Με τον αρμόδιο υπουργό Οικονομικών Ευκλείδη Τσακαλώτο να σιωπά για τη συμφωνία στο Eurogroup την περασμένη Δευτέρα και τις Κοινοβουλευτικές Ομάδες του ΣΥΡΙΖΑ και των ΑΝΕΛ να βρίσκονται σε κατάσταση «ηθελημένης αφωνίας», αναμένοντας εξηγήσεις, το Μέγαρο Μαξίμου εξάγει την επιχειρηματολογία του στην αλλοδαπή.
Από την έντυπη έκδοση
Με τον αρμόδιο υπουργό Οικονομικών Ευκλείδη Τσακαλώτο να σιωπά για τη συμφωνία στο Eurogroup την περασμένη Δευτέρα και τις Κοινοβουλευτικές Ομάδες του ΣΥΡΙΖΑ και των ΑΝΕΛ να βρίσκονται σε κατάσταση «ηθελημένης αφωνίας», αναμένοντας εξηγήσεις, το Μέγαρο Μαξίμου εξάγει την επιχειρηματολογία του στην αλλοδαπή.
Την ίδια δε στιγμή, το «ελληνικό ζήτημα» απασχολεί τον γερμανικό Τύπο και προκαλεί εσωτερικούς κλυδωνισμούς στο «αδελφό» κόμμα του ΣΥΡΙΖΑ, το Die Linke, με στελέχη του να τάσσονται υπέρ και κατά του Grexit. Χθες, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Δημήτρης Τζανακόπουλος, σε συνέντευξή του στην ιταλική εφημερίδα «La Repubblica», υποστήριξε πως «η συμφωνία των Βρυξελλών είναι ξεκάθαρη: Η εποχή των θυσιών έχει τελειώσει», σημείωσε πως «η κυβέρνησή μας έχει δεσμευτεί να κάνει τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που χρειάζονται για να δώσουν ώθηση στην οικονομία της χώρας» και παρατήρησε ότι «θα το πράξουμε -σε συμφωνία με τους θεσμούς- με ένα σχέδιο φορολογικών παρεμβάσεων που θα είναι ουδέτερο».
Ο κ. Τζανακόπουλος παραδέχτηκε ότι «δεν υπάρχει προκαθορισμένη ημερομηνία για την ολοκλήρωση των διαπραγματεύσεων, αλλά όλοι είμαστε σύμφωνοι για την επίτευξη τελικής συμφωνίας το συντομότερο δυνατόν. Η άποψή μου είναι ότι θα πρέπει να γίνουν όλα πριν από τις γαλλικές εκλογές. Και είμαι βέβαιος ότι μπορεί να γίνει». Ο ίδιος επισήμανε πως η Αθήνα ζητεί στην τελική συμφωνία να περιλαμβάνεται «ένα σοβαρό μεσοπρόθεσμο σχέδιο που να καθιστά το χρέος λιγότερο επαχθές και το οποίο να καθορίζει πιο ρεαλιστικούς στόχους για τον προϋπολογισμό».
Ως «βήμα αποκατάστασης της εμπιστοσύνης» στην ελληνική οικονομία αξιολογεί τη συμφωνία η βουλευτής ΣΥΡΙΖΑ -και πρόεδρος της Διαρκούς Επιτροπής Παραγωγής και Εμπορίου- Χαρά Καφαντάρη, η οποία υποστήριξε πως «δημιουργείται ένα σαφές τοπίο για τα επόμενα δύο χρόνια. Οι επενδύσεις θα ωθήσουν την ανάπτυξη που συνεπάγεται και νέες θέσεις εργασίας και είναι ένα κλειδί για την έξοδο από την κρίση και την επιτροπεία». Σε υψηλούς τόνους, ο βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ Νίκος Μανιός παραδέχτηκε πως «δεν μπορεί να προεξοφλήσει κανείς από εδώ και πέρα τι θα γίνει» (ρ/σ North 98) και δίνοντας το μέτρο της αμηχανίας στις τάξεις των κυβερνητικών βουλευτών, σημείωσε: «Δεν συμφωνήθηκαν μέτρα, μειώσεις στο αφορολόγητο κ.λπ. Το τι θα έρθει εμείς δεν έχουμε εικόνα, έχουμε την εικόνα την επίσημη να βγαίνει ο Ντέισελμπλουμ και να λέει πως είμαστε σε καλό δρόμο. Μείωση στις συντάξεις ή άλλο, είναι πακέτο λιτότητας. Άρα, αυτό δεν μπορεί να υπάρχει, γιατί ξέρει ότι δεν μπορεί να ψηφιστεί από την ελληνική κυβέρνηση. Αν προσδοκούν να έρθει μια άλλη κυβέρνηση να τα ψηφίσει, τότε ας αναλάβουν την ευθύνη των πράξεών τους».
Άκρως επιφυλακτικός για τις εξελίξεις, ο ευρωβουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ Κώστας Χρυσόγονος επισήμανε: «Φοβάμαι ότι τα Eurogroup του Μαρτίου και του Απριλίου είναι χαμένα, πάμε γι’ αυτά στις 22 Μαΐου ή στις 15 Ιουνίου, όπου στο δεύτερο θα είμαστε με το πιστόλι στον κρόταφο».
Ο γερμανικός Τύπος
Τα γερμανικά ΜΜΕ παρακολουθούν στενά την πορεία του «ελληνικού ζητήματος», συνδέοντάς το με το ενδεχόμενο κυβερνητικής αλλαγής. «Τήρηση του προγράμματος ή νέος πρωθυπουργός» είναι ο τίτλος σχολίου στη «Suddeutsche Zeitung» αναφορικά με τα διλήμματα ενώπιον των οποίων βρίσκεται και πάλι η Ελλάδα, επτά χρόνια μετά το ξέσπασμα της κρίσης.
Στο δημοσίευμα υπογραμμίζεται: «Στην Ελλάδα εδώ και τόσο καιρό οι μεταρρυθμίσεις προχωρούν με μικρή επιτυχία, με αποτέλεσμα να προκαλούν εύκολα το εξής ερώτημα: Μπορεί εντέλει η χώρα να σωθεί; Οι Ευρωπαίοι δανειστές ρίχνουν σε κάθε περίπτωση χρήματα στον ελληνικό κορβανά, αλλά ο λαός γίνεται όλο και πιο φτωχός. Η οικονομία έχει συρρικνωθεί κατά ένα τέταρτο. Όσοι έχουν λάβει καλή εκπαίδευση αναζητούν την τύχη τους στο εξωτερικό. Η τρέχουσα αξιολόγηση των μεταρρυθμιστικών βημάτων έχει εξελιχθεί σε τεράστιο δράμα. Εδώ και καιρό οι πολίτες διερωτώνται αν κάποιος άλλος πέρα από τον Αλέξη Τσίπρα μπορεί να υποσχεθεί έναν λιγότερο επώδυνο τρόπο για έξοδο από την κρίση.
Στη συνέχεια όμως τίθεται το ερώτημα: Αλλά χρειάζεται η χώρα μόνο μια άλλη κυβέρνηση, προκειμένου η πολιτική διάσωσης να στεφθεί τελικά με επιτυχία; Αυτή την ψευδαίσθηση δεν πρέπει να έχει κανείς στο Βερολίνο». Κατά την εφημερίδα, «το μεγαλύτερο πλεονέκτημα του Τσίπρα ήταν ότι επί πρωθυπουργίας του αποφεύχθηκε η κοινωνική αναταραχή».