Ένας από τους κορυφαίους jazz τραγουδιστές της σύγχρονης αμερικάνικης σκηνής, που είναι, επίσης, κιθαρίστας, τραγουδοποιός, συνθέτης, παραγωγός, αλλά και ηθοποιός με διακρίσεις, ο Allan Harris, επισκέπτεται για πρώτη φορά την Ελλάδα και μας μιλά για τις συναυλίες του στην Αθήνα.
Γιώργος Σ. Κουλουβάρης
[email protected]
Ένας από τους κορυφαίους jazz τραγουδιστές της σύγχρονης αμερικάνικης σκηνής, που είναι, επίσης, κιθαρίστας, τραγουδοποιός, συνθέτης, παραγωγός, αλλά και ηθοποιός με διακρίσεις, ο Allan Harris, επισκέπτεται για πρώτη φορά την Ελλάδα και μας μιλά για τις συναυλίες του στην Αθήνα.
Ο «Nat King Cole του 21ου αιώνα», όπως τον χαρακτηρίζουν, αφού το ταλέντο του αλλά και η ερμηνευτική του στάση φέρνουν έντονα στο μυαλό τον θρυλικό ερμηνευτή, θα εμφανιστεί με την μπάντα του στο Half Note Jazz Club, από σήμερα, Παρασκευή 20, έως και τη Δευτέρα 23 Ιανουαρίου.
Με πολλές διακρίσεις και βραβεύσεις από περιοδικά της jazz, ο σπουδαίος αυτός τραγουδιστής από το Μπρoνξ, ο οποίος θεωρείται top στο σύγχρονο jazz vocal και βρίσκεται στο απόγειο της καριέρας του, μιλά για τις συναυλίες του και για την εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ.
Πώς προέκυψε η επίσκεψή σας στην Ελλάδα;
Χμ, αυτό δεν το ξέρω ακριβώς εγώ, και, μάλλον, θα έπρεπε να ερωτηθούν η μάνατζέρ μου κι ο ατζέντης μου! Ξέρω, όμως, ότι είμαι ενθουσιασμένος που, τελικά, συμβαίνει! Είχα, άλλωστε, για πάρα πολλά χρόνια, εκφράσει την επιθυμία να βρεθώ στην Ελλάδα για συναυλίες, αλλά, για κάποιον λόγο, δεν συνέβαινε. Είμαι πολύ χαρούμενος που θα έρθω σε πρώτη επαφή με το κοινό στη χώρα σας και, ιδιαίτερα, σε ένα ιστορικό club, όπως το Half Note, για το οποίο ακούω όμορφα πράγματα εδώ και πάρα πολύ καιρό.
Για την Ελλάδα, γνωρίζω αρκετά, αλλά, τα τελευταία χρόνια, πιστεύω ο κόσμος ακούει περισσότερα για αυτήν για τους λάθος λόγους, όπως τα προβλήματα οικονομικού χαρακτήρα που αντιμετωπίζει, και όχι για την ιστορία της, το ανθρώπινο δυναμικό της ή την ομορφιά της. Ανυπομονώ να βρεθώ εκεί και να ενωθώ με το κοινό σας μέσω των τραγουδιών μου.
Τι θα παρουσιάσετε στο ελληνικό κοινό;
Συνήθως, δεν ξέρω από πριν τι θα παρουσιάσω, αλλά, στις εμφανίσεις μου στην Αθήνα, μια και είναι οι πρώτες, θα παίξουμε, κατά κύριο λόγο, μουσική από τις τελευταίες δύο δισκογραφικές μου δουλειές, το “Black Bar Jukebox” και το “Nobody is gonne love you better”. Τα κομμάτια από αυτές τις δύο ηχογραφήσεις περιλαμβάνουν πολύ διαφορετικά είδη, αλλά τα έχουμε ηχογραφήσει με jazz “άρωμα”. Κλασσικά κομμάτια των Steely Dan ή του Jimmy Hendrix τα παίζουμε με τον δικό μας μοναδικό τρόπο. Την ίδια στιγμή, οι δικές μου συνθέσεις και κομμάτια όπως τα “Mothers love”, “Blues was angry”, “Swing”, “Secret moments”, είναι προσαρμοσμένα σε μία συνεχή εναλλαγή από το swing στην μπαλάντα, από το groove στο blues και την jazz, με λίγες μουσικές αποχρώσεις Βραζιλίας!
