Ήταν η πρώτη μεταξύ των μεγάλων κεντρικών τραπεζών που τόλμησε, τον Δεκέμβριο του 2015, να εγκαινιάσει νέο κύκλο αύξησης επιτοκίων, για πρώτη φορά από το 2006. Ακολούθησαν δύο ακόμη αυξήσεις από τη Φέντεραλ Ριζέρβ, με την πιο πρόσφατη στη συνεδρίαση του Μαρτίου και προλειαίνοντας το έδαφος για δύο ακόμη εντός του 2017, γράφει η Αγγελική Κοτσοβού.
Από την έντυπη έκδοση
Της Αγγελικής Κοτσοβού
[email protected]
Ήταν η πρώτη μεταξύ των μεγάλων κεντρικών τραπεζών που τόλμησε, τον Δεκέμβριο του 2015, να εγκαινιάσει νέο κύκλο αύξησης επιτοκίων, για πρώτη φορά από το 2006. Ακολούθησαν δύο ακόμη αυξήσεις από τη Φέντεραλ Ριζέρβ, με την πιο πρόσφατη στη συνεδρίαση του Μαρτίου και προλειαίνοντας το έδαφος για δύο ακόμη εντός του 2017.
Η πορεία της Fed είναι σε εκ διαμέτρου αντίθετη κατεύθυνση με τις κεντρικές τράπεζες σε Ευρωζώνη και Ιαπωνία, που ακόμη διανύουν το «μονοπάτι» της νομισματικής χαλάρωσης. Οι κινήσεις της Fed θα μπορούσαν να σηματοδοτούν το τέλος της φθηνής και άφθονης ρευστότητας και όχι μόνο στην Αμερική: Ήδη διαφαίνονται οι πρώτες ενδείξεις μιας γενικότερης στροφής προς την απόσυρση των μη συμβατικών μέτρων που έχουν ληφθεί τα τελευταία χρόνια στη μάχη κατά του πολύ χαμηλού πληθωρισμού και για την επανεκκίνηση της ανάκαμψης. Στις ΗΠΑ, η εικόνα μιας οικονομίας σε σταθερή τροχιά με υψηλά επίπεδα απασχόλησης ήταν το βασικό επιχείρημα για μία ακόμη αύξηση του κόστους δανεισμού κατά 25 μονάδες βάσης.
Στην Ευρωζώνη, η οικονομία έχει ανεβάσει ταχύτητα και ο πληθωρισμός έχει επιστρέψει στον στόχο 2%, δυναμώνοντας τις φωνές εκείνων που θεωρούν ότι έχει έλθει πλέον η ώρα και για την ΕΚΤ να κάνει στροφή 180 μοιρών, αυξάνοντας τα επιτόκια.
Στα σκοτεινά χρόνια της κρίσης και της Μεγάλης Ύφεσης, οι κεντρικές τράπεζες ήταν οι «σωτήρες» των οικονομιών και των αγορών. Οι συντονισμένες κινήσεις τους βοήθησαν την παγκόσμια οικονομία να σταθεί στα πόδια της, ενώ τροφοδότησαν το χρηματιστηριακό «πάρτι» επί οκτώ χρόνια στη Wall Street, με αλλεπάλληλα ιστορικά ρεκόρ και την κεφαλαιοποίηση του S&P 500 πάνω από τα 20 τρισ. δολάρια.
Τώρα ήλθε η ώρα να υποστούν τις συνέπειες των τολμηρών τους αποφάσεων. Πολιτικοί και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού επιρρίπτουν ευθύνες στην υπερχαλαρή νομισματική πολιτική, που «ροκανίζει» το εισόδημα από τόκους για τους μικροκαταθέτες και ευνοεί τους πλουσίους μέσω του χρηματιστηριακού ράλι. Προεκλογικά, ο Ντόναλντ Τραμπ είχε εξαπολύσει μύδρους κατά της Fed, κατηγορώντας την ότι διατηρεί τα επιτόκια σε χαμηλά επίπεδα.
Στην Ευρωζώνη, το ντόμινο εκλογικών αναμετρήσεων και η απειλητική άνοδος της ακροδεξιάς κρατούν δεμένα τα χέρια του Μάριο Ντράγκι. Αλλά και στην Αμερική του Τραμπ, η Fed θα μπορούσε να χάσει μέρος της ανεξαρτησίας της. Η θητεία της Τζάνετ Γέλεν εκπνέει το 2018. Και ήδη ακούγονται σενάρια περί διορισμού νέας ηγεσίας, που ενδεχομένως να επιλέξει πιο στενή συνεργασία με τον Λευκό Οίκο.