Αλλαγή ηγεσίας έφερε στο Υπουργείο Παιδείας η κόντρα του πρώην Υπουργού Παιδείας με τον Αρχιεπίσκοπο. Είναι δύσκολο να αντιληφθούμε ότι το έτος 2016, με ρημαγμένη τη χώρα από την οικονομική κρίση, χωρίς σχέδιο και ελπίδα, υπάρχει χρόνος και σκέψη που μπορεί να αφιερωθεί στην αντιπαράθεση για το μάθημα των Θρησκευτικών.
Του Στράτου Στρατηγάκη
Mαθηματικού - ερευνητή
[email protected]
Αλλαγή ηγεσίας έφερε στο Υπουργείο Παιδείας η κόντρα του πρώην υπουργού Παιδείας με τον Αρχιεπίσκοπο. Είναι δύσκολο να αντιληφθούμε ότι το έτος 2016, με ρημαγμένη τη χώρα από την οικονομική κρίση, χωρίς σχέδιο και ελπίδα, υπάρχει χρόνος και σκέψη που μπορεί να αφιερωθεί στην αντιπαράθεση για το μάθημα των Θρησκευτικών.
Ο νέος υπουργός Παιδείας κ. Γαβρόγλου δήλωσε ότι χρειάζεται σοβαρή αναβάθμιση στις δύο τελευταίες τάξεις του Λυκείου και στον τρόπο εισαγωγής στις Ανώτατες Σχολές. Έχει δίκιο γιατί πρέπει να διορθωθεί το προβληματικό σύστημα εισαγωγής η διαμόρφωση και η οριστικοποίηση του οποίου διήρκεσε όσο το πέρασμα 7 Υπουργών από το Παιδείας. Οι περισσότεροι έκαναν τις μικροπαρεμβάσεις τους, που αλλοίωναν τη φιλοσοφία του αρχικού ημιτελούς σχεδίου.
Το πρόβλημα είναι ότι πάμε να διορθώσουμε τις μισές δουλειές των προηγούμενων κάνοντας πάλι μισές δουλειές. Γιατί για ακόμη μία φορά θα επιχειρηθεί η αλλαγή μόνο των δύο τελευταίων τάξεων του Λυκείου και αυτό σε επίπεδο τεχνικό. Σε αλλαγή δηλαδή στον τρόπο εισαγωγής στις Ανώτατες Σχολές και όχι στον τρόπο και στο περιεχόμενο διδασκαλίας. Δεν μπορείς να αλλάξεις το περιεχόμενο της διδασκαλίας αρχίζοντας από την προτελευταία τάξη του Λυκείου. Δεν μπορείς να βελτιώσεις το επίπεδο των μαθητών αρχίζοντας από τη Β Λυκείου. Είναι πολύ αργά. Αν τα παιδιά φτάνουν στη Β Λυκείου αγράμματα, ελάχιστα μπορείς να κάνεις για να αντιστρέψεις την κατάσταση.
Μια πραγματική μεταρρύθμιση στην εκπαίδευση ξεκινά από το συνολικό σχεδιασμό του εκπαιδευτικού συστήματος από την αρχή. Από την πρώτη στιγμή που το παιδί εντάσσεται στο εκπαιδευτικό σύστημα. Από το νηπιαγωγείο δηλαδή. Αυτό το αυτονόητο το έχουν δηλώσει κατά καιρούς όλοι οι προηγούμενοι Υπουργοί Παιδείας, αλλά κανείς δεν το εφάρμοσε. Όλοι το έλεγαν αλλά εννοούσαν ότι θα κάνουν ταυτόχρονες αλλαγές σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης. Έτσι έκαναν εξαγγελίες και εφάρμοζαν αλλαγές σε όλες τις βαθμίδες ταυτόχρονα σπέρνοντας το χάος. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα ήταν η ταυτόχρονη εισαγωγή νέων βιβλίων στο Δημοτικό και το Γυμνάσιο που έγινε προ δεκαετίας γιατί τότε μπορούσαν να πάρουν χρήματα από την Ευρωπαϊκή Ένωση και αυτό ήταν το σημαντικότερο. Η ταυτόχρονη αλλαγή πέτυχε τα παιδιά σε διάφορες τάξεις δημιουργώντας πολλά προβλήματα συνέχειας και συμβατότητας με τις προηγούμενες γνώσεις που είχαν.
