Απόψεις
Σάββατο, 19 Νοεμβρίου 2016 17:30

Brexit ναι, αλλά προς τα πού και με τι σκοπό;

Τα περισσότερα από όσα γράφονται για το Brexit επικεντρώνονται στα νομικά, αν δηλαδή η απόφαση του δημοψηφίσματος θα εφαρμοστεί ή θα ανατραπεί δικαστικά και, αν τελικά συμβεί, τι θα προβλέπει η συνθήκη που κάποια στιγμή φαίνεται ότι θα υπογραφεί μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Μεγάλης Βρετανίας. Μια πρόσφατη δικαστική απόφαση μάλιστα, έκανε αρκετούς να ελπίζουν ότι το Brexit μπορεί να αποφευχθεί, γράφει ο Νίκος Μουρκογιάννης.

Του Νίκου Μουρκογιάννη*

Τα περισσότερα από όσα γράφονται για το Brexit επικεντρώνονται στα νομικά, αν δηλαδή η απόφαση του δημοψηφίσματος θα εφαρμοστεί ή θα ανατραπεί δικαστικά και, αν τελικά συμβεί, τι θα προβλέπει η συνθήκη που κάποια στιγμή φαίνεται ότι θα υπογραφεί μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Μεγάλης Βρετανίας. Μια πρόσφατη δικαστική απόφαση μάλιστα, έκανε αρκετούς να ελπίζουν ότι το Brexit μπορεί να αποφευχθεί.

Ωστόσο, η έξοδος της Μεγάλης Βρετανίας από την Ευρωπαϊκή Ένωση είναι δεδομένη. Οι περί του αντιθέτου υποθέσεις είναι εσφαλμένες. Γίνονται από εκείνους που δεν καταλαβαίνουν πως λειτουργεί η συνταγματική τάξη στη Μεγάλη Βρετανία ή απλώς είναι ένθερμοι υποστηρικτές της παραμονής. Η πρόσφατη δικαστική απόφαση, η οποία κατά πάσα πιθανότητα θα ανατραπεί από το ανώτατο δικαστήριο, απλώς παραπέμπει το θέμα στο κοινοβούλιο. Εάν όμως η απόφαση αυτή δεν ανατραπεί στο ανώτατο δικαστήριο, τότε το κοινοβούλιο είναι σχεδόν βέβαιον ότι θα αποφασίσει το Brexit, διότι οι βουλευτές θα κινδύνευαν να χάσουν τις έδρες τους αν εναντιώνονταν στη λαϊκή βούληση. Εάν βρεθούν αρκετοί βουλευτές που θα διακινδύνευαν κάτι τέτοιο, τότε είναι βέβαιο ότι η κυβέρνηση θα ζητήσει τη διάλυση του κοινοβουλίου και τη διεξαγωγή εκλογών οι οποίες θα εξασφάλιζαν στη σημερινή πρωθυπουργό μια άνετη πλειοψηφία υπέρ του Brexit. Το διαζύγιο λοιπόν θα εκδοθεί. Το ότι θα εμπεριέχει ρυθμίσεις που αφορούν την αναγκαστική συγκατοίκηση στη γηραιά ήπειρο είναι δευτερεύον.

Για τη Μεγάλη Βρετανία όμως, υπάρχουν θέματα πολύ σημαντικότερα, που άπτονται της στρατηγικής αλλά και του Σκοπού της χώρας. Όσοι θεωρούν το Brexit γεγονός μελλοντικό αλλά βέβαιο, επικεντρώνονται ήδη στο προς τα πού θα γίνει η έξοδος. Αν η επόμενη ημέρα θα σημαίνει για τη Μεγάλη Βρετανία μια σχέση με την Ευρωπαϊκή Ένωση τύπου Νορβηγίας, ή Ελβετίας, ή με την Κίνα, ή με την Αυστραλία, ή ακόμα και μια προνομιακή σχέση με την Ινδία, μια που ότι οι δύο χώρες έχουν πια απόλυτα συμπληρωματικές οικονομίες και η παλιά, από την εποχή της κοινοπολιτείας, αγάπη ποτέ δεν ξεχνιέται, όπως δείχνει και η σχετική επίσκεψη της Theresa May στην Ινδία τον Νοέμβριο του 2016, πριν καν αρχίσουν οι διαπραγματεύσεις με την Ευρωπαϊκή Ένωση. Για του οπαδούς όμως του Brexit η καλύτερη προοπτική είναι η συμμετοχή σε μια κοινή αγορά της «λίμνης» του βόρειου Ατλαντικού, όπου θα συμμετέχουν οι ΗΠΑ, ο Καναδάς και το Ηνωμένο Βασίλειο. Αυτή η παλιά ιδέα του Winston Churchill βοηθιέται από την ιστορική συγκυρία της εκλογής του Donald Trump, ο οποίος πρόσφατα και δημόσια έχει υποσχεθεί στη Μεγάλη Βρετανία μια προνομιακή μεταχείριση από τις Η.Π.Α., και ο οποίος, αντίθετα με τον Barack Obama, υπήρξε εξ αρχής υποστηρικτής του Brexit.

