«Η ιστορία δεν μπορεί να γυρίσει πίσω», είπε ο υπουργός Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης, Παναγιώτης Κουρουμπλής, αναφερόμενος στις τηλεοπτικές άδειες.
«Η ιστορία δεν μπορεί να γυρίσει πίσω», είπε ο υπουργός Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης, Παναγιώτης Κουρουμπλής, αναφερόμενος στις τηλεοπτικές άδειες.
Μιλώντας στον ραδιοφωνικό σταθμό «Αθήνα 9,84», ο κ. Κουρουμπλής σημείωσε: «Ας υποθέσουμε ότι κριθεί αντισυνταγματικός ο νόμος. Ως νομικός, σας λέω ότι δεν υπάρχει πολιτικό πρόβλημα. Η κυβέρνηση μπορεί να ψηφίσει έναν καινούργιο νόμο, από ό,τι καταλαβαίνω, ως νομικός. Αυτή τη στιγμή δεν υπάρχει δυνατότητα η κυβέρνηση να γυρίσει πίσω σε κανένα καθεστώς ανομίας».
Ο υπουργός κατηγόρησε τη Ν.Δ. για «θεσμική εκτροπή», με το να αρνείται να προτείνει τα μέλη του ΕΣΡ που της αναλογούν. «Η αξιωματική αντιπολίτευση έχει ένα ποσοστό ανθρώπων, ως δικαίωμα στη συμμετοχή του ραδιοτηλεοπτικού συμβουλίου. Ας τους προτείνει να τελειώνουμε. Αυτό ζητάμε. Τώρα, αν θέλει να ρίξει την κυβέρνηση, τότε έχει δικαίωμα να παραιτήσει τους βουλευτές της και να ρίξει την κυβέρνηση. Να κωλυσιεργεί τη λειτουργία του κράτους δεν έχει το δικαίωμα. Θεσμικά νομίζω ότι κάνει εκτροπή».
Ο ίδιος χαρακτήρισε το ζήτημα του χρέους ως «Ιθάκη» της κυβέρνησης και της Ελλάδας και πρόσθεσε ότι «η κυβέρνηση αφού πήγε σε εκείνο το συμβιβασμό, θα πρέπει να ολοκληρώσει, μέσα στον χρόνο αυτό, τις υποχρεώσεις που έχει απέναντι σε αυτήν την υπόθεση και να αναγκάσει και για λόγους ηθικής, αρχών, πολιτικούς και άλλους, πολλούς λόγους, όλους αυτούς που θέλουν να βοηθήσουν στην κατεύθυνση αυτή, να ασκήσουν την πίεση που πρέπει να ασκήσουν, για να κλείσει αυτή η ιστορία. Συνεπώς, πρέπει να προχωρήσει η δεύτερη αξιολόγηση. Δεν έχει νόημα να πάμε στο 2017. Είναι πικρό το ποτήρι αυτής της διαδικασίας, αλλά η κυβέρνηση αυτή αναλαμβάνει το κόστος και ό,τι έχει συμφωνήσει τα προχωρεί».
Ο κ. Κουρουμπλής επισήμανε τέλος, την ανάγκη διεύρυνσης του ΣΥΡΙΖΑ με τον ευρύτερο χώρο των Σοσιαλιστών και της Σοσιαλδημοκρατίας στην Ελλάδα και στην Ευρώπη, εκτιμώντας ότι «ακόμα και τα πρόσωπα που εξελέγησαν στην κορυφή του κομματικού μηχανισμού, αναγνωρίζουν την αναγκαιότητα αυτή».