Με στόχο τη μεγαλύτερη φορολογική μεταρρύθμιση από την εποχή του Ρίγκαν, ο νέος Αμερικανός πρόεδρος όρισε υπουργό Οικονομικών τον Στίβεν Μνουσίν, πρώην υψηλόβαθμο στέλεχος στην τράπεζα Goldman Sachs και επικεφαλής του hedge fund Dune Capital.
Από την έντυπη έκδοση
Του Μωυσή Λίτση
[email protected]
Με στόχο τη μεγαλύτερη φορολογική μεταρρύθμιση από την εποχή του Ρίγκαν, ο νέος Αμερικανός πρόεδρος όρισε υπουργό Οικονομικών τον Στίβεν Μνουσίν, πρώην υψηλόβαθμο στέλεχος στην τράπεζα Goldman Sachs και επικεφαλής του hedge fund Dune Capital.
Σε συνέντευξή του προς το κανάλι CNBC, ο Μνουσίν επισήμανε ότι με «τη μείωση των φορολογικών συντελεστών στις επιχειρήσεις θα δημιουργήσουμε τεράστια οικονομική ανάπτυξη και θα έχουμε πολύ υψηλό ατομικό εισόδημα». Ο Τραμπ είχε υποσχεθεί προεκλογικά ότι θα μειωθεί ο φορολογικός συντελεστής των επιχειρήσεων από το 35% στο 15%.
Στην ίδια συνέντευξη ο Μνουσίν ανέφερε πως πιστεύει ότι η αμερικανική οικονομία θα παρουσιάσει σταθερή ανάπτυξη 3%-4%. «Για να φτάσουμε εκεί, η υπ’ αριθμόν ένα προτεραιότητά μας είναι η φορολογική μεταρρύθμιση. Πρόκειται για τη μεγαλύτερη αλλαγή στη φορολογία από την εποχή του Ρίγκαν» τόνισε.
Ο 53χρονος Μνουσίν ήταν από τους βασικούς χρηματοδότες της προεκλογικής καμπάνιας του Τραμπ, παρόλο που για κάποιο χρονικό διάστημα είχε εργαστεί για τον Τζορτζ Σόρος, βασικό χρηματοδότη της προεκλογικής εκστρατείας της Χίλαρι Κλίντον. Ο Μνουσίν εγκατέλειψε πριν από 15 χρόνια την Goldman Sachs, στην οποία εργαζόταν επί 17 χρόνια. Ο πατέρας του ήταν ένας από τους συνεταίρους της εν λόγω τράπεζας. Ο Μνουσίν δεν είναι ο μόνος «άνθρωπος της Goldman Sachs» στο επιτελείο του Τραμπ.
Ο ακροδεξιός οπαδός της «λευκής καθαρότητας» Στιβ Μπάνον, δεξί χέρι του νεοεκλεγέντος προέδρου και προοριζόμενος για αρχισύμβουλος του Λευκού Οίκου, είχε επίσης εργαστεί στη γνωστή τράπεζα, πριν περάσει στον χώρο των μίντια. Στην Goldman Sachs είχαν εργαστεί πριν μπουν στην κυβέρνηση δύο ακόμη πρώην υπουργοί Οικονομικών, ο Χένρι Πόλσον και ο Ρομπερτ Ρούμπιν.
Ο πρώτος ήταν μάλιστα πρόεδρος της Goldman Sachs πριν γίνει υπουργός Οικονομικών στην κυβέρνηση Μπους (2006-2009), καλούμενος να διαχειριστεί την κατάρρευση της Lehman Brothers και τη χρηματοπιστωτική κρίση του 2008. Ο δεύτερος είχε εργαστεί 26 χρόνια στην Goldman Sachs και είχε διατελέσει επί διετία μέλος του διοικητικού της συμβουλίου, πριν γίνει υπουργός Οικονομικών στην κυβέρνηση Κλίντον (1995-99).
Ο Μνουσίν είναι επίσης πρόεδρος του hedge fund Dune και της εταιρείας Dune Entertainment Partners. Το 2009 επικρίθηκε μάλιστα γιατί προχώρησε, εν μέσω της χρηματοπιστωτικής κρίσης, στην εξαγορά της εταιρείας χορήγησης στεγαστικών δανείων IndyMac, η οποία είχε καταρρεύσει, εντείνοντας τις κατασχέσεις. Ο ίδιος απαντούσε στους τότε επικριτές του ότι με την κίνηση αυτή «έσωσε πολλές θέσεις εργασίας», εξαγοράζοντας το χειρότερο χαρτοφυλάκιο ενυπόθηκων στεγαστικών δανείων εκείνης της περιόδου.
Κάτω από την πίεση να αποφύγει σύγκρουση συμφερόντων, ο νεοκλεγείς πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ ανακοίνωσε χθες ότι θα εγκαταλείψει πλήρως την επιχειρηματική του δραστηριότητα για να επικεντρωθεί στην προεδρία, χωρίς ωστόσο να ανακοινώσει λεπτομέρειες, παραπέμποντας σε συνέντευξη Τύπου, την οποία θα δώσει στις 15 του μήνα.
«Θα δώσω μια μεγάλη συνέντευξη Τύπου στη Νέα Υόρκη μαζί με τα παιδιά μου στις 15 Δεκεμβρίου για να συζητήσουμε το γεγονός ότι εγκαταλείπω όλες μου συνολικά τις μεγάλες επιχειρηματικές δραστηριότητες προκειμένου να επικεντρωθώ στη διακυβέρνηση της χώρας ώστε να ξαναγίνει Η ΑΜΕΡΙΚΗ ΜΕΓΑΛΗ!» έγραψε στο Twitter.
Εν τω μεταξύ ο απερχόμενος διευθυντής της CIA Τζον Μπρέναν δήλωσε σε συνέντευξή του προς το BBC ότι θα ήταν «απόλυτη τρέλα» για τον νεοεκλεγέντα πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ να ακυρώσει τη συμφωνία με την Τεχεράνη, γιατί κάτι τέτοιο θα ενίσχυε τις πιθανότητες να αποκτήσει πυρηνικά όπλα το Ιράν ή άλλες χώρες.