Η Μεταπολίτευση τέλειωσε οριστικά το 2004. Οι Ολυμπιακοί Αγώνες εκείνου του καλοκαιριού ήταν η κορύφωση μιας πορείας, η οποία ξεκίνησε την επομένη της πτώσης της δικτατορίας, γράφει ο Δ. Η. Χατζηδημητρίου.
Από την έντυπη έκδοση
Του Δ. Η. Χατζηδημητρίου
[email protected]
Η Μεταπολίτευση τέλειωσε οριστικά το 2004. Οι Ολυμπιακοί Αγώνες εκείνου του καλοκαιριού ήταν η κορύφωση μιας πορείας, η οποία ξεκίνησε την επομένη της πτώσης της δικτατορίας.
Ήταν το φανταχτερό magnum opus ενός λαού κι ενός έθνους προς την Ευρώπη, στην οποία ήθελε να ανήκει. Από την επομένη των Ολυμπιακών Αγώνων η χώρα συνέχισε με την κεκτημένη ταχύτητα της προηγούμενης περιόδου, καταναλώνοντας το συσσωρευμένο κεφάλαιο μιας 30ετίας.
Η προωθητική δύναμη της Μεταπολίτευσης συρρικνώθηκε στο σύνθημα της «ήπιας προσαρμογής», έναν ευφημισμό της μακάριας αναβλητικότητας του «άστο για αύριο».
Σε αυτό το διαμορφωμένο περιβάλλον των ελάχιστων μέσων όρων, της εγκληματικής πελατειακής ανεμελιάς, του κοινωνικού σουσουδισμού ενέσκηψε η κρίση, που για τους πολλούς συνεπάγεται την πλήρη ανατροπή των σταθερών του βίου τους και για την πατρίδα και το έθνος μια πορεία σε «αχαρτογράφητα νερά».
Τα δύο κόμματα της Μεταπολίτευσης, που χρεώνονται όλα τα δεινά -αίσθηση δικαιοσύνης θα υπαγόρευε να πιστωθούν κι ό,τι καλό έγινε κι έφερε την Ελλάδα στην 25η θέση της παγκόσμιας κατάταξης ευημερίας- πλήρωσαν σκληρό τίμημα, αλλά όχι δίκαια κατανεμημένο. Για λόγους που ανάγονται ίσως στην ιστορική κοινωνιολογία, η Ν.Δ. κατέβαλε ένα λελογισμένο τίμημα στο πολιτικό ταμείο.
Αντιθέτως το ΠΑΣΟΚ, αν και διέσωσε την πατρίδα από την απόλυτη καταστροφή μιας άτακτης χρεοκοπίας, εξαιτίας και των αχαλίνωτων προσωπικών φιλοδοξιών και στρατηγικών ενίων στελεχών του, οδηγήθηκε στην καταστροφή και την πολιτική ανυποληψία.
Ο ΣΥΡΙΖΑ, που αυτοπροβλήθηκε ως το κόμμα-τομή σε μια πορεία παρακμής, αποκαλύφθηκε σε σύντομο χρόνο ως η επιτομή όλων των αρνητικών, σκοτεινών και θλιβερών χαρακτηριστικών της Μεταπολίτευσης.
Όχι μόνο ενίσχυσε όλες τις παραμέτρους της οικονομικής κρίσης, αλλά επεξέτεινε την κρίση και σε θεσμούς που είχαν μείνει αλώβητοι το προηγούμενο διάστημα, όπως μαρτυρούν οι εξελίξεις στη Δικαιοσύνη και στις Ανεξάρτητες Αρχές.
Ας μη φοβηθούμε τις λέξεις. Η χρεοκοπία έχει αγκαλιάσει όλο το θεσμικό οικοδόμημα και η χώρα μετεωρίζεται πάνω από το χάος, επαναφέροντας στη μνήμη τον ζόφο της 20ής Ιουλίου 1974. Υπ’ αυτό το πρίσμα δεν έχει νόημα η συζήτηση - αναζήτηση για μια ακόμη κυβέρνηση που θα διαχειριστεί την κρίση. Η χρεοκοπία των ποικιλώνυμων ελίτ δεν είναι νοητό να οδηγήσει το έθνος σε αφανισμό.
Η Ελλάδα, αν πρέπει να υπάρξει αύριο, χρειάζεται μια νέα Μεγάλη Ιδέα, τώρα. Ειδάλλως, ας αφήσουμε τη φύση και την Ιστορία να επιτελέσουν το έργο τους... Ούτως ή άλλως το 2060 θα είμαστε μόλις 7,5 εκατ. σε τούτη την πατρίδα.