Πολιτική
Τετάρτη, 23 Φεβρουαρίου 2005 14:10

Εν αναμονή της απάντησης της Ε.Ε. για το «βασικό μέτοχο»

«Εκείνο που μετράει είναι η πεποίθηση της ελληνικής κυβέρνησης», υπογράμμισε σήμερα στο pressroom ο αναπληρωτής κυβερνητικός εκπρόσωπος, Βαγγέλης Αντώναρος, ερωτηθείς σχετικά με το θέμα του «βασικού μετόχου» και το κατά πόσο συνάδει με το κοινοτικό Δίκαιο. «Είναι καιρός να σταματήσει η πρωτοφανής προσπάθεια διαστρέβλωσης της πραγματικότητας», δήλωσε ο κ. Αντώναρος, αναφερόμενος σε δημοσιεύματα του Τύπου σχετικά με το νόμο περί βασικού μετόχου, τονίζοντας πως δεν έχουν καμία σχέση με την πραγματικότητα.

«Δεν πρόκειται να σταλεί καμία επιστολή» στην Ε.Ε., συμπλήρωσε ο κ. Αντώναρος, σε ερώτηση για το αν η κυβέρνηση θα υποβάλει γραπτώς διευκρινίσεις για το θέμα.

Από την πλευρά του, ο υπουργός Επικρατείας, Θεόδωρος Ρουσόπουλος, σε δηλώσεις του για το θέμα της συμβατότητας του νόμου με το κοινοτικό Δίκαιο, έκανε λόγο για διαστρέβλωση της πραγματικότητας, ενώ όπως επισήμανε η δημοσιοποίηση των επαφών Κομισιόν – Κυβέρνησης θα αποτελούσε καταστρατήγηση των κανόνων στο πλαίσιο της Ε.Ε.. «Φύγαμε ήσυχοι από αυτή τη συνάντηση», δήλωσε χαρακτηριστικά ο κ. Ρουσόπουλος, αναφερόμενος στη συνάντηση με το γενικό διευθυντή της αρμόδιας υπηρεσίας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για θέματα εσωτερικής αγοράς Α. Σάουμπ.

Αξίζει πάντως να σημειωθεί ότι ο υφυπουργός Οικονομικών, Χρήστος Φώλιας, σε δηλώσεις του στο ραδιοφωνικό σταθμό Flash για το θέμα του «βασικού μετόχου», ανέφερε πως το κοινοτικό Δίκαιο στην πράξη, υπερισχύει του εθνικού και συνταγματικού Δικαίου. Η Κομισιόν ούτε δέχθηκε, ούτε απέρριψε το νόμο για το «βασικό μέτοχο», δήλωσε ο κ. Φώλιας.

«Η απάντηση της Ευρωπαϊκής Ενωσης στο θέμα του νόμου για τον “βασικό μέτοχο” θα έρθει από την ίδια την Ε. Ε. και ας περιμένουν κάποιοι», δήλωσε από την πλευρά του ο υπουργός Εσωτερικών, Προκόπης Παυλόπουλος, μετα τη συνεδρίαση της Κυβερνητικής Επιτροπής.

«Τα όσα λέγονται περί όρων, προϋποθέσεων, προθεσμιών και άλλα τέτοια είναι διαστρέβλωση της πραγματικότητας της οποίας όλοι καταλαβαίνουν και την προέλευση και τη σκοπιμότητα», είπε ο κ. υπουργός και πρόσθεσε: «Το ζήτημα το μεγάλο είναι, γιατί όλοι αυτοί που σήμερα αναδεικνύουν αυτή τη διαστροφή της πραγματικότητας δεν είχαν να πουν τίποτε όταν η προηγούμενη κυβέρνηση, γιατί είναι γνωστό ότι τις αντιρρήσεις αυτές η Ε.Ε. τις είχε διατυπώσει πριν, δεν φρόντισε να υπερασπιστεί τη χώρα και γιατί κάποιοι δεν ανησυχούσαν τότε».

«Ας περιμένουν την απάντηση της Ε.Ε.. Εμείς γνωρίζουμε την τακτική, τη γνωρίζαμε και στο θέμα των συμβασιούχων, όπου υπήρχε η απόλυτη σιωπή, όταν είχε εκφράσει η Ε.Ε. αντιρρήσεις, απόλυτη σιωπή επίσης και όταν λύθηκε το πρόβλημα από αυτή την κυβέρνηση και η υπόθεση ετέθη από την Ε.Ε. στο αρχείο», συμπλήρωσε ο κ. Παυλόπουλος.

Ωστόσο, απαντώντας σε ερώτηση της ευρωβουλευτού του ΠΑΣΟΚ Κατερίνας Μπατζελή, σχετικά με την εφαρμογή της Οδηγίας για τις Υπηρεσίες σε συνδυασμό με την εφαρμογή της εθνικής νομοθεσίας περί βασικού μετόχου, ο ιρλανδός Επίτροπος Εσωτερικής Αγοράς και Υπηρεσιών, Charlie Mc Creevy, δήλωσε ότι σε ό,τι αφορά τις κατασκευαστικές εταιρείες και τη συμμετοχή τους σε δημόσια έργα και συμβάσεις, αυτή ορίζεται με σαφή τρόπο από κοινοτικές Οδηγίες, η εφαρμογή των οποίων δεν μπορεί να περιορίζεται από καμία εθνική νομοθεσία, ακόμα και αν αυτές οι εταιρείες έχουν πολυκλαδικό χαρακτήρα».

«Για ό,τι αφορά τους υπόλοιπους τομείς υπηρεσιών και επιχειρήσεων οι ελληνικές αρχές είναι ενήμερες για τις απαιτήσεις της Οδηγίας περί Υπηρεσιών και πρέπει να προσαρμοστούν ώστε να μην παρεμποδίζεται η ολοκλήρωση της εσωτερικής αγοράς», πρόσθεσε.

Τέλος, ο πρόεδρος του ΣΕΒ, Οδυσσέας Κυριακόπουλος εκφράζοντας για ακόμη μία φορά την αντίθεση του ΣΕΒ στο νόμο για το «βασικό μέτοχο», απέδωσε στην κυβέρνηση πολιτικά κριτήρια για την ψήφιση του νόμου. «Η κυβέρνηση δεν κοίταξε το κόστος των μέτρων του νόμου για την ανάπτυξη και την επιχειρηματικότητα. Δεν κοίταξε τις επιπτώσεις στην επιχειρηματική δραστηριότητα», σημείωσε ο κ. Κυριακόπουλος.

Ο πρόεδρος του ΣΕΒ υπογράμμισε πως ο νόμος είναι εκτός κάθε ευρωπαϊκού δεδομενου, τονίζοντας πως σε καμία ευρωπαϊκή χώρα δεν εξετάζονται οι σχέσεις συγγένειας, μέχρι 3ου βαθμού, μετόχων εταιρειών, ούτε επηρεάζουν οι επιχειρηματικές δραστηριότητες ενός ατόμου τις αντίστοιχες δραστηριότητες κάποιου συγγενή του.

Οι διατάξεις του νόμου για το «βασικό μέτοχο» δεν συνάδουν με το ευρωπαϊκό Δίκαιο ενώ «κινδυνεύουμε και με επιστροφή κοινοτικών πόρων», επισήμανε ο κ. Κυριακόπουλος κάνοντας λόγο για μείωση της ανταγωνιστικότητας και αδυναμία προσέλκυσης ξένων επενδύσεων, λόγω του «βασικού μετόχου».