Απέρριψαν κατηγορηματικά τις αιτιάσεις της Νέας Δημοκρατίας για τον πρόεδρο και διευθύνοντα σύμβουλο του ΔΕΣΦΑ Σωτήρη Νίκα ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Δημήτρης Τζανακόπουλος και ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας Γιώργος Σταθάκης, περνώντας μάλιστα στην αντεπίθεση κατά του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Απέρριψαν κατηγορηματικά τις αιτιάσεις της Νέας Δημοκρατίας για τον πρόεδρο και διευθύνοντα σύμβουλο του ΔΕΣΦΑ Σωτήρη Νίκα ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Δημήτρης Τζανακόπουλος και ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας Γιώργος Σταθάκης, περνώντας στην αντεπίθεση κατά του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Συγκεκριμένα, κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου, οι δύο υπουργοί απέρριψαν τις κατηγορίες ότι ο κ. Νίκας έδωσε στον εαυτό του αύξηση 100.000 ευρώ (με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου), στο εφάπαξ που έλαβε, καθώς και ότι η ιεραρχική εξέλιξή του είναι παράνομη επειδή εγκρίθηκε από το Εποπτικό Συμβούλιο και όχι από το Διοικητικό Συμβούλιο.
Μάλιστα, ο κ. Τζανακόπουλος άφησε και αιχμές κατά ΜΜΕ. Όπως είπε, μια ερώτηση γεμάτη ανακρίβειες, λάθη και ψεύδη έγινε πρώτο θέμα σε όλα τα μεγάλα δελτία ειδήσεων και επισήμανε ότι, σε αντιδιαστολή, ειδήσεις που αφορούσαν θέματα, όπως το πόθεν έσχες του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης, η Novartis, το ΚΕΕΛΠΝΟ, πέρασαν στα ψιλά των εφημερίδων. «Αναρωτηθείτε για πόσες από αυτές έγιναν αναλυτικά ρεπορτάζ στα μεγάλα μέσα ενημέρωσης και τα τηλεοπτικά δελτία. Το Σαββατοκύριακο είχαμε δύο πρωτοσέλιδα για δυο μεγάλες υποθέσεις και δεν κουνήθηκε φύλλο», είπε χαρακτηριστικά ο κυβερνητικός εκπρόσωπος.
Κάνοντας λόγο για σχιζοφρενικό κατηγορητήριο της Ν.Δ., επισήμαναν ότι η λογική τάξη των πραγμάτων έχει ως εξής:
«Οι αντιφάσεις της ΝΔ»
Σύμφωνα με τους δύο υπουργούς, η Ν.Δ. ανεπιτυχώς προσπάθησε να παρουσιάσει ότι υπήρξε αύξηση του εφάπαξ κατά 100.000 ευρώ, παραδεχόμενη μεταχρονολογημένα το λάθος της, αποδεχόμενη τα πραγματικά στοιχεία που βεβαιώνουν ότι η αύξηση ήταν οριακή.
Όπως επισήμαναν, ο κ. Νίκας δεν είναι μέλος του Εποπτικού Συμβουλίου, άρα δεν προκύπτει ότι αποφάσισε αυτός για τον εαυτό του. Αυτό, όπως είπαν, θα μπορούσε να το ισχυριστεί κάποιος αν η απόφαση είχε ληφθεί από το Διοικητικό Συμβούλιο και πρόσθεσαν:
Το Εποπτικό Συμβούλιο αποφασίζει για τον διορισμό του Διευθύνοντος Συμβούλου και αυτομάτως, εκ του καταστατικού, ο Διευθύνων Σύμβουλος εξελίσσεται στην ανώτατη ιεραρχική θέση και καταλαμβάνει τη θέση του Διευθυντή Δραστηριοτήτων, εφόσον είναι και εργαζόμενος της εταιρείας. Στην περίπτωση αυτή, το αρμόδιο εταιρικό όργανο, δηλαδή το Διοικητικό Συμβούλιο επικυρώνει και εγκρίνει με την απόφαση του την εξέλιξη αυτή, όπως έγινε και με τον κύριο Νίκα. Η Ν.Δ. όμως ισχυριζόμενη ότι το Εποπτικό Συμβούλιο είναι αναρμόδιο για την ιεραρχική εξέλιξη ενός εργαζομένου στην ανώτατη ιεραρχική βαθμίδα, προφανώς εννοεί ότι ένας εργαζόμενος της εταιρείας δεν θα μπορούσε ποτέ να αναλάβει τα καθήκοντα του Διευθύνοντος Συμβούλου, τακτική την οποία ακολούθησε η ίδια τα προηγούμενα χρόνια.
Ειδικότερα, ανέφεραν πως αντίστοιχη περίπτωση, όπου ο Διευθύνων Σύμβουλος ήταν και εργαζόμενος, υπήρξε το 2007, με τον κ. Γεώργιο Στεργίου. Τότε, όπως είπαν, δεν υπήρχε ακόμα Εποπτικό Συμβούλιο (δημιουργήθηκε το 2011) και την απόφαση είχε λάβει η Γενική Συνέλευση των Μετόχων (4/5/2007). Σύμφωνα με τους δύο υπουργούς, όχι μόνο είχε εγκρίνει την ιεραρχική εξέλιξη του κυρίου Στεργίου στην ανώτατη βαθμίδα αλλά:
Συμπερασματικά, οι κύριοι Τζανακόπουλος και Σταθάκης υποστήριξαν ότι στο παρελθόν, επί κυβέρνησης ΝΔ, η καταστατική πρόβλεψη ο Διευθύνων Σύμβουλος να είναι το ανώτατο εκτελεστικό όργανο αξιοποιήθηκε προκειμένου να αυξηθούν οι αποδοχές υψηλόβαθμων στελεχών, ανεξάρτητα αν ασκούσαν ή είχαν ασκήσει ποτέ τον ρόλο του Διευθύνοντος Συμβούλου.
Επιπλέον, όπως σημείωσαν, το Εποπτικό Συμβούλιο που είχε διοριστεί από την προηγούμενη κυβέρνηση, επιχείρησε να αυξήσει τις αποδοχές των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου.
Τόνισαν ότι η σημερινή Διοίκηση του ΔΕΣΦΑ, αξιοποίησε το ανθρώπινο δυναμικό της Εταιρείας, χωρίς να υπάρξει αύξηση αποδοχών του στελέχους που έγινε Διευθύνων Σύμβουλος και εγκαταλείποντας κάθε λογική αύξησης των απολαβών των Μελών του Διοικητικού Συμβουλίου.