Η Μικρή Άρκτος παρουσιάζει τις εκδόσεις: «Φέρτε μου το κεφάλι της Μαρίας Κένσορα» του Πάνου Τσίρου, «“Εις θάνατον” | “Εις τον Ιερόν Λόχον”» του Ανδρέα Κάλβου και «Η γλώσσα της φυγής» του Χρίστου Γ. Παπαδόπουλου.
Η Μικρή Άρκτος παρουσιάζει τις εκδόσεις: «Φέρτε μου το κεφάλι της Μαρίας Κένσορα» του Πάνου Τσίρου, «“Εις θάνατον” | “Εις τον Ιερόν Λόχον”» του Ανδρέα Κάλβου και «Η γλώσσα της φυγής» του Χρίστου Γ. Παπαδόπουλου.
«Φέρτε μου το κεφάλι της Μαρίας Κένσορα»
Αποτελούμενη από οκτώ σύντομα διηγήματα, η πρώτη συλλογή διηγημάτων του Πάνου Τσίρου, με τίτλο «Φέρτε μου το κεφάλι της Μαρίας Κένσορα», η οποία κυκλοφόρησε πριν οκτώ χρόνια (2008) και έχει εξαντληθεί, επανεκδίδεται από τις εκδόσεις Μικρή Άρκτος.
Με το έργο «Angelus Novus» του Paul Klee να κοσμεί το εξώφυλλό της, η συλλογή απέσπασε επαινετικές κριτικές, αγαπήθηκε από το κοινό και εξαντλήθηκε πολύ γρήγορα, με αποτέλεσμα όσοι την αναζητούσαν όλα αυτά τα χρόνια να μην μπορούν να τη βρουν.
Ο Πάνος Τσίρος σχεδιάζει αστικές παραβολές, χρωματίζοντάς τις με λυρισμό και με στοιχεία φανταστικά. Τα διηγήματα του βιβλίου είναι μικρές αλληγορίες για τον θάνατο, τον έρωτα, την καταπίεση, τη μοναξιά, την τρυφερότητα. Είναι γραμμένα με τόση απλότητα, ανοιχτά σε τόσες εικασίες, που σχεδόν θαρρεί κανείς ότι υπήρχαν πάντα και, τώρα, απλώς κάποιος τις κατέγραψε. Οι ήρωες τους μοναχικοί, τσακισμένοι, τσαλακωμένοι, παιδιά - θαύματα, ξεχασμένοι πατεράδες, δάσκαλοι της επαρχίας, κακές πεθερές, ένα αγόρι που κάθεται στην άκρη της ταράτσας κι ονειρεύεται να πετάξει στην αγκαλιά της αγαπημένης του.
«“Εις θάνατον” | “Εις τον Ιερόν Λόχον”»
Η συλλεκτική αυτή έκδοση περιλαμβάνει τα εμβληματικά ποιήματα του Ανδρέα Κάλβου, «Εις θάνατον» και «Εις τον Ιερόν Λόχον», συνοδευμένα από έναν επίμετρο κριτικό σχολιασμό τους, από τον σκηνοθέτη, ηθοποιό και μεταφραστή Ανδρέα Ανδρέου.
Η βιβλιοδεσία της έκδοσης έγινε χειροποίητα, με κηροκλωστή, με την παραδοσιακή ιαπωνική τεχνική, και το εξώφυλλο είναι φιλοτεχνημένο με το έργο του Francisco Goya, «Ο ύπνος της λογικής γεννάει τέρατα».
Ο Ανδρέας Κάλβος (1792 - 1869) αποτελεί ένα από τα μεγάλα αινίγματα της ελληνικής λογοτεχνίας των τελευταίων δύο αιώνων. «Πεθαίνοντας», κατά τα φαινόμενα και τα λεγόμενα του Γιώργου Σεφέρη, «πολύ νέος για την ποίηση», κληροδότησε πλήθος εικασιών και ασαφειών σχετικά με τον κοσμοπολίτικο, όσο και ταραγμένο βίο του, το πολυσχιδές και πολύγλωσσο έργο του και, ως γνωστόν, την παντελή απουσία οποιασδήποτε απεικόνισής του.
Σχεδόν ένα στα δύο ποιήματά του εμπεριέχει τύπο του λήμματος «τάφος». Τα ποιήματα «Εις θάνατον» και «Εις τον Ιερόν Λόχον» δεν αποτελούν εξαίρεση, παρουσιάζοντας, παράλληλα, μία ανεπανάληπτη ιδιαιτερότητα. Προϋποθέτουν το ένα το άλλο, την ίδια στιγμή που αυτονομούνται. Είναι όμοια, όσο και αντιθετικά. Εδώ, παρουσιάζονται για πρώτη φορά ανεξάρτητα από το ποιητικό σώμα, στο οποίο ανήκουν, αναδεικνύοντας με μεγάλη σαφήνεια τόσο την ειδική τους σχέση, όσο και την ευρύτερη καταγωγή τους.
«Η γλώσσα της φυγής»
Η πρώτη αυτή ποιητική συλλογή του Χρίστου Γ. Παπαδόπουλου γράφτηκε στο μεσοδιάστημα ανάμεσα στις δύο φυγές του. Ξεκίνησε να γράφεται το 1997, όταν έφυγε από τη Θεσσαλονίκη για Αθήνα, και ολοκληρώθηκε δέκα χρόνια αργότερα, λίγο πριν φύγει για το Κάιρο.
Τα 38 ποιήματα της συλλογής, φυλαγμένα για χρόνια στο συρτάρι του, εμπιστεύτηκε στη Μικρή Άρκτο, και κυκλοφορούν με το εξώφυλλο που επέλεξε, το ζωγραφικό έργο του Ανδρέα Γεωργιάδη από την ενότητα «Διασχίζοντας τον Νείλο», να επισφραγίζει το ταξίδι του με μια ποιητική απεικόνιση του προορισμού στον ενεστώτα χρόνο.
Η συλλογή τιμήθηκε με το πρώτο βραβείο στον Πανελλήνιο διαγωνισμό ποίησης «Κούρος Ευρωπού», το 2007, με πρόεδρο της επιτροπής βράβευσης την πανεπιστημιακό και ποιήτρια Ζωή Σαμαρά και εισηγητή τον πανεπιστημιακό Δημήτρη Κόκορη.
Θεσσαλονίκη - Αθήνα - Κάιρο. Τρεις πόλεις σταθμοί στη ζωή του Χρίστου Γ. Παπαδόπουλου. Η πρώτη, η πόλη που γεννήθηκε κι έζησε, δουλεύοντας από κλητήρας έως διαχειριστής αποθήκης χημικών, «η πόλις» που τον ακολουθεί, η δεύτερη, η πόλη που διορίστηκε ως δάσκαλος κι έζησε δέκα χρόνια, και η τελευταία, η πόλη όπου ζει εδώ και μια δεκαετία σχεδόν και θεωρεί καρμικό του προορισμό, εργαζόμενος ως διευθυντής του Ελληνικού Πολιτιστικού Κέντρου Καΐρου.
Τόποι, άνθρωποι, σχέσεις, νοσταλγία για ό,τι έφυγε, γίνονται δρόμοι, που συνθέτουν το ταξίδι του στον χώρο, στον χρόνο, στη μνήμη και στην ελληνική γλώσσα, εν αναμονή του μέλλοντα στη μητρική γλώσσα των ονείρων του, τη γλώσσα της φυγής.
naftemporiki.gr