Ανάπτυξη 240 Τοπικών Μονάδων Υγείας σε 62 περιοχές, καλύπτοντας 25% του πληθυσμού, προβλέπει τελικά το σχέδιο του υπουργείου Υγείας για την ανάπτυξη της Πρωτοβάθμιας Υγείας.
Ανάπτυξη 240 Τοπικών Μονάδων Υγείας σε 62 περιοχές, καλύπτοντας 25% του πληθυσμού, προβλέπει τελικά το σχέδιο του υπουργείου Υγείας για την ανάπτυξη της Πρωτοβάθμιας Υγείας.
Όπως έκανε γνωστό ο αναπληρωτής γενικός γραμματέας Σταμάτης Βαρδαρός, μιλώντας σε δημοσιογράφους, μέσα στο 2016 θα πρέπει να έχει ψηφισθεί το σχετικό νομοσχέδιο, εξηγώντας ότι η καθυστέρηση που παρατηρείται, οφείλεται στο γεγονός ότι ο αρχικός σχεδιασμός για πιλοτική εφαρμογή σε τέσσερις αστικές περιοχές, με την ανάπτυξη 30 Μονάδων, άλλαξε και το σύστημα επεκτείνεται.
Οι Τοπικές Μονάδες θα στελεχωθούν συνολικά με 3053 νέους γιατρούς (γενικούς γιατρούς, παθολόγους, παιδίατρους) και νοσηλευτές, κοινωνικούς λειτουργούς και επισκέπτες υγείας. Θα προσφέρουν ολιστική φροντίδα, με έμφαση στην πρόληψη και την αγωγή υγείας σε συγκεκριμένο πληθυσμό, που θα ανέρχεται γύρω στις 10.000.
Πυρήνας του νέου συστήματος θα είναι οι Τοπικές Μονάδες και κέντρα αναφοράς τα Κέντρα Υγείας και οι Μονάδες του Πρωτοβάθμιου Δικτύου Υγείας της περιοχής, όπου έχουν ξεκινήσει παρεμβάσεις αναβάθμισης του εργαστηριακού τους εξοπλισμού. Το νέο σύστημα θα αξιοποιήσει τις δυνατότητες του ηλεκτρονικού φακέλου.
Ο κ. Βαρδαρός ξεκαθάρισε ότι δεν πρόκειται να κλείσει καμία Μονάδα Υγείας, επισημαίνοντας όμως την ανάγκη επανασχεδιασμού της κατανομής τους.
Στο σύστημα, πέρα από τις νέες προσλήψεις, οι οποίες θα είναι με συμβάσεις ορισμένου χρόνου, αρχικά για τρία χρόνια, και τις εσωτερικές μετακινήσεις, όπου κρίνεται αναγκαίο, θα ενταχθούν και οι γιατροί του ΠΕΔΥ. Ο Γενικός Γραμματέας του υπουργείου διευκρίνισε ότι θα είναι πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης, με μεταβατικό στάδιο ενός έτους, για να κλείσουν τα ιατρεία τους. Το σύστημα της Πρωτοβάθμιας Υγείας θα συμπληρώνεται με τους συμβεβλημένους με τον ΕΟΠΥΥ γιατρούς, των οποίων οι συμβάσεις λήγουν τέλη του μήνα και όπως είπε «θα ανοίξουν σε νέους γιατρούς στη βάση των αναγκών για υπηρεσίες υγείας» και «αισθητά θα είναι περισσότερες».
Πάντως, όπως εξήγησε, για να λειτουργήσει επιτυχώς το σύστημα, χρειάζεται ο πολίτης να εκπαιδευθεί για τη χρήση του οικογενειακού γιατρού και σε άλλη σχέση με το σύστημα Υγείας, ώστε να μειωθεί η προκλητή ζήτηση, η πολυφαρμακία και η επιβάρυνση των νοσοκομείων με τα «ψυχρά περιστατικά», τα οποία εκτιμάται ότι αγγίζουν το 80%, (περισταστικά που δεν θα έπρεπε να φτάνουν στο νοσοκομείο).
Σύμφωνα με τον κ. Βαρδαρό, το ετήσιο κόστος λειτουργίας του νέου συστήματος υπολογίζεται σε 80 εκατ. ευρώ, η χρηματοδότηση θα προέλθει από κοινοτικούς πόρους και σταδιακά, με την επέκταση του συστήματος, θα εισρεύσουν εθνικοί πόροι, καθώς στόχος είναι «το νέο Σύστημα της Πρωτοβάθμιας Υγείας να αποτελέσει συστατικό κομμάτι του ΕΣΥ».