Την ανάγκη της αλλαγής που ξεκινά από τον πολίτη και φθάνει μέχρι το κράτος επισημαίνει σε άρθρο του με τίτλο «Τελειώνει η Ελλάδα. Το δικό μας καθήκον;» ο Γιάννος Γραμματίδης, πρόεδρος του κόμματος Νέα Πορεία Νέα Ελλάδα.
Την ανάγκη της αλλαγής που ξεκινά από τον πολίτη και φθάνει μέχρι το κράτος επισημαίνει σε άρθρο του με τίτλο «Τελειώνει η Ελλάδα. Το δικό μας καθήκον;» ο Γιάννος Γραμματίδης, πρόεδρος του κόμματος Νέα Πορεία Νέα Ελλάδα.
Αναλυτικά το άρθρο:
Θέλω να διαβεβαιώσω κάθε αναγνώστη ότι ο σκοπός μου σήμερα δεν είναι κομματικός, είναι καθαρά εθνικός και δεν με απασχολούν αυτην την ώρα πολιτικές σκοπιμότητες. Αντίθετα αναμένω και οξύτατες κριτικές σε αυτό μου το κείμενο που όμως τις θεωρώ αναμενόμενες κι απόλυτα δικαιολογημένες από τις κατωτέρω αναφορές μου τις οποίες όμως σθεναρά κι αταλάντευτα στηρίζω. Η αυτόγνωσία άλλωστε είναι βασικός πυλώνας της ζωής όπως είναι και η αξιοπρέπεια, στοιχεία με τα οποία δεν κάνω συμβιβασμούς. Γι’ αυτό και οι γραμμές πού ακολουθούν είναι μια κραυγή αγωνίας για το μέλλον τού τοπου, αλλά κι ένα σάλπισμα αλλαγής, γενικευμένης αλλαγής πού ξεκινα από τον πολίτη και φθάνει μέχρι το κράτος.
Υπό το κράτος λοιπόν μεγάλης αγωνίας που πηγάζει από την απόλυτη γνώση της ελληνικής πραγματικότητας, γράφω αυτές τις γραμμές που απευθύνονται σε κάθε γνήσιο Έλληνα και σε κάθε γνήσια Ελληνίδα.
Μιας πραγματικότητας που μετριέται μόνη της με όσους δείκτες έχουν απομείνει ενεργοί, με τα συντρίμμια επιχειρήσεων σε όλη τη χώρα, με αποδεκατισμένη την ραχοκοκαλιά της οικονομίας που είναι οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις, με λαβωμένο τον παραγωγικό ιστο ιδιαίτερα όσον αφορά τα διεθνώς εμπορεύσιμα προϊόντα όπου όσα έχουν απομείνει σαν ποσοστο τού ΑΕΠ δεν μπορούν να παίξουν τον ρόλο τους, με τον ακόμα και σήμερα αυστηρό έλεγχο της διακίνησης χρήματος λόγω των capital controls πού εμποδίζει την οικονομική δραστηριότητα, με ένα τραπεζικό σύστημα αδύναμο να παρακολουθήσει, πολλώ δε μάλλον να οδηγήσει την οικονομία σε τροχιά κάποιας σχετικής αναπτυξης μέσα από την παροχή έστω κι ελάχιστης ρευστοτητας και, τέλος, με ένα πληθυσμό που έχει χάσει την πραγματική και ίσως και την εικαζόμενη καταναλωτική του δυνατοτητα αδυνατωντας πλέον να συμβάλλει σε μιας μορφής οικονομική κινητικότητα.
Κι αν οι πολίτες αδυνατούν να καταβάλουν άλλους φόρους, τοτε το κράτος αδυνατεί μιας και η λειτουργία του εξαρτάται από την είσπραξή τους. Μιας πραγματικότητας που μετριέται επίσης, κι αυτό είναι το χειρότερο, και από άλλους με τα βολικά γι αυτόύς μέτρα των μνημονίων όπως αυτά υπογράφηκαν από τις ελληνικές κυβερνήσεις από το 2010 μέχρι σήμερα, απόλυτη συνθηκολόγηση με μια πραγματικότητα που στηρίζεται σε υπογραφές και κρατικές σφραγίδες κι έτσι pacta sunt servanda.