Πώς ξεκινήσατε την καλλιτεχνική σας πορεία και ποια στιγμή στάθηκε καθοριστική για την εξέλιξή της;
Μάλλον, τον πιο σημαντικό και αποφασιστικό ρόλο στην επιλογή μου να ασχοληθώ με τη μουσική έχει η παιδική μου ηλικία και η επιρροή των γονιών μου σε αυτήν την απόφαση. Η οικογένεια, από την οποία είχα την τύχη να έρθω στη ζωή, χρησιμοποίησε την μουσική, για να μου δείξει μία γωνία, από την οποία θα πρέπει να βλέπω τη ζωή την ίδια. Οι ελπίδες και το όνειρά τους για μένα, πέρα από την καθολική τους αγάπη και υποστήριξη, συνοδεύονταν πάντα κι από ένα τραγούδι, μια μελωδία από έναν δίσκο ή ένα ραδιόφωνο.
Χωρίς εμμονές και προκαταλήψεις, χαμηλόφωνα, αλλά με πολύ ανοικτούς ορίζοντες (μουσικά εννοώ), με έφεραν σε επαφή με τον Bach, αλλά, ταυτόχρονα, και με τον Nat Κing Cole, τον Strauss, τον Ellington, τον Armstrong, τον Hank Williams, την όπερα και το blues. Η μητέρα μου, άλλωστε, ήταν κλασική πιανίστρια, και η θεία μου επίσης, και είχαν φοιτήσει στο New York School of Performing Arts. Θα έλεγα, αποφασιστική στιγμή για μένα ήταν, όταν κατάλαβα και πείστηκα από τη μητέρα μου ότι μπορούσα να ερμηνεύσω ένα τραγούδι - το “Blue velvet” συγκεκριμένα - με τον δικό μου προσωπικό τρόπο. Με την υπομονή και την αγάπη της, με έμαθε να πειθαρχώ, αλλά και να “λύνομαι”, ώστε να μπορώ να αναδείξω τα ταλέντα που είχα μέσα μου. Τα υπόλοιπα ήρθαν με πολύ αγώνα, αλλά φυσιολογικά.
Πώς αισθάνεστε για την τροπή, που πήραν τα πράγματα στις ΗΠΑ, με την εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ;
Είμαι πολύ ανήσυχος από την εξέλιξη αυτή, για όλον τον κόσμο, αφού δεν πρέπει να σκεφτόμαστε μόνο το τι σημαίνει για εμάς. Άλλωστε, ποιος καλλιτέχνης μπορεί να σκεφθεί ένα κόσμο με …τοίχους! Θα ήθελα να μην σκέπτομαι πολύ τα ρίγη που φέρνουν στη σπονδυλική μου στήλη, όταν ακούω αυτόν κι αυτούς που τον ακολουθούν να λένε τη φράση “θα κάνουμε την Αμερική σπουδαία ξανά”! Μετά τα όσα ακούστηκαν στην καμπάνια τους, για έναν έγχρωμο σαν κι εμένα, αυτά ηχούν σαν απειλή αναβίωσης άρνησης θεμελιωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων, επαναφοράς φυλετικών διακρίσεων κι άλλων τέτοιων φρικωδών καταστάσεων και διαχωρισμών τύπου Jim Crow.
Ελπίζω να αποδειχτούν απλά λόγια όλα αυτά και να μη συνοδευτούν από πράξεις. Θα περίμενα από την καινούργια διοίκηση να σεβαστεί τα ανθρώπινα δικαιώματα και τις κατακτήσεις όλων των ανθρώπων κι όχι μόνο των Αμερικανών πολιτών. Όμως φοβάμαι, φοβάμαι πολύ τι είδους δηλητήριο μπορεί να χυθεί και τι συνέπειες θα έχει αυτό.
Συντελεστές
Allan Harris: vocals - guitar, Pascal LeBoeuf: piano - organ - keys, Leon Boykins: bass, Shirazette Tinnin: drums.
Πληροφορίες
Half Note Jazz Club: Τριβωνιανού 17, Μετς - Αθήνα, τηλ. κρατήσεων: 210 9213310. Ώρα έναρξης: Παρασκευή και Σάββατο: 22.30, Κυριακή και Δευτέρα: 21.30. Τιμές εισιτηρίων: Α΄ ζώνη: 30 ευρώ, Β΄ ζώνη: 25 ευρώ, μπαρ: 20 ευρώ, τη Δευτέρα 23 Ιανουαρίου, έκπτωση 5 ευρώ σε όλες τις ζώνες, για κατόχους κάρτας ανεργίας και φοιτητές. Προπώληση εισιτηρίων: καταστήματα: Public, Seven Spots, Reload Stores, Media Markt, βιβλιοπωλεία Ευριπίδης, ηλεκτρονικά: halfnote.gr, viva.gr και artinfo.gr.