Τι πρέπει να γίνει; Πρέπει να αποφασίσουμε τι θέλουμε να ξέρει ο νέος των 18 ετών που τελειώνει τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Αφού αποφασίσουμε τι θέλουμε να ξέρει πρέπει να σκεφτούμε με ποιο τρόπο θα το πετύχουμε, να ορίσουμε τι πώς και γιατί θα διδάσκεται και να εκπονήσουμε ένα σχέδιο που θα ξεκινά από το νηπιαγωγείο και θα τελειώνει στη Γ Λυκείου. Μετά πρέπει να εξασφαλίσουμε τα μέσα για να υλοποιήσουμε αυτό το σχέδιο. Αφού γίνουν όλα αυτά μετά πρέπει να ξεκινήσει η εφαρμογή του στα παιδιά που θα πάνε στο νηπιαγωγείο την πρώτη χρονιά εφαρμογής. Τη δεύτερη χρονιά να εφαρμοστεί, το ήδη ολοκληρωμένο σχέδιο, στα παιδιά που θα φοιτούν στην Α Δημοτικού και να συνεχιστεί την επόμενη χρονιά με τα παιδιά που θα φοιτήσουν στη Β Δημοτικού. Παράλληλα να γίνεται η εκπαίδευση των εκπαιδευτικών στα νέα συστήματα και θέματα που θα πρέπει να διδάξουν την επόμενη χρονιά. Αυτή η αλλαγή χρειάζεται δύο έως τρία χρόνια σχεδιασμού και 13 χρόνια εφαρμογής.
Είναι επίπονη, απαιτεί τη συνεργασία πολλών παραγόντων της εκπαιδευτικής κοινότητας, απαιτεί τη συνέχεια στην υλοποίηση των αποφάσεων από πολλούς Υπουργούς Παιδείας που θα παρελάσουν από το Υπουργείο Παιδείας αυτή τη δεκαπενταετία.
Όλη αυτή η διαδικασία απαιτεί σχέδιο, πρωτοβουλία και πράξη, πράγματα που δεν είναι διατεθειμένο να αναλάβει το πολιτικό μας προσωπικό, όπως έχει δείξει η μέχρι τώρα πορεία της εκπαίδευσης, από το κακό στο χειρότερο, μετά από κάθε μεταρρύθμιση.
Η κοινή πρακτική, μέχρι τώρα, είναι η σύσταση μιας επιτροπής που σε μικρό χρονικό διάστημα καταλήγει σε προτάσεις, που επειδή είναι φτιαγμένες στο πόδι, δεν μπορούν να μας βγάλουν από το αδιέξοδο. Χαρακτηριστική ήταν η πρόταση της υπό τον κ. Λιάκο επιτροπής που αναφερόταν σε τετραετές Γυμνάσιο και διετές Λύκειο. Δεν είχαν λάβει καθόλου υπόψη τους ότι τα κτίρια των σχολείων τα τελευταία 40 χρόνια είναι κατασκευασμένα για τριετές Γυμνάσιο και τριετές Λύκειο. Συνεπώς δεν ήταν δυνατό να εφαρμοστεί παρά μόνο αν άλλαζε μόνο το όνομα και η Α Λυκείου λεγόταν Δ Γυμνασίου, πράγμα απλά χωρίς νόημα.
Από την άλλη οι επιστημονικές ενώσεις των καθηγητών αποτελούν τροχοπέδη σε κάθε αλλαγή, αφού θεωρούν καθήκον τους να μη χαθεί ούτε μία ώρα διδασκαλίας των μαθημάτων τους. Αυτή η άποψη έχει τη λογική να μη μείνουν άνεργοι οι καθηγητές της συγκεκριμένης ειδικότητας, αφού η μείωση του ωραρίου διδασκαλίας του μαθήματός τους θα φέρει μετακινήσεις σε άλλα σχολεία. Ακόμη διεκδικούν να είναι το μάθημά τους πανελληνίως εξεταζόμενο για να μπορούν τα μέλη τους να συμμετέχουν στο τζίρο της φροντιστηριακής προετοιμασίας.
Όπως δείχνουν τα πράγματα θα συνεχίσουμε να μαλώνουμε για τα Θρησκευτικά, για τα Αρχαία, για το εξεταστικό σύστημα, ξοδεύοντας χρόνο, ενέργεια και χρήμα χωρίς κανένα αποτέλεσμα, απλά παλινδρομώντας από τη μία λύση στην άλλη. Στο ένα σύστημα να μη μετράνε οι βαθμοί του σχολείου (δέσμες), στο άλλο να μετράνε (σύστημα Αρσένη) και στο επόμενο να μη μετράνε ξανά (ισχύον σύστημα). Και το πρόβλημα δεν λύνεται ποτέ.
Είναι, όμως η ακολουθούμενη πολιτική, η πιο εύκολη λύση για να έχουμε αντιπαράθεση, κόντρες και εναλλαγή στην εξουσία.