Πολιτιστικά
Κυριακή, 21 Αυγούστου 2016 16:20

Έρευνα στον Ναό της Ήρας στην Αρχαία Ολυμπία

Ο αρχαιολόγος Φίλιπ Σαπιρστίν (Philip Sapirstein), στο τελευταίο τεύχος του αμερικανικού περιοδικού Archaeology, ασχολείται με ένα επίκαιρο, λόγω της Ολυμπιάδας του Ρίου, θέμα: την έρευνά του για τον Ναό της Ήρας στην Αρχαία Ολυμπία, τη γενέτειρα των Ολυμπιακών Αγώνων.

Ο αρχαιολόγος Φίλιπ Σαπιρστίν (Philip Sapirstein), στο τελευταίο τεύχος του αμερικανικού περιοδικού Archaeology, ασχολείται με ένα επίκαιρο, λόγω της Ολυμπιάδας του Ρίου, θέμα: την έρευνά του για τον Ναό της Ήρας στην Αρχαία Ολυμπία, τη γενέτειρα των Ολυμπιακών Αγώνων.

Λίγο πριν την ολοκλήρωση της 31ης σύγχρονης Ολυμπιάδας, το περιοδικό αναφέρεται στην τρισδιάστατη απεικόνιση του Ναού στην οποία προχώρησε ο Δρ. Σαπιρστίν, επίκουρος Καθηγητής της Ιστορίας της Τέχνης στο Πανεπιστήμιο του Νεμπράσκα-Λίνκολν, που ασχολείται με την ιστορία της ελληνικής αρχιτεκτονικής, εστιάζοντας στο πρόβλημα της προέλευσης των ρυθμών και κυρίως του δωρικού στην αρχαϊκή εποχή (700 - 480 π.Χ.). Πεδίο όχι και τόσο εύκολο, καθώς τα αρχιτεκτονικά κατάλοιπα της περιόδου είναι αρκετά σπάνια.

Ο αρχαιολόγος θέτει το ερώτημα αν πρέπει να επανεξεταστεί η θεωρία σύμφωνα με την οποία ο δωρικός ρυθμός των αρχαιοελληνικών λίθινων Ναών ήταν εξέλιξη των ξύλινων «προγόνων» τους.

Ο Ναός της Ήρας ή Ηραίο στην Ολυμπία, που κτίστηκε στη βορειοδυτική γωνία του ιερού χώρου της Άλτεως, στους νότιους πρόποδες του Κρονίου λόφου, είναι από τους αρχαιότερους Ναούς δωρικού ρυθμού που σώζονται στην Ελλάδα - χρονολογείται γύρω στα 600 π. Χ. Όπως αναφέρει ο Καθηγητής στο αμερικανικό περιοδικό, πρόκειται για έναν πολύ καλά διατηρημένο Ναό, που δεν φαίνεται να έχει υποστεί σημαντικές αλλαγές ή ανακαινίσεις, παρά τη μεγάλη ιστορία χρήσης του, η οποία αγγίζει τα 1.000 χρόνια.

«Είναι από τα λίγα οικοδομήματα της περιόδου που μπορούμε να χρονολογήσουμε από τη στρωματογραφία και όχι μόνο από τα υφολογικά χαρακτηριστικά», σημειώνει. Επίσης, είναι ένας από τους καλύτερα διατηρημένους περίπτερους δωρικούς Ναούς,  φέρει, δηλαδή, κίονες και στις τέσσερις πλευρές του. «Ο Ναός αποτελεί μια πολύ σημαντική στιγμή στην ιστορία της ελληνικής αρχιτεκτονικής. Το γεγονός ότι οι κίονες του Ηραίου είναι λίθινοι, δηλαδή από ακριβό υλικό που απαιτεί έντονη επεξεργασία, σηματοδοτεί μια σημαντική επέκταση στην επένδυση των Ελλήνων όσον αφορά στην κατασκευή μνημειακών κτηρίων», αναφέρει ο ίδιος στο Archaeology.

