Υπό κανονικές συνθήκες, οι αλλαγές στο Σύνταγμα μίας χώρας δεν οδηγούν σε κρίση ή σε αλλαγή κυβέρνησης. Όταν όμως το «ρέμα κυλά ορμητικά», τα αναχώματα καταρρέουν και η δυναμική μιας τάσης παρασύρει όλους όσοι αναζητούν μία ελπίδα για ένα καλύτερο μέλλον. Και η κόπωση των Ιταλών στην αναιμική ανάπτυξη και στην υψηλή ανεργία είναι περισσότερο από φανερή, γράφει η Έφη Τριήρη.
Από την έντυπη έκδοση
Της Έφης Τριήρη
[email protected]
Υπό κανονικές συνθήκες, οι αλλαγές στο Σύνταγμα μίας χώρας δεν οδηγούν σε κρίση ή σε αλλαγή κυβέρνησης. Όταν όμως το «ρέμα κυλά ορμητικά», τα αναχώματα καταρρέουν και η δυναμική μιας τάσης παρασύρει όλους όσοι αναζητούν μία ελπίδα για ένα καλύτερο μέλλον. Και η κόπωση των Ιταλών στην αναιμική ανάπτυξη και στην υψηλή ανεργία είναι περισσότερο από φανερή.
Το μεγαλύτερο λοιπόν πρόβλημα είναι ότι το δημοψήφισμα έχει αναδειχθεί σε ψήφο διαμαρτυρίας κατά της ηγεσίας του Ιταλού πρωθυπουργού Ματέο Ρέντσι και του σημερινού status quo. Ο Ιταλός πρωθυπουργός βρίσκεται αντιμέτωπος με τις ίδιες αντίξοες δυνάμεις που χαρακτηρίζουν το παγκόσμιο σκηνικό, λαϊκή δυσαρέσκεια από τους χαμηλούς ρυθμούς ανάπτυξης και άνοδο του λαϊκισμού. Είναι επίσης γεγονός ότι το δημοψήφισμα αυτό καθαυτό δεν προκαλεί έντονο ενδιαφέρον στους πολίτες.
Η μεταρρύθμιση προβλέπει μείωση των δικαιοδοσιών της Γερουσίας και του αριθμού των γερουσιαστών, αλλαγή στη διαδικασία εκλογής του προέδρου της Δημοκρατίας από το κοινοβούλιο και περιορισμό των αρμοδιοτήτων των περιφερειών. Ο Ματέο Ρέντσι «παίζει όλα του τα χαρτιά». Το δημοψήφισμα θα τον βοηθούσε να απομακρύνει τους πολιτικούς αντιπάλους του, ενώ θα του προσέδιδε μεγαλύτερη δύναμη, καθώς η Ιταλία χρειάζεται ισχυρή κυβέρνηση για να λαμβάνει δύσκολες αποφάσεις, κάτι που θα ήταν ανέφικτο πριν από τις εκλογές του 2018. Αυτά στην περίπτωση ενός «ναι». Μία αποτυχία όμως θα έδιδε την εντύπωση στον λαό και στις αγορές ότι η Ιταλία δεν μπορεί να αλλάξει. Και τότε το πολιτικό τοπίο θα γίνει ρευστό, χωρίς να μπορεί κάποιος να πει μετά βεβαιότητος τι θα συμβεί.
Το κριτήριο στο ιταλικό δημοψήφισμα, όπως άλλωστε έδειξε και η ψήφος στη Βρετανία, δεν είναι τα ζητήματα που τίθενται σε αυτό, αλλά μία σειρά από θέματα, οικονομία, ανεργία, τραπεζική κρίση, πολιτική λιτότητας και μεταναστευτικό. Γίνεται, δε, σαφές ότι ο κ. Ρέντσι έκανε μεγάλο λάθος όταν αποφάσισε να ρισκάρει την πολιτική του καριέρα σε αυτή την ψηφοφορία, κάνοντας ουσιαστικά ο ίδιος το δημοψήφισμα να μοιάζει με εθνικές εκλογές. Τη στιγμή... που ο ευρωπαϊκός Νότος έχει ανάγκη περισσότερο από κάθε άλλη φορά από πολιτική σταθερότητα και κοινή γραμμή στα ασφυκτικά μέτρα λιτότητας.