Η κυβέρνηση αποδέχθηκε τελικά τον όρο να νομοθετήσει από τώρα επιπλέον μέτρα για την περίοδο μετά το 2018, γεγονός που βάζει ξανά το ΔΝΤ στο τραπέζι των διαβουλεύσεων, στο πλαίσιο της δεύτερης μαραθώνιας αξιολόγησης του προγράμματος, γράφει ο Βασίλης Κωστούλας.
Από την έντυπη έκδοση
Του Βασίλη Κωστούλα
[email protected]
Η κυβέρνηση αποδέχθηκε τελικά τον όρο να νομοθετήσει από τώρα επιπλέον μέτρα για την περίοδο μετά το 2018, γεγονός που βάζει ξανά το ΔΝΤ στο τραπέζι των διαβουλεύσεων, στο πλαίσιο της δεύτερης μαραθώνιας αξιολόγησης του προγράμματος.
Προκειμένου να υποστηρίξει με τον πιο ανώδυνο επικοινωνιακά τρόπο τη μεταστροφή από τη θέση ότι η προληπτική νομοθέτηση μέτρων δεν είναι απλώς πολιτικά αδύνατη αλλά σχεδόν αντισυνταγματική, περιτυλίγει τη χθεσινή συμφωνία για την επιστροφή των θεσμών στην Αθήνα με το αφήγημα ότι τα νέα μέτρα θα έχουν «απολύτως ουδέτερο δημοσιονομικό ισοζύγιο».
«Ένα ευρώ φόρος εδώ; Ένα ευρώ μείωση φόρου εκεί», έλεγε χαρακτηριστικά χθες κορυφαίος υπουργός της κυβέρνησης. Μα, αν είναι έτσι, τότε ποιος ο λόγος για αυτά τα μέτρα; Το ερώτημα είναι βεβαίως ρητορικό.
Στη χθεσινή απόφαση του Eurogroup αναφέρεται ρητά ότι στο πλαίσιο της αξιολόγησης «τα εκκρεμή ζητήματα αφορούν τη μεσοπρόθεσμη δημοσιονομική στρατηγική, από το 2018 και μετά, καθώς και τη μεταρρύθμιση της αγοράς εργασίας».
Η αλήθεια είναι ότι ο πρόεδρος του Eurogroup Γερούν Ντέισελμπλουμ, υπουργός Οικονομικών της Ολλανδίας, η οποία στήνει κάλπες σε 20 ημέρες, επιχείρησε αρχικά να χρυσώσει το χάπι για λογαριασμό της ελληνικής κυβέρνησης, με προφανή στόχο τη διευκόλυνση της διαδικασίας.
Περιγράφοντας το πακέτο των μέτρων που θα σηματοδοτήσουν την ολοκλήρωση της αξιολόγησης, ανέφερε ότι θα δοθεί έμφαση στις «διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις». Στη συνέχεια, ωστόσο, εξήγησε ότι οι «διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις» αυτές θα πρέπει να έχουν δημοσιονομικό αποτέλεσμα.
Εξάλλου διευκρίνισε, απαντώντας στις ερωτήσεις των δημοσιογράφων, ότι ο ίδιος δεν μίλησε ποτέ για τερματισμό της λιτότητας, προσθέτοντας ότι υπάρχει ακόμη «πολλή δουλειά» πριν από μια τελική συμφωνία με την ελληνική κυβέρνηση, γεγονός το οποίο επεσήμανε και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο.
Η ελληνική κυβέρνηση η οποία βρίσκεται σε πολιτικό αδιέξοδο και οι Ευρωπαίοι πιστωτές που επιχειρούν να τη διευκολύνουν στο πλασάρισμα ενός ακόμη πακέτου περιοριστικών μέτρων, ελλείψει επενδύσεων στην Ελλάδα, επινόησαν όλοι μαζί πολλούς διαφορετικούς τρόπους για να εξηγήσουν ότι ικανοποιούν τον όρο του ΔΝΤ για επιπλέον δημοσιονομικά μέτρα, τα οποία θα διασφαλίσουν πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ και μετά το 2018.