Αυτή τη φορά επέλεξε να μην υποκύψει στις πιέσεις των αγορών, που περίμεναν ότι ο Σούπερ Μάριο θα παρέτεινε τις ενέσεις ρευστότητας, γράφει η Αγγελική Κοτσοβού.
Από την έντυπη έκδοση
Της Αγγελικής Κοτσοβού
[email protected]
Αυτή τη φορά επέλεξε να μην υποκύψει στις πιέσεις των αγορών, που περίμεναν ότι ο Σούπερ Μάριο θα παρέτεινε τις ενέσεις ρευστότητας.
Ο ισχυρός άνδρας της ΕΚΤ προτίμησε να κρατήσει τις ισορροπίες και να μη ρισκάρει νέες τριβές στους κόλπους της ΕΚΤ, διατηρώντας αμετάβλητα τα επιτόκια, αλλά και το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης, με μηνιαίες αγορές ενεργητικού 80 δισ. ευρώ και διάρκεια έως τον Μάρτιο του 2017.
Σε αυτή τη συνεδρίαση απέφυγε οποιαδήποτε συζήτηση για αλλαγή των όρων του προγράμματος, παρότι στερεύει επικίνδυνα η «δεξαμενή» των επιλέξιμων τίτλων.
Ο Μάριο Ντράγκι διέψευσε εκείνους που προσδοκούσαν παράταση των αγορών ενεργητικού τουλάχιστον έως τα τέλη του 2017, κρίνοντας ότι προς το παρόν δεν ήταν αναγκαίο να ληφθούν πρόσθετα μέτρα νομισματικής στήριξης. Για τον κ. Ντράγκι, η υπομονή είναι μία από τις μεγαλύτερες αρετές.
Και έχει επανειλημμένως αποδείξει ότι επιλέγει προσεκτικά τις επόμενες κινήσεις του στη χάραξη ενιαίας νομισματικής πολιτικής μέσα στην πολυφωνία των 19 χωρών-μελών της Ευρωζώνης.
Σε μια εποχή εντεινόμενων οικονομικών και γεωπολιτικών προκλήσεων, το τελευταίο πράγμα που χρειάζεται ο πρόεδρος της ΕΚΤ είναι μια νέα αντιπαράθεση με τους συντηρητικούς στο διοικητικό συμβούλιο της κεντρικής τράπεζας και ιδιαίτερα μια ρήξη με τον πρόεδρο της Bundesbank Γενς Βάιντμαν.
Επιπλέον, φαίνεται να διακρίνει πολύ καλά τα όρια της ποσοτικής χαλάρωσης και των αρνητικών επιτοκίων: Το απειλητικά μεγάλο «σύμπαν» των κρατικών ομολόγων με αρνητικές αποδόσεις που έχουν δημιουργήσει τα προγράμματα ποσοτικής χαλάρωσης (QE) των κεντρικών τραπεζών είναι ενδεικτικό των στρεβλώσεων που μπορούν να προκληθούν στις αγορές.
Η βασική εντολή της ΕΚΤ είναι η αποκατάσταση του πληθωρισμού κοντά στο στόχο 2%, κάτι που εδώ και τρία χρόνια δεν έχει καταφέρει, παρά τις γενναίες προσπάθειες και τα τολμηρά εγχειρήματα.
Oι αγορές ομολόγων έχουν ήδη ξεπεράσει το 1 τρισ. ευρώ και απομένουν περίπου έξι μήνες μέχρι την προγραμματισμένη ημερομηνία ολοκλήρωσης του QΕ. Παρ’ όλα αυτά, η οικονομία της Ευρωζώνης χάνει την αναπτυξιακή της δυναμική και φλερτάρει επικίνδυνα με τον αποπληθωρισμό.
Σε αυτή την κρίσιμη καμπή, ο Ευρωπαίος κεντρικός τραπεζίτης έκρινε ότι δεν είχε άλλη επιλογή από το να «εκβιάσει» με την αναμονή του τις κυβερνήσεις, ώστε ριχτούν πιο δυναμικά στη μάχη για την επανεκκίνηση της οικονομίας.
«Οι δημοσιονομικές πολιτικές θα πρέπει να συνδράμουν στη στήριξη της οικονομικής ανάκαμψης» υπογράμμισε χθες, με την ελπίδα ότι αυτή τη φορά θα συναντήσει ευήκοα ώτα, αλλά και ισχυρότερη βούληση.