Οι άνθρωποι δεν μετρούν, μετρούν πια μόνο οι αριθμοί και η προσήλωση σε αυτούς.
Το εάν όμως οι συμβάσεις αυτές συμφωνήθηκαν και υπογράφηκαν τελικά από γραφικούς, άπειρους, φιλελεύθερους θεωρητικούς διατεταγμένης πολιτικής υπηρεσίας ή και από αριστερούς θεωρητικούς της ατέλειωτης μηδενικού αποτελέσματος άσκησης, ή τέλος από φτηνούς παραδοσιακούς πολιτικάντηδες χωρίς ουσιαστικές διαπραγματεύσεις και χωρίς κάν πολλές φορές αναγνωση των ιδιων των κειμένων, χωρίς να υπάρχει ισορροπία αναμεσα σε μέτρα δημοσιονομικού και αναπτυξιακού χαρακτήρα μέσα σέ αυτά, το εάν ακόμα δεν λήφθηκαν υπόψη οι πραγματικές συνθήκες και δυνατοτητες της ελληνικής οικονομίας, το εάν έπρεπε να πάμε στη λογική των δυναμικών αντί των αριθμητικών ισοδυναμων για το οποίο θα φωναζω μέχρι να πεθάνω, τέλος, το εάν έπρεπε να θυσιασθούν τα συνήθη θύματα, δηλαδή συνταξιούχοι και μισθωτοί, όλα αυτά δεν απασχολούν βέβαια κανέναν σήμερα, όπως δεν απασχολούσαν και τοτε.
Η Ελλάδα όμως είναι κυρίαρχο κράτος και συμβάσεις που πάσχουν στη βάση τους θα έπρεπε να τις ξαναεπισκέπτεται και να τις επαναξιολογεί. Και κάθε αξιόπιστος και σοβαρός αντισυμβαλλόμενος οφείλει να ανταποκριθεί. Γιατί τα κράτη δεν είναι εταιρίες, έχουν πολίτες, διεθνώς αναγνωριζόμενα δικαιώματα όπως και υποχρεώσεις. Και δεν συμπεριλαμβάνεται στις υποχρεώσεις αυτές η απαλλοτρίωση της εθνικής κυριαρχίας και περιουσίας ενός λαού από κυβερνήσεις που θα μπορούσαν να το αποφύγουν επιλέγοντας άλλες λύσεις και μεθόδους.
Ακούμε εξάλλου από την αξιωματική αντιπολίτευση περί ενός διαφορετικού μείγματος μέτρων, περί μεταρρυθμίσεων και μάλιστα πολύ περισσότερων για να τονωθεί η ανταγωνιστικότητα της οικονομίας και λέμε «μπράβο», αλλά η επέμβαση αυτή σε ποιό τάχα πτώμα και σε τί βάθος χρόνου θα γίνει; Με τί εργαλεία κι εξοπλισμό; Και κύρια με ποιό πολιτικό προσωπικό; Κανείς δεν καταλαβαίνει ότι ήδη η μυρωδιά της φορμόλης έχει γίνει αισθητή σε ολόκληρη τη χώρα;
Δεν το καταλαβαίνει το πολιτικό προσωπικό λόγω πραγματικής αδυναμίας ή γιατί μια τέτοια κατάσταση του δίνει ακόμα κάποιον ρόλο ύπαρξης, δεν το καταλαβαίνουν τα ΜΜΕ για τους δικούς τους λόγους ιδιαίτερα σήμερα πού το σκηνικό στον χώρο τους έχει αλλάξει κι έτσι μικρά και μεγάλα ΜΜΕ προσπαθούν να βρουν το ρόλο τους μέσα από την δικτύωση τους στο υπάρχον πολιτικό σύστημα μετρώντας και πολλές φορές καθορίζοντας δημοσκοπήσεις, δεν το καταλαβαίνει η ηγεσία της επιχειρηματικότητας πού διαιρεμένη όπως είναι αρκείται είτε σε ασκήσεις πολιτικής επιβίωσης είτε σε γενικόλογες παρεμβάσεις πού τονίζουν τα αυτόνόητα αντί συλλογικών δράσεων για την ανακούφιση των ανέργων και την στήριξη των επιχειρήσεων πού απόμειναν ενεργές με έμφαση σε νέα καινοτομα εργαλεία δουλειάς προσαρμοσμένα σέ μια αγορά απόλυτης έλλειψης ρευστοτητας και υψίστου επιχειρηματικού κινδύνου. Δηλαδή μόνον οι πολίτες το καταλαβαίνουν που το ζούνε στο πετσί τους (που όμως κι αυτοί δεν το εκφράζουν βυθισμένοι μέσα σε μια εγκληματική για τον τοπο απάθεια);
