα τιμωρητικού χαρακτήρα σύστημα, το οποίο είχε στηθεί επάνω στη λογική των απολύσεων», ενώ καλεί τους ενδιαφερόμενους σε διάλογο ώστε να διορθωθούν οι όποιες παραλείψεις διαπιστωθούν.
Τέλος για το νέο σύστημα κινητικότητας σημειώνει ότι είναι «κόντρα στις ρουσφετολογικές πρακτικές του παρελθόντος» και ότι αποσκοπεί στο να βρίσκεται ο κατάλληλος άνθρωπος στην κατάλληλη θέση.