Κοινωνία
Πέμπτη, 20 Οκτωβρίου 2016 18:48

Αντίδραση ΔΣΑ για την υποκλοπή email του αντιπροέδρου του ΣτΕ

Την έντονη αντίδραση του Δικηγορικού Συλλόγου της Αθήνας προκάλεσε η δημοσιοποίηση της προσωπικής ζωής του αντιπροέδρου του ΣτΕ που μετέχει στη διάσκεψη για τις τηλεοπτικές άδειες.

Την έντονη αντίδραση του Δικηγορικού Συλλόγου της Αθήνας προκάλεσε η δημοσιοποίηση της προσωπικής ζωής του αντιπροέδρου του ΣτΕ που μετέχει στη διάσκεψη για τις τηλεοπτικές άδειες.

Σε ανακοίνωση αναφέρει πως «σε μια δημοκρατική και ευνομούμενη Πολιτεία δεν είναι ανεκτές συμπεριφορές που πλήττουν τον πυρήνα της ιδιωτικής ζωής με την δια του τύπου παραβίαση του απορρήτου των επικοινωνιών και της προστασίας ευαίσθητων προσωπικών δεδομένων. Είναι δε όχι μόνον ποινικά αξιόλογες, αλλά και προκλητικά αγοραίες, όταν στρέφονται κατά δικαστικού λειτουργού, ο οποίος όλως συμπτωματικά (!) υπηρετεί σε Ανώτατο Δικαστήριο που καλείται να κρίνει θέματα μείζονος νομικού, αλλά και πολιτικού ενδιαφέροντος. Η επικινδυνότητα του εγχειρήματος επιτείνεται, αν ληφθεί υπόψη ότι η τέλεση των επίμαχων -ποινικά αξιόποινων- πράξεων συμπίπτει χρονικά με εκκρεμή διάσκεψη του Δικαστηρίου αυτού».

Στην ανακοίνωση ο ΔΣΑ επισημαίνει ότι «είναι προφανές ότι κάθε απόπειρα ποδηγέτησης της Δικαιοσύνης, από όπου κι αν προέρχεται, συνιστά βαρύτατη προσβολή του κράτους δικαίου. Ο διασυρμός δικαστικών λειτουργών, οι οποίοι "επικηρύσσονται" λόγω της ανεπιθύμητης στάσης που τηρούν στις διασκέψεις των δικαστικών οργάνων, αποτελεί ευθεία βολή κατά της ανεξαρτησίας της Δικαιοσύνης, αλλά και δυσάρεστο οιωνό για το μέλλον, ενόψει της σοβαρότητας του διακυβεύματος».

Οι δικηγόροι τονίζουν ότι αντιστέκονται στην επικράτηση του «κιτρινισμού και της φαυλότητας που υποβαθμίζουν το δημόσιο βίο και πλήττουν τους θεσμούς», υπογραμμίζοντας πως η ανθρώπινη αξιοπρέπεια είναι αδιαπραγμάτευτη έναντι πάντων. «Εγείρονται όμως ερωτήματα, όταν το Υπουργείο Δικαιοσύνης φαίνεται να επιδεικνύει μια αμφίσημη στάση, με δεδομένο ότι  βάση της παραγγελίας για πειθαρχική έρευνα του δικαστικού λειτουργού τίθεται το προϊόν εγκληματικής συμπεριφοράς, παρά τη ρητή συνταγματική απαγόρευση της χρήσης και αξιοποίησης παρανόμως κτηθέντων αποδεικτικών μέσων», επισημαίνεται.