Αυτή που φοβούμαι ότι επίσης το καταλαβαίνει είναι η ίδια η κυβέρνηση που οδηγεί τη χώρα με γνώση και σε διατεταγμένη υπηρεσία προς την «απόλυτη λύση» που είναι είτε ο αφελληνισμός της μέσα από πολιτικές αλλοίωσης τού εθνικού φρονήματος, είτε η έξοδος από την Ευρωζώνη με ότι αυτό συνεπάγεται για τον ευρωπαϊκό προσανατολισμό της χώρας. Μεταξύ μας άλλωστε είναι τέτοια η κατάσταση της ελληνικής οικονομίας, με ζοφερό παρόν και ουσιαστικά χωρίς μέλλον, που έτσι κι αλλιώς δεν δικαιολογεί την ισότιμη παραμονή της Ελλάδας στην Ευρωζώνη.
Μια οικονομία σε αποσύνθεση, χωρίς υποδομές, χωρίς ανταγωνιστικότητα, αλλά με ένα βαθύ αρνητικής προδιάθεσης ψυχρού κράτους και με την διαφθορά να ροκανίζει την αξιοπρέπεια και την αξιοπιστία της χώρας. Μόνη ωφελημένη λοιπόν η κυβέρνηση από μια τέτοια εξέλιξη που ταιριάζει τόσο στην ιδεολογία της όσο όμως και στα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της ψυχοσύνθεσης των πολιτων πού είναι επιρρεπείς στο να ακολουθούν συνθήματα, ιδιαίτερα συνθήματα πού κατηγορούνται οι άλλοι πού πάντα φταίνε για το κατάντημα και τα δεινα της χώρας.
Όσο για την αξιωματική αντιπολίτευση, πεδίο λαμπρό να συνεχίσει να διαμαρτύρεται «εκ του ασφαλούς», ανεύθυνα και χωρίς να απαντάει στο βασικό ερώτημα: τί θα κάνει εάν οι θεσμοί αρνηθούν οποιαδήποτε αλλαγή των συμφωνηθέντων αν ποτέ καταφέρει να γίνει κυβέρνηση; Υπάρχει δε κι άλλο ερώτημα: πότε σκέπτεται να εφαρμόσει τις ανεπαρκείς της εξαγγελίες (που είναι ανεπαρκείς δήθεν χάριν της «αλήθειας»);
Πότε θα φύγει από τις ατυχείς συγκρίσεις μεταξύ της σημερινής και της προηγούμενης κυβέρνησης αναφερόμενη στο email Χαρδούβελη σαν λάβαρο αντί να ομολογεί ότι κι εκείνο ήταν κατάπτυστο και απόλυτα συνθηκολογημένο; Πόσος χρόνος θα περάσει από την εξαγγελία των δήθεν κοστολογημένων μέτρων της στη Θεσσαλονίκη μέχρι τότε που τυχόν γίνει κυβέρνηση (και μάλιστα ίσως όχι αυτόδύναμα αλλά με δεκανίκι που θα επιβαρύνει ακόμα περισσότερο την οποιαδήποτε πολιτική απόφαση, τον οποιοδήποτε πολιτικό σχεδιασμό); Αντιλαμβάνεται ότι φυσιολογικά αυτό θα συμβεί στο 2019 ή έστω και λίγο νωρίτερα όταν το μαγαζί «Ελλάς» θα έχει κλείσει οριστικά είτε λόγω της επιβάρυνσης της κοινωνίας από τον επερχόμενο κόφτη και τα επιπλέον μέτρα δημοσιονομικής πειθαρχίας είτε λόγω της επέλευσης της εξόδου της χώρας από την Ευρωζώνη ως τελικού αναπότρεπτου αποτελέσματος; Δεν άκουσα επίσης την αντιπολίτευση να αρθρώνει επιχειρήματα σχετικά με το πώς θα πείσει τούς δανειστές για την οποιαδήποτε αλλαγή των συμφωνιών.