Ο ναός αυτός έχει συνδεθεί με μια ερμηνεία, που δεν έχει αμφισβητηθεί εδώ και δεκαετίες. «Η “μεγάλη ιστορία” πίσω από το Ηραίο είναι ότι οι κίονές του ήταν αρχικά ξύλινοι που σταδιακά αντικαταστάθηκαν από λίθο, κάτι που ταιριάζει με την πεποίθηση ότι ο δωρικός ρυθμός αναπτύχθηκε αρχικά στο ξύλο», εξηγεί ο ίδιος για τη σύλληψη της ιδέας, η οποία, όπως σημειώνει, δεν στηρίχτηκε σε αρχαιολογικά στοιχεία, αλλά στον Βίλελμ Ντέρπφελντ, τον Γερμανό αρχαιολόγο των τελών του 19ου αιώνα και μελετητή του οικοδομήματος, που υποστήριξε ότι στην αρχαία αρχιτεκτονική η φόρμα ακολουθεί τη λειτουργία. Δηλαδή, για τον Ντέρπφελντ, το Ηραίο στην Ολυμπία θα είχε εξελιχθεί διαφορετικά αν δεν είχε κατασκευαστεί αρχικά από ξύλο. Η θεωρία του, μάλιστα, βρίσκει σύμμαχο την ιδιομορφία του Ναού, στον οποίο κίονες και κιονόκρανα διαφέρουν μεταξύ τους - ο Γερμανός αρχαιολόγος υποστήριξε πως κάθε φορά που ένας ξύλινος κίονας χαλούσε τον αντικαθιστούσαν με λίθινο, διατυπώνοντας την ερμηνεία που ισχύει ως σήμερα.

Στο άρθρο αναφέρεται, επίσης, ότι ένα από τα κύρια στοιχεία που παρατίθενται για να στηριχτεί η ιδέα της ξύλινης προέλευσης του δωρικού ρυθμού είναι οι εγκοπές σε σχήμα ημισελήνου στον στυλοβάτη (τη βάση στήριξης των κιόνων), οι οποίες διευκόλυναν την ανύψωση των ξύλινων κιόνων. Η θεωρία αυτή βασίστηκε στα παλιά σχέδια του Ηραίου που έγιναν πριν έναν αιώνα κατά τη διάρκεια των πρώιμων ανασκαφών. Είναι όμως έτσι;

Ο Δρ. Σαπιρστίν, με τη βοήθεια της ψηφιακής φωτογραμμετρίας, που χρησιμοποιεί χιλιάδες φωτογραφίες από διαφορετικές πλευρές ενός μνημείου δημιουργώντας μια τρισδιάσταση απεικόνιση, κατάφερε να «ξαναστήσει» το Ηραίο στα «πόδια» του, ακόμα και σε σημεία από τα οποία λείπουν σημαντικά τμήματα. Με τον καθαρισμό της περιοχής του στυλοβάτη, από τον οποίον λείπουν έξι κίονες, ο Καθηγητής συνειδητοποίησε ότι οι εγκοπές δεν είχαν καμία σχέση με τη μετακίνηση των ξύλινων κιόνων. «Είχα μια στιγμή αποκάλυψης», σημειώνει ο ίδιος στο περιοδικό, συνειδητοποιώντας ότι οι εγκοπές αυτές μπορούσαν να σχετίζονται κάλλιστα με την ανόρθωση μονολιθικών λίθινων κιόνων και όχι απαραίτητα ξύλινων, συνεπώς μπορεί να μην ήταν από ξύλο κανένας από τους κίονες του περιστυλίου. «Η τρισδιάστατη καταγραφή ήταν ουσιαστική στην αποκάλυψη του πώς μπορεί όλο αυτό να λειτούργησε», αναφέρει ο ίδιος, θέτοντας σε αμφισβήτηση μια από τις πιο στέρεες θεωρίες στην ιστορία της ελληνικής αρχιτεκτονικής.