Όμως οι σκέψεις αυτές είναι λογικά πρωθύστερες. Είναι σκέψεις στρατηγικής. Αφορούν μάλιστα μόνον την εμπορική στρατηγική, δηλαδή στο πώς θα εμπορεύεται η Μεγάλη Βρετανία στο μέλλον.

Οι σκέψεις περί στρατηγικής προκαλούν πάντα πολλές συζητήσεις και έτσι εμποδίζουν στο να επικεντρωθεί η προσοχή σε αυτό που έχει πρωταρχική σημασία: στην έννοια του Brexit, στον Σκοπό του Brexit. Διότι, αν ο Σκοπός μιας διαδρομής δεν είναι σαφής, τότε το ποια είναι η καλύτερη έξοδος, είναι πάντα θέμα συζήτησης. ‘Η όπως λέγεται στην Ινδία, όταν κάποιος δεν έχει ένα Σκοπό, έχει την εντύπωση πως όλοι οι δρόμοι μπορούν να τον οδηγήσουν στον Βούδα.

Μέχρι το δημοψήφισμα, η Μεγάλη Βρετανία είχε σαν Σκοπό να είναι υπόδειγμα παγκοσμιοποίησης. Σαν αποτέλεσμα, εξειδικευμένοι εργαζόμενοι και κεφαλαιούχοι από όλο τον κόσμο θεωρούσαν το Λονδίνο σαν τον άριστο προορισμό. Με αφορμή - και όχι εξ αιτίας του δημοψηφίσματος - η Μεγάλη Βρετανία αναζητά τώρα ένα νέο Σκοπό που να εμπνέει και την πλειοψηφία των ψηφοφόρων που σήμερα θεωρούν τον εαυτό τους θύμα της παγκοσμιοποίησης, όχι απλώς των Βρυξελλών.

Ο καθορισμός ενός Σκοπού που να ενώνει και να κινητοποιεί δεν είναι ποτέ εύκολος και είναι πάντα χρονοβόρος. Η Μεγάλη Βρετανία όμως έχει το πλεονέκτημα της σχετικής ιστορικής εμπειρίας. Όταν η Μεγάλη Βρετανία έπαυσε να είναι Αυτοκρατορία, μετασχηματίστηκε σε ένα κοινωνικό κράτος, που Σκοπό είχε να παρέχει υπηρεσία στον πολίτη. Τριάντα χρόνια αργότερα επί Θάτσερ, η Μεγάλη Βρετανία μεταμορφώθηκε πάλι και ανακάλυψε το πώς ένα κράτος μπορεί να προάγει την ανταγωνιστικότητα. Και ας μην ξεχνάμε ότι στη Βιομηχανική Επανάσταση η Μεγάλη Βρετανία ήταν η χώρα με τις μεγαλύτερες οικονομίες κλίμακας στη παραγωγή προϊόντων.

Έχει λοιπόν η Μεγάλη Βρετανία ιστορική εμπειρία και αντίληψη του τι συνεπάγονται στην πράξη οι έννοιες της αποτελεσματικότητας, της υπηρεσίας, της ανακάλυψης και της αριστείας. Είναι δε αυτές οι τέσσερες έννοιες που προσδιορίζουν, σαν απόρροια της δυτικής φιλοσοφίας, τους τέσσερες πιθανούς Σκοπούς που μπορούν να ενώσουν τις ανθρώπινες συλλογικότητες, είτε λέγονται κράτη, είτε πόλεις, είτε επιχειρήσεις, είτε οργανισμοί.

Για τη Μεγάλη Βρετανία, καθένας από τους Σκοπούς αυτούς δεν συνεπάγεται απλά διαφορετική εμπορική στρατηγική και διαφορετική αντιμετώπιση για όσους δεν γεννήθηκαν στη χώρα, αλλά και μια διαφορετική οικονομία, διαφορετικές αξίες, διαφορετικό κράτος, διαφορετική κοινωνική πολιτική, διαφορετικό προϋπολογισμό. Και βεβαία διαφορετική αντιμετώπιση του θέματος των διαπραγματεύσεων με την Ευρωπαϊκή Ένωση, το όποιον φαίνεται επείγον αλλά είναι παρεμπίπτον του προβληματισμού που αφορά τον Σκοπό της χώρας.

Το γιατί οι Βρετανοί αποφάσισαν την έξοδο αφορά πλέον κυρίως τους ιστορικούς. Για τα επόμενα τρία χρόνια, η ειδησεογραφία θα προβάλλει τις συσκέψεις και επισκέψεις που θα αφορούν τις διαπραγματεύσεις με την Ευρωπαϊκή Ένωση. Αναμφίβολα η περί στρατηγικών επιλογών αρθρογραφία δεν θα κοπάσει. Η ηγεσία, όμως, της χώρας πρέπει να επικεντρωθεί στο ξεκαθάρισμα του Σκοπού της Μεγάλης Βρετανίας. Να κάνει δηλαδή αυτό που ιδανικά έπρεπε να είχε γίνει και δεν έγινε πριν το δημοψήφισμα.

*Ο Νίκος Μουρκογιάννης ήταν πρόεδρος της Monitor Ευρώπης (1995 – 2005) και είναι συγγραφέας του βιβλίου «Purpose: The Starting Point of Great Companies».