Μπορεί κάποιοι να υποθέτουν ότι η τωρινή φάση της διαπραγμάτευσης με τους εταίρους να προέκυψε από ανθρώπους που κατά βάθος πίστευαν στη διαρκή επανάσταση και με «ιστορικό συμβιβασμό» περιορίστηκαν στη διαρκή διαπραγμάτευση, γράφει ο Κώστας Ιωαννίδης.
Από την έντυπη έκδοση
Του Κώστα Ιωαννίδη
[email protected]
Μπορεί κάποιοι να υποθέτουν ότι η τωρινή φάση της διαπραγμάτευσης με τους εταίρους να προέκυψε από ανθρώπους που κατά βάθος πίστευαν στη διαρκή επανάσταση και με «ιστορικό συμβιβασμό» περιορίστηκαν στη διαρκή διαπραγμάτευση. Και είπαν, αφού δεν προέκυψε η πρώτη, ας κρατήσουμε τη δεύτερη. Αλλά, θυμίζουμε πως από το 2010 δίνεται, για την ελληνική κοινωνία, αυτή η «παράσταση» της υπογραφής προγραμμάτων στήριξης.
Επιστρέφοντας από τις Βρυξέλλες δηλώνουν άπαντες ότι πέτυχαν το καλύτερο δυνατό, γιατί διαπραγματεύθηκαν σκληρά. Στη διαδικασία της νομοθέτησης, για την εφαρμογή τους, οι κυβερνήσεις καταριούνται τα μνημόνια και η αντιπολίτευση τα καταγγέλλει ως υποχωρήσεις που φτωχοποιούν τους Έλληνες, χωρίς να λύνουν τα προβλήματα της οικονομίας. Εφαρμόζονται τελικά ελλιπώς, ξεθεμελιώνοντας την εμπιστοσύνη των εταίρων με αιτήματα διαρκώς για πολιτική διαπραγμάτευση των όρων λόγω… υπερβολικών απαιτήσεων των ελεγκτών.
Η διαδικασία για την εκταμίευση της υποδόσης αποκάλυψε πόσο δύσκολο είναι να ανταποκρίνεται το ελληνικό σύστημα στις απαιτήσεις που συμφώνησαν με τους πιστωτές. Πιθανώς διότι από τις χιλιάδες ώρες διαπραγμάτευσης με την ελληνική πλευρά, γνωρίζουν τις λεπτομέρειες που καθιστούν την πορεία προς την εξυγίανση της οικονομίας δύσκολη και ευμετάβλητη. Οι πιστωτές και εταίροι ζητούν να μάθουν αν τα κεφάλαια από την πρώτη υποδόση έφθασαν εκεί όπου ήταν προγραμματισμένο να φθάσουν και δεν αρκέστηκαν στη γενική εντολή που δόθηκε από το ΥΠΟΙΚ.
Την ίδια μέρα οι ηγέτες της αντιπολίτευσης τσίμπησαν και το έριξαν στο ΣΥΡΙΖΑτσάνελ και στο ΣΥΡΙΖΑμπάνκ, δηλαδή στο τσάμικο που δεν σχετίζεται με τον πεντοζάλη που μας χόρεψαν στο Eurogroup. Ωστόσο, η λύση, τώρα και σε βάθος χρόνου, στα πολλά και μεγάλα προβλήματα της κοινωνίας αφορά σε ένα και μόνο ζήτημα, τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας. Αλλά η κοινωνία ορίζει τις ανάγκες της από το «θέαμα» της πολιτικής σκηνής και αγωνιά για τη σύνταξη του παππού και όχι για δουλειές για τα παιδιά της.
Υστερόγραφο: Πόσες φορές θα ακουστούν από επίσημα χείλη στη Βουλή, για να «ενημερωθούν» οι πολίτες, τα περί του σκανδάλου της Ζήμενς; Αναρωτιέται κανείς αν όλα αυτά γίνονται για να ισοπεδωθεί πλήρως η παραμικρή αγανάκτηση για αυτή την υπόθεση. Αφού «το πολύ το κύριε ελέησον…» σύμφωνα με τη λαϊκή σοφία, το βαριέται και ο Παπ(π)άς. Πόσω μάλλον οι σκληρά δοκιμαζόμενοι Έλληνες των μνημονίων και της διαρκούς διαπραγμάτευσης.