Διεθνής ομάδα επιστημόνων χρησιμοποίησε ραδιοχρονολόγηση για να καθορίσει ότι ένας καρχαρίας Γροιλανδίας έχει ηλικία περίπου 400 χρονών, αφήνοντας πίσω τα προηγούμενα ρεκόρ πιο γηραιών ζώων.
Διεθνής ομάδα επιστημόνων χρησιμοποίησε ραδιοχρονολόγηση για να καθορίσει ότι ένας καρχαρίας Γροιλανδίας έχει ηλικία περίπου 400 χρονών, αφήνοντας πίσω τα προηγούμενα ρεκόρ πιο γηραιών ζώων.
Οι καρχαρίες της Γροιλανδίας είναι απειλούμενο είδος που βρίσκεται στον Αρκτικό Ωκεανό, με τους επιστήμονες να μη γνωρίζουν ακόμη όλες τις λεπτομέρειες αναπαραγωγής τους.
«Οι βιολόγοι προσπαθούν να προσδιορίσουν την ηλικία και τη μακροζωία του καρχαρία της Γροιλανδίας για δεκαετίες, αλλά χωρίς επιτυχία. Δεδομένου ότι αυτός ο καρχαρίας βρίσκεται στην κορυφή της τροφικής αλυσίδας των υδάτων της Αρκτικής, είναι σχεδόν απίστευτο ότι δεν ξέραμε για πόσα χρόνια ζει», δήλωσε ο ειδικός Στίβεν Καμπάνα του Πανεπιστημίου της Ισλανδίας στη βρετανική εφημερίδα Guardian.
Οι επιστήμονες κατάφεραν να εκτιμήσουν τις εντυπωσιακές ηλικίες αυτών των μεγαλοπρεπών αρπακτικών με μια καινοτόμο μέθοδο. Συγκεκριμένα εφάρμοσαν ραδιοχρονολόγηση στις πρωτεΐνες των ματιών από 28 θηλυκούς καρχαρίες Γροιλανδίας, οι οποίοι πιάστηκαν από το 2010 έως το 2013 σε επιστημονικές αποστολές.
Οι επιστήμονες έλαβαν υπ’ όψιν τους τις δοκιμές ατομικών βομβών, οι οποίες έχουν αυξήσει τα επίπεδα άνθρακα-14 στην ατμόσφαιρα της Γης, για τους υπολογισμούς τους. Το άλμα στα επίπεδα άνθρακα-14 κοντά στο 1950 δρουν ως σημάδι για να βοηθήσουν τους επιστήμονες να καθορίσουν την ηλικία των καρχαριών. Δύο από τους καρχαρίες είχαν πιθανότατα γεννηθεί μετά το 1960, αλλά όλοι οι άλλοι καρχαρίες φαίνεται να έχουν γεννηθεί πριν από την ημερομηνία αυτή.
Με βάση την χρονολόγηση άνθρακα και τις εκτιμήσεις της ανάπτυξης των καρχαριών της Γροιλανδίας, οι επιστήμονες καθόρισαν τις ηλικίες των υπόλοιπων καρχαριών και ένας καρχαρίας εξ αυτών, με μήκος σχεδόν 5 μέτρα, πιστεύεται ότι είναι περίπου 392 ετών.
Οι αριθμοί αυτοί σημαίνουν ότι οι καρχαρίες ενηλικιώνονται μετά από 150 χρόνια περίπου, γεγονός που οδηγεί στην αμφισβήτηση των αποτελεσμάτων από άλλους επιστήμονες, με περαιτέρω έρευνα να κρίνεται απαραίτητη.