Όλα τα μάτια στραμμένα σήμερα στο Eurogroup, όπου υποτίθεται ότι πρόκειται να γίνουν αποφασιστικά βήματα για το κλείσιμο της δεύτερης αξιολόγησης του μνημονίου-3, αλλά και για την έναρξη της ουσιαστικής συζήτησης μεταξύ Ελλάδος και «εταίρων» (οι οποίοι σταθερά αποδεικνύονται δανειστές και μάλιστα της ποικιλίας Σάιλοκ...) για την όποια διευθέτηση του μη βιώσιμου ελληνικού χρέους, γράφει ο Α. Δ. Παπαγιαννίδης.
Από την έντυπη έκδοση
Του Α. Δ. Παπαγιαννίδη
[email protected]
Όλα τα μάτια στραμμένα σήμερα στο Eurogroup, όπου υποτίθεται ότι πρόκειται να γίνουν αποφασιστικά βήματα για το κλείσιμο της δεύτερης αξιολόγησης του μνημονίου-3, αλλά και για την έναρξη της ουσιαστικής συζήτησης μεταξύ Ελλάδος και «εταίρων» (οι οποίοι σταθερά αποδεικνύονται δανειστές και μάλιστα της ποικιλίας Σάιλοκ...) για την όποια διευθέτηση του μη βιώσιμου ελληνικού χρέους.
Και μάλιστα με δεδομένη την έκβαση του ιταλικού δημοψηφίσματος, που όμως θα χρειαστεί κάποιος χρόνος προκειμένου να απορροφηθεί -από τις αγορές και από τους ευρωπαϊκούς μηχανισμούς-, αλλά και ούτως ή άλλως θα ‘ταν σφάλμα να θεωρηθεί ότι θα δημιουργούσε ευρύτερα περιθώρια χειρισμών («πολιτική διαπραγμάτευση» κ.ο.κ.) για την ελληνική υπόθεση.
Ούτως ή άλλως η υπερπροσδοκία για λήξη της εκκρεμότητας της τωρινής αξιολόγησης πήγε πίσω: το σημερινό Eurogroup «θα λειτουργήσει περισσότερο σαν Euro Working Group», όπως έλεγε αφοριστικά ένας των συμμετεχόντων. Η αμφίβολη θέση και του Σαπέν -μετά την αυτοπεριθωριοποίηση Ολάντ- και του Πάντοαν -όσο θα λειτουργεί η ιταλική αβεβαιότητα- έκανε «ρηχή» τη στήριξη στις ελληνικές θέσεις.
Ο Βόλφγκανγκ της καρδιάς μας φρόντισε μέσω της «Bild» να ανανεώσει τον αρνητισμό του. Και πάντως η πολιτική του επικοινωνιακού ανεβάσματος των θετικών προσδοκιών, ύστερα η εναλλαγή με καταγγελτικότητα απέναντι στους «εταίρους» για αναλγησία, εν συνεχεία η προσεκτική (;) διαρροή περί ενδεχόμενων εκλογών «άμα η Ευρώπη συμπεριφερθεί όπως στον Σαμαρά το 2014», δεν άφησε και πολλά περιθώρια για θετική έκβαση - πλην αν θετικό θεωρηθεί το να σπρωχθεί οποιαδήποτε απόφαση παρακάτω...
Περιμένοντας λοιπόν να κατασταλάξει αυτό το μέτωπο, θα προτείναμε στον αναγνώστη να κάνει μια μικρή βουτιά σ’ ένα αντικείμενο που ίσως ηχεί περίεργα μακροπρόθεσμο, πλην τακτικά πλέον επαναφέρεται από τους «εταίρους» όταν αναζητούν μια βάση για τις ευοίωνες προβλέψεις τους όσον αφορά την επανεκκίνηση της ελληνικής οικονομίας. Που είναι ούτως ή άλλως η προϋπόθεση για να βγει πέρα οποιοδήποτε πρόγραμμα/μνημόνιο.
Πρόκειται για το μέτωπο των επενδύσεων, που ακριβώς τίθεται ως πρώτιστος στόχος αν είναι να δημιουργηθεί «ενάρετος κύκλος» (δανειζόμαστε τη διατύπωση από την πρόσφατη έκθεση της Alpha Bank), που με τη σειρά του θα «ξεκλείδωνε» την πιστοληπτική ικανότητα της χώρας ανατροφοδοτώντας την οικονομική δραστηριότητα: με τη δική του γωνία προσέγγισης ο καθένας, έθεσαν το θέμα αυτό και ο επίτροπος Πιερ Μοσκοβισί και ο Μπενουά Κερέ, μέλος του Δ.Σ. της ΕΚΤ, την περασμένη εβδομάδα στην Αθήνα.
Αυτός ο ενάρετος κύκλος θα ενσωματώσει, άλλωστε, την άμεση θετική επίδραση από την -ως φαίνεται ήδη συμφωνημένη- πρώτη σειρά μέτρων ελάφρυνσης του ελληνικού χρέους που θέτει στο τραπέζι του Eurogroup ο ESM του Κλάους Ρέγκλινγκ με το κάλυμμα του «βραχυπρόθεσμου» (ενώ και η παράταση της διάρκειας μέρους του ελληνικού χρέους κατά 4,2 χρόνια, αλλά και η μετάβαση σε σταθερά επιτόκια πάλι για τμήμα του σαφώς και μπαίνουν στο μεσοπρόθεσμο!).
Στην προσέγγιση της Alpha Bank, ισχυρό ρόλο διεκδικεί η -ελπιζόμενη, ακόμη- βελτίωση της μετρούμενης εμπιστοσύνης, η οποία το φετινό φθινόπωρο τα κατάφερε να προσπεράσει τα μέσα επίπεδα της εποχής της κρίσης (από το 2010 και μετά), αν και χωρίς να κατορθώσει να πιάσει τον μακροχρόνιο μέσο όρο (από την είσοδο στην Eυρωζώνη έως τώρα).
Tώρα, κατά πόσον αυτή η συζήτηση επιτρέπει να αισιοδοξήσει κανείς για επαναφορά των επενδύσεων, είναι ένα δύσκολο ερώτημα.
Όπως εξηγούσε με άλλη ευκαιρία -της έρευνας «Επιχειρηματικότητα 2015-16: Κρίσιμη καμπή για την αναπτυξιακή δυναμική του επιχειρηματικού κόσμου», που «έτρεξε» το ΙΟΒΕ στο πλαίσιο του Global Entrepreneurship Monitor (για 13η συνεχή χρονιά, στο πλαίσιο ενός διεθνούς προγράμματος που έφθασε να καλύπτει κάπου 60 χώρες)- ο Νίκος Βέττας, ζούμε μια πραγματικότητα κατάρρευσης των επενδύσεων -από κάπου 65 δισ., δηλαδή 27% του ΑΕΠ το 2007, σε περίπου 30 δισ., δηλαδή 15% του πτωτικού ΑΕΠ το 2011, ήδη δε κάτω από 10%, στα 20 δισ. το 2015.
Ακριβέστερα, ζούμε μια περίοδο αποεπένδυσης, που «αδειάζει» την ελληνική οικονομία, όχι απλώς από δυναμική -που θα επέτρεπε να μιλούμε για 3,5% του ΑΕΠ πρωτογενή πλεονάσματα ως μέρος της «λύσης» για την ελληνική οικονομία- αλλά και από οποιοδήποτε περιεχόμενο που θα επέτρεπε στην οικονομία αυτή να σέρνεται από πρόγραμμα σε πρόγραμμα.