Ποιο είναι το νέο καταλυτικό επιχείρημα πού θα τούς κατατροπώσει και θα τούς φέρει αντίθετα με την προδιάθεση των δικών τους πολιτών; Κι αν ακόμα αυτά τα επιχειρήματα υπάρξουν, ποιοί θα τα διαπραγματευθούν; Τα φαντάσματα τού κομματικού παρελθόντος, οι γραφικοί, οι Μαυρογιαλούρηδες ή τα πρωτοπαλίκαρα της δεξιάς, ή, τέλος, τα λάφυρα από τον χώρο της κεντροαριστεράς, οι «πεφωτισμένοι» της αποτυχίας των μεταπολιτευτικών πολιτικών πού σήμερα αναθαρρεύουν από τον ελληνικό κανόνα της σύντομης πολιτικής λήθης κι ετοιμάζονται να γατζωθούν από την διάδοχη τού Σύριζα κατάσταση για μια λάθρα επάνοδό τους στην ενεργό πολιτική;
Δεν άκουσα, τέλος, την αντιπολίτευση να αρθρώνει καν τη λέξη «Plan B’» που κάθε συνετος νοικοκύρης πρέπει να έχει στο μυαλό του κάθε στιγμή. Η αλήθεια είναι ότι δεν το άκουσα ούτε από την κυβέρνηση. Πολύ φοβάμαι ότι η μόνη απτή πραγματικότητα δεν μπορεί παρά να είναι υπό τις παρούσες συνθήκες το «Plan B’», αλλά τί αυτό περιλαμβάνει, πώς λειτουργεί, τί επιπτώσεις θα έχει για την οικονομία, για τούς πολίτες, για την εθνική μας κυριαρχία; Κανείς δεν ασχολείται μέ όλα αυτά πού όμως είναι προ των πυλών και δημιουργούν εύλογα ερωτήματα στους πολίτες πού ακόμα σκέπτονται. Όλα αυτά μεγαλώνουν την αγωνία μου.
Αυτή η πραγματικότητα όμως έχει ιστορία, παρόν και, πολύ φοβούμαι, μέλλον. Κι αν πρέπει να ασχοληθώ με την ιστορία, πιστέψτε με, δεν το κάνω για να αποδώσω ευθύνες, αλλά για να αποδείξω την μαθηματική πορεία προς το ζοφερό μέλλον. Για δεκαετίες ολόκληρες από την μεταπολίτευση κυρίως και μετά, συγκεκριμένοι κομματικοί μηχανισμοί κυβέρνησαν τη χώρα στη βάση πελατειακών σχέσεων που γιγάντωσαν και εν πολλοίς διέφθειραν τον δημόσιο τομέα, κυβερνήσεις μόνο παροχών που ενθάρρυναν τη συναλλαγή σε βάρος της ουσιαστικής ανάπτυξης της οικονομίας.
Κυβερνήσεις πού φύτεψαν στην Ελλάδα, στον δημόσιο βίο, τρισεκατομμύρια μικροδομών πού αποτρέπουν κι εμποδίζουν την ελεύθερη δραστηριότητα των πολιτών κι ενθαρρύνουν την συναλλαγή και την δεσπότική «ευλογία» τού κράτους δυνάστη. Κατασπατάληση του δημοσίου και του κοινότικού χρήματος από τούς επιτήδειους τού συστήματος και τούς αιώνιους κρατικοδίαιτους κομματικούς χορηγούς, επιδοτήσεις, πολιτικές παροχών, καθεστώς άτυπων κι άδηλων συναλλαγών, δραματική επιβάρυνση του ασφαλιστικού συστήματος.
