Μπορεί ο Μαρκ Ζάκερμπεργκ, ιδρυτής του Facebook, να είχε χαρακτηρίσει σε πρώτη φάση «τρελή ιδέα» το ότι μπορεί οι ψευδείς ειδήσεις να επηρέασαν το αποτέλεσμα των αμερικανικών εκλογών, ωστόσο η έκταση του ζητήματος – με αναφορές περί «κινήματος» εργαζομένων και τις δηλώσεις του ίδιου του Μπαράκ Ομπάμα στο θέμα- φαίνεται πως τον ανάγκασε να «αναδιπλωθεί».
Μπορεί ο Μαρκ Ζάκερμπεργκ, ιδρυτής του Facebook, να είχε χαρακτηρίσει σε πρώτη φάση «τρελή ιδέα» το ότι μπορεί οι ψευδείς ειδήσεις να επηρέασαν το αποτέλεσμα των αμερικανικών εκλογών, ωστόσο η έκταση του ζητήματος – με αναφορές περί «κινήματος» εργαζομένων και τις δηλώσεις του ίδιου του Μπαράκ Ομπάμα στο θέμα- φαίνεται πως τον ανάγκασε να «αναδιπλωθεί».
Όπως έγραψε ο ίδιος στον λογαριασμό του στο Facebook, «παίρνουμε πολύ στα σοβαρά την παραπληροφόρηση. Σκοπός μας είναι να διασυνδέουμε τους ανθρώπους με τις ειδήσεις που βρίσκουν πιο ουσιώδεις, και ξέρουμε ότι οι άνθρωποι θέλουν ακριβείς πληροφορίες. Δουλεύουμε πάνω σε αυτό το πρόβλημα εδώ και πολύ καιρό, και παίρνουμε στα σοβαρά αυτή την ευθύνη. Κάναμε σημαντική πρόοδο, αλλά υπάρχει περισσότερη δουλειά που πρέπει να γίνει».
Όπως γράφει ο Ζάκερμπεργκ, κανονικά το Facebook βασίζεται στην κοινότητά του για να κατανοεί τι είναι ψευδές και τι όχι. Οποιοσδήποτε στο Facebook μπορεί να αναφέρει ένα link ως ψευδές, και «χρησιμοποιούμε τις ενδείξεις από αυτές τις αναφορές, μαζί με έναν αριθμό άλλων- όπως ο διαμοιρασμός links σε sites που έχουν να κάνουν με “κατάρριψη μύθων” σαν το Snope- για να καταλάβουμε ποιες ειδήσεις μπορούμε με βεβαιότητα να χαρακτηρίσουμε ως παραπληροφόρηση. Σχεδόν όπως στο clickbait, το spam και τις απάτες, τιμωρούμε αυτό το υλικό στο News Feed, οπότε είναι λιγότερο πιθανό να εξαπλωθούν».
Όπως επισημαίνει ο Ζάκερμπεργκ, τα προβλήματα στο συγκεκριμένο θέμα είναι τόσο τεχνικής όσο και «φιλοσοφικής» φύσης- και υπάρχει πολύς δρόμος ακόμα μπροστά. «Κανονικά δεν θα αποκαλύπταμε λεπτομέρειες σχετικά με τη δουλειά που βρίσκεται σε εξέλιξη, αλλά δεδομένης της σημασίας αυτών των ζητημάτων και του ενδιαφέροντος πάνω στο θέμα, θέλω να υπογραμμίσω κάποια από τα projects στα οποία ήδη δουλεύουμε».
Όπως γράφει ο ιδρυτής του Facebook, βελτιώνονται οι δυνατότητες εντοπισμού των ψευδών ειδήσεων, με καλύτερα τεχνικά συστήματα για να εντοπίζονται αυτά που χαρακτηρίζονται ως ψευδή πριν το κάνουν οι ίδιοι οι χρήστες. Ακόμη, θα διευκολυνθεί η αναφορά τέτοιων αναρτήσεων, και θα υπάρξει συνεργασία με «τρίτους», δηλαδή «αξιοσέβαστους fact checking οργανισμούς».
Επίσης, όπως σημειώνει ο Ζάκερμπεργκ, θα προβάλλονται προειδοποιήσεις: «Εξετάζουμε το ενδεχόμενο υπόδειξης αναρτήσεων που έχουν χαρακτηριστεί ως ψευδείς από τρίτους ή την κοινότητά μας και της προβολής προειδοποιήσεων όταν οι άνθρωποι τις διαβάζουν ή τις διαμοιράζονται» γράφει σχετικά, ενώ, όπως προσθέτει, θα βελτιωθεί η ποιότητα των ειδήσεων που θα εμφανίζονται στα «related articles».
Όσον αφορά στις σκοπιμότητες αυτών των ειδήσεων, ο Μαρκ Ζάκερμπεργκ υπογραμμίζει πως πολλή παραπληροφόρηση πηγάζει από spam με οικονομικά κίνητρα. «Εξετάζουμε το πώς θα προκαλέσουμε διαταραχή στην οικονομία αυτή, με πολιτικές διαφήμισης...και καλύτερο ad farm detection».
Κλείνοντας, ο Ζάκερμπεργκ γράφει πως θα συνεχιστεί η συνεργασία με δημοσιογράφους και άλλους στη βιομηχανία της ενημέρωσης για την καλύτερη κατανόηση του τρόπου με τον οποίο ελέγχονται οι ειδήσεις.
Η όλη υπόθεση αποτελεί «terra incognita» για το Facebook, καθώς είναι η πρώτη φορά που το συγκεκριμένο ζήτημα αποκτά τέτοιες διαστάσεις, θέτοντας επ'αμφιβόλω την αξιοπιστία του κοινωνικού δικτύου ως μέσου επικοινωνίας και πηγής ενημέρωσης γενικά: Αξίζει να σημειωθεί ότι υπάρχουν επίσης εκκλήσεις για αλλαγή του ονόματος του News Feed καθώς, όπως επισημαίνουν, αυτά που εμφανίζονται εκεί «δεν είναι “News”».
'Οπως σημειώνεται σε δημοσίευμα του BBC, «πλέον δεν είναι αρκετό για τον Ζάκερμπεργκ να αρνηθεί ένα ζήτημα και να περιμένει ο κόσμος να τον πιστέψει τυφλά. Οι διεθνούς εμβέλειας φιλοδοξίας του Ζάκερμπεργκ θα ζήσουν ή θα πεθάνουν από τις πολιτικές του δυνατότητες. Η αντιπαράθεση για τις ψευδείς ειδήσεις ήταν ένα μεγάλο τεστ, και δεν το χειρίστηκε σωστά- παρατείνοντας το ζήτημα για πάνω από μια εβδομάδα».