Η αντίστροφη μέτρηση έχει ήδη ξεκινήσει για την αποστολή OSIRIS-REx της NASA, καθώς το διαστημόπλοιο βρίσκεται ήδη στην εξέδρα εκτόξευσης στο ακρωτήριο Κανάβεραλ, έτοιμο για να απογειωθεί στις 2:00 (ώρα Ελλάδας) τα ξημερώματα της Παρασκευής. Αμέσως μετά, το σκάφος θα βάλει «πλώρη» για τον διαστημικό βράχο Bennu, με σκοπό να γίνει το πρώτο μη επανδρωμένο σκάφος της NASA που θα συλλέξει και θα φέρει πίσω στη Γη δείγμα πετρωμάτων και σκόνης από έναν αστεροειδή.
Του Κώστα Δεληγιάννη
Η αντίστροφη μέτρηση έχει ήδη ξεκινήσει για την αποστολή OSIRIS-REx της NASA, καθώς το διαστημόπλοιο βρίσκεται ήδη στην εξέδρα εκτόξευσης στο ακρωτήριο Κανάβεραλ, έτοιμο για να απογειωθεί στις 2:00 (ώρα Ελλάδας) τα ξημερώματα της Παρασκευής. Αμέσως μετά, το σκάφος θα βάλει «πλώρη» για τον διαστημικό βράχο Bennu, με σκοπό να γίνει το πρώτο μη επανδρωμένο σκάφος της NASA που θα συλλέξει και θα φέρει πίσω στη Γη δείγμα πετρωμάτων και σκόνης από έναν αστεροειδή.
Όπως αναφέρει το περιοδικό Nature, η αποστολή πραγματοποιείται σε μία εποχή όπου αρκετές εταιρείες καταστρώνουν φιλόδοξα πλάνα για την εξόρυξη πολύτιμων πρώτων υλών από αστεροειδείς. Επομένως, αν πετύχει θα αποτελέσει μία απτή απόδειξη πως αυτά τα σχέδια δεν είναι ανέφικτα.
«Ευχόμαστε η εκτόξευση και η αποστολή να στεφθεί με επιτυχία», σημειώνει στο περιοδικό ο Κρις Λεβίσκι, πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της αμερικανικής Planetary Resources, η οποία θέλει να δημιουργήσει «διαστημικά ορυχεία» σε αστεροειδείς. Ένας στόχος που, όπως λέει, θα δημιουργήσει για πρώτη φορά επιχειρηματικές δυνατότητες στην εξερεύνηση του διαστήματος.
Ο στόχος πάντως του OSIRIS-REx είναι καθαρά επιστημονικός, αφού αν καταφέρει να φέρει πίσω στη Γη δείγματα του Bennu, από την ανάλυσή τους οι επιστήμονες ελπίζουν πως θα κατανοήσουν καλύτερα την προέλευση του πλανήτη μας και του ηλιακού συστήματος. Κι αυτό γιατί ο αστεροειδής δημιουργήθηκε πριν από περίπου 4,5 δισεκατομμύρια χρόνια, την ίδια δηλαδή εποχή που σχηματίσθηκε η Γη και οι υπόλοιποι πλανήτες.
Ο διαστημικός «βράχος» έχει διάμετρο μόλις 500 μέτρα και ταξιδεύει με ταχύτητα 100.000 χλμ./ώρα, ενώ ανακαλύφθηκε το 1999. Μία βασική αιτία που η NASA τον επέλεξε για προορισμό του OSIRIS-REx ήταν το γεγονός ότι, λόγω της σχεδόν κυκλικής τροχιάς του, ανά έξι χρόνια έρχεται πολύ κοντά στη Γη, σε απόσταση περίπου 300.000.
Πέρα όμως από το ότι είναι σχετικά εύκολα προσβάσιμος για ένα μη επανδρωμένο διαστημόπλοιο, ένα ακόμη πλεονέκτημά του είναι πως περιστρέφεται σχετικά αργά, συγκριτικά με άλλους αστεροειδείς. Επομένως, η σκόνη που εκτινάσσεται δεν θα μπορούσε να προκαλέσει ζημιά στο σκάφος.
Ακόμη κι έτσι πάντως, η λήψη δείγματος κάθε άλλο παρά εύκολη θα είναι. Όταν το OSIRIS-REx θα τεθεί σε τροχιά γύρω από τον αστεροειδή, τον Αύγουστο του 2018, και αφότου για περίπου 2 χρόνια εξερευνήσει με τα όργανά του τον Bennu, θα πλησιάσει ακόμη περισσότερο την επιφάνειά του, ώστε να την «αγγίξει» με έναν ειδικό βραχίονα μήκους 3,35 μέτρων.
Στη συνέχεια, ο βραχίονας θα απελευθερώσει πεπιεσμένο αέριο άζωτο, ώστε να εκτιναχθεί σκόνη και μικρά κομμάτια πετρωμάτων, τα οποία θα «ρουφήξει» σε ένα δοχείο αποθήκευσης. Με αυτό τον τρόπο, όπως εκτιμούν οι επιστήμονες, θα συγκεντρωθούν τουλάχιστον 60 γραμμάρια υλικού από τον «βράχο».
Αν δεν υπάρξει κάποιο απρόοπτο, το σκάφος θα φέρει στη Γη τη μεγαλύτερη ποσότητα «εξωγήινων ορυκτών» από την εποχή του διαστημικού προγράμματος Apollo. Ακόμη και στην περίπτωση του ιαπωνικού σκάφους Hayabusa-2, το οποίο έχει ήδη ξεκινήσει για τον αστεροειδή Ryugu, οι επικεφαλής της αποστολής δεν σχεδιάζουν να συγκεντρώσουν πάνω από 1 γραμμάριο δείγματος.
Από την ανάλυση του δείγματος από τον Bennu, οι επιστήμονες θα προσδιορίσουν τη χημική του σύσταση. Η ελπίδα των επιστημόνων είναι πως η ανάλυση θα τους επιφυλάσσει ευχάριστες εκπλήξεις, εντοπίζοντας στο υλικό νερό σε κατάσταση πάγου και οργανικά μόρια όπως αμινοξέα.
Σε μία τέτοια περίπτωση, θα κερδίσει έδαφος η θεωρία της πανσπερμίας, σύμφωνα με την οποία βασικά «συστατικά» για την ανάπτυξη ζωής στη Γη μεταφέρθηκαν στον πλανήτη μας από αστεροειδείς, που τον βομβάρδισαν πριν από εκατομμύρια χρόνια. Επίσης, θα ενισχύσουν τις πιθανότητες κάτι ανάλογο να έχει συμβεί και σε άλλα σώματα του ηλιακού μας συστήματος, όπως στην Ευρώπη, τον δορυφόρο του Δία.