Παράλληλα, παντελής έλλειψη στοχευσης της οικονομίας, κανένα στρατηγικό σχέδιο αναφοράς για την κατεύθυνση της οικονομίας, το απόλυτο χάος επιχειρηματικής δραστηριότητας χωρίς πυξίδα κι εργαλεία, με γενναιόδωρους αναπτυξιακούς νόμους χωρίς όμως και τους αναγκαίους ελεγκτικούς μηχανισμούς που γέμιζαν διαχρονικά την Ελλάδα με βιομηχανικά και βιοτεχνικά κουφάρια, γεγονός που άλλωστε οδήγησε στη φούσκα του 2009 υπό το βάρος της προηγηθείσας παγκόσμιας κρίσης που τράβηξε και το ελληνικό χαλί για να αποκαλυφθούν τα ελληνικά «χάλια».
Μια χώρα βασισμένη στο δανεισμό και στα κοινότικά κονδύλια όχι προς όφελος της οικονομίας και της χώρας αλλά για την διατήρηση των συγκεκριμένων κομμάτων εξουσίας που εύκολα υφάρπαζαν τη λαϊκή ψήφο μέσα από πολιτικές παροχών. Μια χώρα ευδαιμονούσα, αλλά μόνο με δανεικά ακόμα και σε εποχές μεγάλης δήθεν ανάπτυξης όπου τα δανεικά θα έπρεπε να μειώνονται αντί να αυξάνονται, όπου η ανεργία θα έπρεπε να μειώνεται αντί να αυξάνεται. Μια χώρα, που ακόμα και σήμερα έχει το θράσος να μιλάει για «επονείδιστο χρέος» που δεν ήταν επονείδιστο όταν το αξιοποιούσε σε μια εικονική πραγματικότητα που βόλευε όλους, έγινε όμως επονείδιστο όταν έπρεπε κάποτε έστω και να εξυπηρετηθεί, αν όχι να εξοφληθεί κι αυτό ήταν πια πρακτικά αδύνατο, όχι γιατί δεν μπορεί να το στηρίξει η οικονομία, αλλά γιατί δεν μπορεί η πολιτική ασχετοσύνη να κάνει την οικονομία ικανή να το στηρίξει. Υποκρισία και παλιανθρωπιά μέχρι το τέλος, μέχρι τον απόλυτο εξευτελισμό και στάλα αξιοπρέπειας κι αυτόγνωσίας. Η νέα σπορά: ή εμείς ή οι «κακοί ξένοι» πού θα τούς χορεύουμε πεντοζάλη!
Όλα αυτά θέλουν μια μεγάλη αλλαγή. Θέλουν επιστροφή στους θεσμούς, επαναφορά αξιών και αρχών πού γεννήθηκαν στην Ελλάδα αλλά δυστυχώς μεταναστευσαν μαζί με εκατοντάδες χιλιάδες λαμπρών νέων της Ελλάδας. Θέλουν μια γενετική αλλαγή τού πολίτη, μια ενδοσκόπηση ουσιαστική πού θα δείξει τί έφταιξε και ποιοί έφταιξαν. Ανάληψη από τον καθένα μας των ευθυνών μας. Γιατί ευθύνες υπάρχουν κι αντί για το αυτόμαστίγωμα να περάσουμε στη θετική σκέψη και στή γόνιμη δράση. Να πάρουμε κάποτε εμείς, οι πολίτες, την τύχη μας στα χέρια μας και να οικοδομήσουμε μια Νέα Ελλάδα.
Και είναι δυστυχώς η έλλειψη όλων αυτων των αρχών και τα σύγχρονα χαρακτηριστικά της κοινωνικής και πολιτικής ζωής που εκμεταλλεύονται παλιοί και νέοι τυχάρπαστοι και τσαρλατάνοι της πολιτικής, ανεπάγγελτοι και περιθωριακοί, δήθεν δεξιοί ή αριστεροί πατριώτες, για να διατηρούν και να περιφέρουν τη θλιβερή «πολιτική» τους ύπαρξη ή να επιζητούν λαϊκό διαβατήριο για να μολύνουν ακόμα περισσότερο το ήδη βαθειά υποβαθμισμένο Ελληνικό Κοινοβούλιο.
