Πολιτική
Παρασκευή, 08 Απριλίου 2005 14:59

«Ρεπούμπλικα Μακεντόνια» (Republika Makedonija – Skopje) προτείνει ο Μ. Νίμιτς

Για διεθνή χρήση ο ειδικός αντιπρόσωπος του γενικού γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών για την ΠΓΔΜ, Μάθιου Νίμιτς, προτείνει την ονομασία «Ρεπούμπλικα Μακεντόνια – Σκόπια» (Republika Makedonija – Skopje), ως έχει, αμετάφραστη, ανακοίνωσε σήμερα ο υπουργός Εξωτερικών Πέτρος Μολυβιάτης, σε δηλώσεις του για το θέμα της ονομασίας της ΠΓΔΜ.

Σε περίπτωση συμφωνίας, το όνομα αυτό θα ισχύει σε όλα τα όργανα του ΟΗΕ, τα οποία θα συστήσουν στους άλλους διεθνείς Οργανισμούς και τα κράτη να το υιοθετήσουν και αυτά για επίσημη διεθνή χρήση.

Ο κ. Μολυβιάτης δήλωσε ακόμη πως η Αθήνα είναι μερικώς ικανοποιημένη και επισήμανε πως η πρόταση Νίμιτς αποτελεί βάση περαιτέρω διαπραγμάτευσης, καλώντας την άλλη πλευρά να καθίσει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων με καλή θέληση.

Πάντως η κυβέρνηση της γειτονικής χώρας εμφανίζεται αδιάλλακτη στο θέμα της ονομασίας, παραμένοντας αμετακίνητη στις θέσεις της, χρήση δηλ. του συνταγματικού ονόματος «Δημοκρατία της Μακεδονίας» σε διεθνές επίπεδο, και εξεύρεση κοινά αποδεκτής λύσης για το όνομα που θα χρησιμοποιείται στις διμερείς σχέσεις με την Ελλάδα.

« Η πρόταση για την ονομασία της ΠΓΔΜ του κ. Νίμιτς δεν κινείται μακράν της πραγματικότητας», δήλωσε νωρίτερα στο pressroom ο αναπληρωτής κυβερνητικός εκπρόσωπος, Βαγγέλης Αντώναρος. Όπως επισήμανε, «η πρόταση Νίμιτς δεν έχει τη μορφή κλειστής απόφασης αλλά είναι μια πρόταση που διατυπώνεται μετά από πολλά χρόνια, πρόκειται για ένα σημαντικό βήμα και είναι η βάση για περαιτέρω διαπραγμάτευση. Η σχετική διαδικασία δεν είναι επιδιαιτησία».

Ερωτηθείς σχετικά, ο κ. Αντώναρος είπε ότι το ενδεχόμενο σύγκλησης του Συμβουλίου των Πολιτικών Αρχηγών «θα εξετασθεί, αν προκύψει σχετικό θέμα».

Σε ερώτηση για το αν το τελικό αποτέλεσμα θα προκηρυχθεί σε δημοψήφισμα, ο αναπληρωτής κυβερνητικός εκπρόσωπος ήταν κατηγορηματικός τονίζοντας πως «για θέματα διεθνών σχέσεων της χώρας αποφασίζει κυρίαρχα η Βουλή των Ελλήνων».

Ερωτηθείς τέλος, αν η Ελλάδα θα θέσει βέτο στην ενταξιακή πορεία της βαλκανικής χώρας σε θεσμούς όπως το ΝΑΤΟ ή η Ε.Ε., σε περίπτωση που δεν υπάρξει συμφωνία για το ζήτημα του ονόματος, ο κ. Αντώναρος απάντησε πως «δεν πρέπει να προκαταλάβουμε τις εξελίξεις.

Μια αμοιβαία λύση «θα ενισχύσει τις διμερείς σχέσεις, θα σταθεροποιήσει την περιοχή στο σύνολό της και θα διευκολύνει τον δρόμο που πρέπει να χαράξει η ΠΓΔΜ προς τους ευρωατλαντικούς θεσμούς», κατέληξε ο κ. Αντώναρος.

Αναλυτικά η δήλωση του υπουργού των Εξωτερικών σχετικά με το όνομα της πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας (ΠΓΔΜ):

«Σταθερή επιδίωξη της Κυβέρνησής μας αποτελεί η επίτευξη της μεγαλύτερης δυνατής συναίνεσης στα μεγάλα θέματα εξωτερικής πολιτικής της χώρας μας.

Πιστεύουμε ότι η συναίνεση, όπου είναι δυνατή, ενισχύει τη διεθνή θέση της χώρας και διευκολύνει την προώθηση των θέσεών μας και των επιδιώξεών μας.

Στο πλαίσιο αυτής της πολιτικής ενημέρωσα σήμερα τους αρχηγούς των πολιτικών κομμάτων για τις τελευταίες εξελίξεις στα σημαντικά θέματα της εξωτερικής πολιτικής και ιδιαίτερα στο θέμα του ονόματος της ΠΓΔΜ.

Όπως γνωρίζετε, για το θέμα αυτό διεξάγονται διαπραγματεύσεις επί πολλά χρόνια στη Νέα Υόρκη υπό την αιγίδα του Γενικού Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών, ο οποίος έχει διορίσει τον κ. Νίμιτς ως Ειδικό Εκπρόσωπό του. Τώρα ο κ. Νίμιτς παρουσίασε δική του πρόταση για τη λύση του θέματος.

Σύμφωνα με την πρόταση αυτή θα υιοθετηθεί για διεθνή χρήση το όνομα «Republika Makedonija-Skopje» σε αυτήν την γλώσσα αμετάφραστο. Το όνομα αυτό θα ισχύει σε όλα τα όργανα του ΟΗΕ, τα οποία θα συστήσουν στους άλλους διεθνείς Οργανισμούς και τα κράτη να το υιοθετήσουν και αυτά για επίσημη διεθνή χρήση.

Πέραν αυτής της βασικής θέσεως στην πρόταση του κ. Νίμιτς, υπάρχουν και άλλα σημεία που θα χρειαστεί να διευκρινισθούν ή/και να τροποποιηθούν.

Θέση μας είναι ότι η πρόταση αυτή δεν ικανοποιεί πλήρως τις επιθυμίες και τις επιδιώξεις μας. Πιστεύουμε όμως ότι αποτελεί βάση για διαπραγμάτευση.

Σε αυτές τις διαπραγματεύσεις είμαστε διατεθειμένοι να προσέλθουμε με θετικό και εποικοδομητικό πνεύμα. Ελπίζουμε να κάνει το ίδιο και η άλλη πλευρά ώστε να ευρεθεί μια αμοιβαίως αποδεκτή λύση.

Μια λύση που θα οδηγήσει στην πλήρη εξομάλυνση των διμερών μας σχέσεων, θα διευκολύνει την πορεία της γειτονικής χώρας στους ευρω-ατλαντικούς θεσμούς και θα ενισχύσει τη σταθερότητα και τη συνεργασία στην περιοχή μας.»