Κόσμος
Τρίτη, 01 Μαρτίου 2005 18:12

Ζητούνται επειγόντως δράσεις

Παρά το ότι ευρέως πιστεύεται πως η παιδική φτώχεια στις πλούσιες χώρες είναι σε σταθερά καθοδική πορεία, έκθεση του κέντρου ερευνών της UNICEF, που δόθηκε στη δημοσιότητα την 1η Μαρτίου 2005, διαπιστώνει πως μόνο σε τέσσερις χώρες υπήρξε σημαντική μείωση από τις αρχές του 1990: Αυστραλία (από 16,4% σε 14,7%), Νορβηγία (από 5,2% σε 3,4%), Ηνωμένο Βασίλειο (από 18,5% σε 15,4%) και ΗΠΑ (από 24,3% σε 21,9%) αν και στο σχετικό πίνακα κατάταξης, μόνο το Μεξικό βρίσκεται σε πιο δεινή θέση.

Δανία και Φινλανδία έχουν ποσοστά παιδικής φτώχειας μικρότερα του 3%.

Η Ελλάδα (12,4%), η Ιρλανδία (15,7%), η Ιταλία (16,6%), η Πορτογαλία (15,6%) και η Ισπανία (13,3%), όχι μόνο καταμερίζουν μικρό ποσοστό των κρατικών δαπανών σε κοινωνικές παροχές γενικά, αλλά αυτές οι παροχές παίζουν μικρότερο ρόλο στην προστασία των οικογενειών χαμηλού εισοδήματος.

Σε αυτές τις πέντε χώρες, που παρουσιάζουν υψηλά ποσοστά παιδικής φτώχειας, οι κρατικοί πόροι που προορίζονται για εκείνους που έχουν χαμηλά εισοδήματα επικεντρώνονται σε ανθρώπους ηλικίας άνω των 50 ετών.

Εν τούτοις, η Ελλάδα παρουσιάζει μείωση -έστω και μικρή- του ποσοστού παιδικής φτώχειας, από 12,7% στις αρχές της δεκαετίας του 1990 σε 12,4% στα τέλη της δεκαετίας (σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα συγκρίσιμα στοιχεία που χρησιμοποιεί η έκθεση).

Η Νορβηγία είναι η μόνη χώρα, όπου η παιδική φτώχεια περιγράφεται ως «πολύ χαμηλή και σε συνεχή πτώση».

Η έρευνα βρίσκει πως τρεις βασικές δυνάμεις -κοινωνικές τάσεις, συνθήκες αγοράς εργασίας και κρατικές πολιτικές- αποτελούν τους κύριους καθοριστικούς παράγοντες των επιπέδων παιδικής φτώχειας.

Ειδικότερα, οι κρατικές δεσμεύσεις για την καταπολέμηση της φτώχειας και οι πολιτικές που εφαρμόζονται, μπορεί να διαφοροποιήσουν σημαντικά την κατάσταση. Οι σημαντικές διαφορές, ακόμα και μεταξύ κυβερνήσεων που έχουν σε γενικές γραμμές παρόμοια επίπεδα δαπανών, καταδεικνύουν πως όχι μόνο το μέγεθος αλλά επίσης και η φύση του καταμερισμού των δαπανών παίζουν ρόλο.

Η έκθεση υποδεικνύει πως πολλές χώρες του ΟΟΣΑ φαίνεται πως θα είχαν τη δυνατότητα να μειώσουν την παιδική φτώχεια κάτω από το 10% χωρίς σημαντική αύξηση στις συνολικές δαπάνες.

Κατά μέσο όρο, οι κρατικές παρεμβάσεις διαπιστώνεται πως μειώνουν κατά 40% τα ποσοστά παιδικής φτώχειας που θα αναμένονταν να προκύψουν μόνο από τις δυνάμεις της αγοράς.

Κυβερνητικές πρωτοβουλίες σε χώρες με τα χαμηλότερα επίπεδα παιδικής φτώχειας στον κόσμο μειώνουν αυτή τη «φτώχεια της αγοράς» κατά 80% ή και περισσότερο, συμπεραίνει η έρευνα: Δανία (από 11,8% προ κυβερνητικών παρεμβάσεων σε 2,4% μετά απ' αυτές), Φινλανδία (από 18,1% προ κυβερνητικών παρεμβάσεων σε 2,8%) και Νορβηγία (από 15,5% προ κυβερνητικών παρεμβάσεων σε 3,4% ).

Στην Ελλάδα υπάρχει επίσης σημαντική επίδραση των κρατικών παρεμβάσεων, αφού τα αντίστοιχα ποσοστά είναι 18,5% πριν τις κρατικές παρεμβάσεις και 12,4% μετά από αυτές.

Το ποσοστό των παιδιών που ζουν σε «σχετική» φτώχεια ορίζεται ως νοικοκυριά με εισόδημα κάτω του 50% του μέσου εθνικού εισοδήματος. Το όριο χαμηλού εισοδήματος είναι 50% του μέσου εισοδήματος για όλο τον πληθυσμό.

Πηγή: UNICEF