Θα τρίζουν τα κόκκαλα μεγάλων πολιτικών ανδρών πού το υπηρέτησαν με πατριωτισμό και υψηλό φρόνημα, όπως ο Ελευθέριος Βενιζέλος, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, ο Γεώργιος Παπανδρέου, ο Κωνσταντίνος Τσατσος, ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος και τοσοι άλλοι.
Δεν περιποιεί τιμή στη Νέα Πορεία Νέα Ελλάδα και σε μένα προσωπικά να αποτελούμε μέλη αυτού του τραγελαφικού συνονθυλεύματος που θα το δούμε να επιζητεί μέ αναίδεια τη λαϊκή ψήφο στις επόμενες βουλευτικές εκλογές. Θα λυπηθώ για το αποτέλεσμα των επόμενων εκλογών όποτε κι αν αυτές γίνουν γιατί η οποιαδήποτε σύνθεση τού Ελληνικού Κοινοβουλίου δεν θα δώσει λύση στο προβλημα της χώρας. Γι’ αυτό είναι χρήσιμη η ιστορική αναδρομή, για να καταδείξει σε όλους (και κυρίως στους δανειστές) ότι η ανασυγκρότηση της χώρας είναι ακόμα και θα είναι για πολλά χρόνια στα χέρια όλων εκείνων που την οδήγησαν διαχρονικά και συστηματικά στην κατάρρευση της.
Υπάρχει τάχα λύση στο τραγικό πρόβλημα του τόπου; Τολμώ να πω ότι ακόμα και τώρα υπάρχει, αλλά προϋποθέτει γενναιότητα και ηγεσία!
Απαιτείται η άμεση δημιουργία Εθνικού Σχεδίου Ανασυγκρότησης τουλάχιστον 10ετους διάρκειας με αξιολόγηση κάθε 2 έτη. Το σχέδιο δεν θα είναι φιλολογικού ή αφηγηματικού χαρακτήρα (όπως συνηθιζόταν μέχρι και σήμερα) αλλά ποσότικοποιημένο, με ανάλυση κόστους ωφέλειας με συγκεκριμένους στόχους, ενέργειες και δράσεις και με βάση χρονοδιάγραμμα που θα ακολουθείται πιστά. Ο χρόνος για τη σύνταξη του θα είναι συγκεκριμένος.
Θα ζητηθεί η συμμετοχή παραγωγικών φορέων και πολιτών ώστε να υπάρχει κοινωνική συναίνεση για το που θέλουμε να πάει η χώρα και με τί εργαλεία. Πρέπει να είναι σαφές ότι στο νέο σχέδιο θα περιλαμβάνονται γενναίες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που θα κάνουν την ελληνική οικονομία για πρώτη φορά στην ιστορία της ανταγωνιστική. Αυτού του έργου θα πρέπει να προηγηθεί υποχρεωτικά η συζήτηση και συμφωνία αναδιάρθρωσης του ελληνικού δημόσιου χρέους με την «ουσιαστική» στήριξη τού ΔΝΤ και της κυβέρνησης των ΗΠΑ, μια άσκηση που απαιτεί γνώση, εμπειρία κι επιχειρήματα και κυρίως κύρος και ηγεσία.
Χωρίς αυτή τη συμφωνία οποιοδήποτε σχέδιο ανασυγκρότησης θα είναι τεχνικά αδύνατο να εφαρμοσθεί επιτυχώς. Θα ζητηθεί η δέσμευση όλων των πολιτικών παρατάξεων ότι θα το στηρίξουν ενώ παράλληλα θα πρέπει να επιδιωχθεί συμφωνία για την εφαρμογή του με τους δανειστές. Λόγω της σημαντικότητας του θα δημιουργηθεί οργανισμός στελεχωμένος αυστηρά από τεχνοκράτες (διεθνές προσωπικό) που θα παρακολουθεί την υλοποίηση του.
Η λύση αυτή (φοβούμαι η μόνη) προϋποθέτει κυβέρνηση εθνικής σωτηρίας με πρωτοβουλία του Προέδρου της Δημοκρατίας που οφείλει να αποδείξει ότι αποτελεί τον ύπατο εγγυητή της εθνικής κυριαρχίας και συνέχειας. Πρωθυπουργός με γνώση, εμπειρία και διεθνή ακτινοβολία. Τολμώ να πω ότι θα μπορούσε να είναι ο Μητσοτάκης γιατί έχει τα προσόντα αλλά και γιατί δεν διακρίνω άλλον μέσα στην πολιτική σκηνή. Πρέπει να είναι πολιτικός. Πληρώσαμε τούς τεχνοκράτες πρωθυπουργούς πού ήλθαν σαν σωτήρες (μόνοι τους) κι έφυγαν υπό το βάρος της αποτυχίας τους.
Όμως τεχνοκράτες στα καίρια παραγωγικά υπουργεία που να μην αποτελούν τούς γνωστους διαχρονικούς καλοντυμένους λακέδες των σαλονιών των Βρυξελλών αλλά να έχουν τη γνώση, την εμπειρία αλλά και τη διεθνή αναγνώριση ώστε να σχεδιάσουν και να υλοποιήσουν με εν λευκώ κοινοβουλευτική εντολή το σχέδιο της εθνικής ανασυγκρότησης. Παράλληλα, εκστρατεία ενημέρωσης όλων των Ευρωπαίων πολιτών για την σημασία αυτού του σχεδίου, τόσο για την πλήρη και χωρίς κουρέματα εξυπηρέτηση και αποπληρωμή των δανεικών μέχρι κεραίας, όσο και για την διάσωση μιας χώρας που δεν αξίζει στην ιστορία της τέτοια διαπόμπευση κι εξευτελισμό που υφίσταται εδώ και καιρό.
Ο Έλληνας πρωθυπουργός έχει το δικαίωμα να ζητήσει να μιλήσει απευθείας στους Ευρωπαίους πολίτες μέσα από τα εθνικά τους κοινοβούλια, πρόσωπο μέ πρόσωπο. Να αναλάβει ευθέως τις ευθύνες πού μάς αναλογούν, να παράσχει την διαβεβαίωση ότι δεν χάσουν ούτε σεντς από τα δάνεια πού μας έδωσαν και ότι ο ελληνικός λαός, περήφανα και με αίσθημα ευθύνης και με πίστη στην ευρωπαϊκή ιδέα θα ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις του. Να δοθεί, τέλος, το μήνυμα ότι στην Ελλάδα υπάρχουν ακόμα ικανοί κι αξιόπιστοι άνθρωποι που πιστεύουν στην Ευρωπαϊκή ιδέα και είναι αποφασισμένοι να την υπηρετήσουν ισότιμα με τους λοιπούς ευρωπαϊκούς λαούς.
Εάν αυτά δεν γίνουν, και πολύ φοβάμαι ότι δεν θα γίνουν γιατί προϋποθέτουν υπέρβαση, για καιρό η πατρίδα μας θα σβαρνίζεται στα σαθρά σανίδια της διαρθρωτικής κατάρρευσης και σήψης με ό,τι αυτό συνεπάγεται τόσο για την ψυχοσύνθεση και το φρόνημα των πολιτών της, όσο και για την διατήρηση της εθνικής της κυριαρχίας, ασφάλειας κι ανεξαρτησίας που ήδη δοκιμάζονται τόσο από εξωτερικές απειλές γειτόνων που αξιοποιούν τη ρήση «δρυός πεσούσης πας ανήρ ξυλεύεται», όσο κι από ένα εκτός ελέγχου προσφυγικό/μεταναστευτικό πρόβλημα πού δοκιμάζει ακόμα περισσότερο την κοινωνική συνοχή.
Τελειώνει η Ελλάδα μας (ή καλύτερα μάς την τελειώνουν εσωτερικοί κι εξωτερικοί παράγοντες) και τολμώ να πω με φρίκη κι αγωνία ότι μόνο εμένα και τους συναγωνιστές μου βλέπω να την κλαίμε. Αποδείξτε μου ότι υπάρχουν κι άλλοι... Αποδείξτε μου ότι υπάρχει Ελπίδα!
Μέχρι τότε όμως κι από σήμερα η Νέα Πορεία Νέα Ελλάδα κι εγώ προσωπικά θα απέχουμε από την ενεργό πολιτική δραστηριότητα για να διατηρήσουμε αλώβητη μια αταλάντευτη αρχή μας: την αξιοπρέπεια. Γι’ αυτήν είμαστε ασυμβίβαστοι. Όταν ο ελληνικός λαός βρει τρόπο δυναμικής αντίδρασης στην κατηφορική πορεία της πατρίδας του, τότε η Νέα Πορεία Νέα Ελλάδα θα είναι παρούσα να συνδράμει στην ανοικοδόμηση της χώρας από τα ερείπιά της.
Στο σημείο αυτό απευθύνομαι στους χιλιάδες φίλους μας σε όλη την Ελλάδα, σε όλους εκείνους που πιστεύουν τον λόγο του αυτονόητου, της σοβαρότητας, της εμπειρίας και της αξιοπιστίας. Σε όλους εκείνους που πιστεύουν στις γόνιμες συζητήσεις, στην αλήθεια των ανθρωπίνων σχέσεων, στην αποδεδειγμένη έγνοια και φροντίδα, σε όλους που επιζητούν την μεγάλη αλλαγή. Όλοι εσείς γνωρίζετε τις θυσίες, τον κόπο και την αυταπάρνηση που χαρακτήριζαν την δράση μας. Γνωρίζετε ακόμα ότι άλλοι δανείζονται τις θέσεις και τις παρεμβάσεις μας και τις καθιστούν μέρος των κομματικών τους προγραμμάτων αφού είναι ανίκανοι να έχουν δικές τους θέσεις.
Γνωρίζετε, τέλος, ότι αποτελούμε απειλή για το πολιτικό σύστημα της χώρας και για τις ομάδες συμφερόντων που καλύπτουν δεσποτικά τον δημόσιο χώρο γιατί ξέρουμε καλά την δουλειά μας και γιατί έχουμε τους ανθρώπους, την εμπειρία και την θέληση να αλλάξουμε τα πράγματα χωρίς να λογαριάζουμε θυσίες και συμφέροντα και ότι είναι αυτός ο λόγος που έχουμε αποκλεισθεί από το κεντρικό σύστημα ΜΜΕ που προτιμά να αναπαράγει άγονες έως και γραφικές θέσεις συστημικών παραγόντων αλλά και γραφικούς παράγοντες της πολιτικής παρά τις γόνιμες θέσεις και παρεμβάσεις της Νέας Πορείας Νέας Ελλάδας. Δεν είμαστε διατεθειμένοι να θυσιάσουμε την αξιοπρέπεια και να σπαταλήσουμε τις δυνάμεις μας ανταγωνιζόμενοι άτομα κι οργανισμούς στηριζόμενους από τις πανίσχυρες ομάδες συμφερόντων που προσβάλλουν την έννοια του πολιτικού πολιτισμού ακόμα και σήμερα ξεχνώντας ότι είναι θύτες κι εμφανιζόμενοι στον ελληνικό λαό σαν σωτήρες του.
Εμείς θα ασκήσουμε το πατριωτικό μας καθήκον μέσα από συνεχείς παρεμβάσεις για το καλό του τόπου και θα διατηρήσουμε την αξιοπιστία και την αξιοπρέπειά μας εντασσόμενοι στην εθνική εφεδρεία του τόπου για την προστασία των συμφερόντων του. Θα είμαστε παρόντες, αλλά στο μεταξύ ας μην επιτρέψουμε να μολυνθεί η προσπάθεια μας από το δηλητήριο της μετριότητας κι ας κρατήσουμε αναμμένη την φλόγα της δικής μας Ελπίδας.
Καλή Χρονιά σε όλες τις Ελληνίδες και σε όλους τούς Έλληνες με υγεία, υπομονή και ξεκάθαρη σκέψη.