Σε μια σύγκριση της Ελλάδας με παρόμοιου μεγέθους κράτη της Ευρωζώνης, όπως η Φινλανδία, η Ολλανδία ή το Βέλγιο, γίνεται σαφής μια σημαντική διαφορά: οι οικονομίες αυτές οδηγούνται από την καινοτομία και τη συνεχή βελτίωση, με την τακτική εισαγωγή νέων προϊόντων και τεχνολογιών. Σε αντίθεση με την Ελλάδα, που δεν είναι και δεν θα γίνει καινοτόμος απλώς μειώνοντας το κόστος ή αυξάνοντας και πάλι τις δημόσιες δαπάνες, όπως ορισμένοι υποστηρίζουν. Γράφει ο Αλέξανδρος Κρητικός
Από την έντυπη έκδοση
Του Αλέξανδρου Κρητικού*
Σε μια σύγκριση της Ελλάδας με παρόμοιου μεγέθους κράτη της Ευρωζώνης, όπως η Φινλανδία, η Ολλανδία ή το Βέλγιο, γίνεται σαφής μια σημαντική διαφορά: οι οικονομίες αυτές οδηγούνται από την καινοτομία και τη συνεχή βελτίωση, με την τακτική εισαγωγή νέων προϊόντων και τεχνολογιών. Σε αντίθεση με την Ελλάδα, που δεν είναι και δεν θα γίνει καινοτόμος απλώς μειώνοντας το κόστος ή αυξάνοντας και πάλι τις δημόσιες δαπάνες, όπως ορισμένοι υποστηρίζουν.
Ένα «κουβάρι» κανονισμών στην Ελλάδα παραλύει την επιχειρηματική δραστηριότητα με χρονοβόρες και κοστοβόρες διαδικασίες που επίσης δημιουργούν αβεβαιότητα. Υπονομεύει τον ανταγωνισμό με άκαμπτες τιμές, περιορισμούς εισόδου και κλειστά επαγγέλματα, αποτρέποντας τις επενδύσεις και επιβραδύνοντας την οικονομική ανάπτυξη. Η ρύθμιση της αγοράς προϊόντων αποτρέπει την επιχειρηματική δραστηριοποίηση διεθνών εταιρειών στην Ελλάδα.
Ακόμη χειρότερα, οι τελευταίες ενέργειες της σημερινής κυβέρνησης -σημαντικές αυξήσεις φόρων και εισφορών- και τα capital controls αναστέλλουν την υψηλότερη επένδυση και καινοτομία, οδηγώντας τις επιχειρήσεις είτε στο κλείσιμο είτε στη μεταφορά τους εκτός Ελλάδας.
Έπειτα από 7 χρόνια οικονομικής ύφεσης, η συνακόλουθη συζήτηση εξάγει ένα σαφές συμπέρασμα: η Ελλάδα θα επιτύχει τη μεταστροφή μόνο όταν θα αρχίσει να αξιοποιεί καλύτερα τα συγκριτικά της πλεονεκτήματα και θα θέσει τα θεμέλια για την παραγωγή εμπορευμάτων υψηλότερης προστιθέμενης αξίας.
Επί του παρόντος, οι καινοτόμοι, προσανατολισμένες στο μέλλον, βιομηχανίες υψηλής προστιθέμενης αξίας είναι σχεδόν απούσες από την Ελλάδα και το ερώτημα είναι κατά πόσο η χώρα πληροί τις προϋποθέσεις ώστε να διαθέτει τέτοιες βιομηχανίες.
Μια βαθύτερη ματιά αποκαλύπτει ότι υπάρχει ένας τεράστιος αριθμός άριστων Ελλήνων ερευνητών και επιχειρηματιών, επαγγελματιών και διευθυντικών στελεχών, οι οποίοι ωστόσο δεν έχουν στην Ελλάδα την απαιτούμενη οικονομική, θεσμική και πολιτική στήριξη που θα τους επιτρέψει να υλοποιήσουν τις ιδέες τους. Ως εκ τούτου, βλέπουμε μια μαζική έξοδο εκείνων που θα μπορούσαν να δημιουργήσουν μελλοντικές βιομηχανίες προς τις βόρειες χώρες της Ε.Ε. και τις ΗΠΑ. Το δυστυχές λοιπόν είναι ότι η Ελλάδα έχει «κρύψει» προσόντα που είναι ιδιαιτέρως υποτιμημένα στην ανάλυση των οικονομικών προοπτικών της.
Το μέλλον της ελληνικής οικονομίας θα καθοριστεί από την ανταγωνιστικότητα και την παραγωγικότητα, η οποία αφορά την καινοτομία της. Η ανάκαμψη στην Ελλάδα θα επιτευχθεί μόνο αν η χώρα αρχίσει να μετατρέπει τη διαρροή εγκεφάλων σε κυκλοφορία εγκεφάλων και αν η ελληνική οικονομία αποδειχθεί σε θέση να λάβει θετικά ερεθίσματα από αυτήν την εξέλιξη.
Η χώρα θα πρέπει να εφαρμόσει πολύ περισσότερες μεταρρυθμίσεις και να υλοποιήσει σημαντικές επενδύσεις για να εισέλθει στους καινοτόμους τομείς και να ανταγωνιστεί στις διεθνείς αγορές. Για να το πετύχει αυτό, η ελληνική κυβέρνηση χρειάζεται να προβεί στα εξής: 1) μείωση της γραφειοκρατίας και ουσιαστική βελτίωση του κανονιστικού και θεσμικού περιβάλλοντος 2) αναδιοργάνωση των δημόσιων οικονομικών της και δημιουργία ενός φορολογικού συστήματος φιλικού στην επιχειρηματικότητα 3) αναδιάρθρωση των δημόσιων δαπανών και κατεύθυνση οικονομικών πόρων σε ερευνητικούς θεσμούς και πανεπιστήμια - ο υπουργός Έρευνας Φωτάκης ανέλαβε πρόσφατα μια πρώτη σημαντική αντίστοιχη πρωτοβουλία 4) δημόσια υποστήριξη συμπράξεων ανάμεσα στους τομείς της έρευνας, των επιχειρήσεων και της επιχειρηματικότητας, εν μέσω ελεύθερης ανταλλαγής ιδεών.
Η δημιουργία ενός περιβάλλοντος που θα φέρνει πίσω Έλληνες ερευνητές και επιχειρηματίες, εξέλιξη που θα υποστηρίξει επίσης την τοπική αλυσίδα της καινοτομίας, είναι ζωτικής σημασίας για το μέλλον της χώρας.
Η έξοδος από την ελληνική κρίση θα ξεκινήσει μόνο εφόσον αναπτυχθεί μια ατζέντα μεταρρυθμίσεων ελληνικής ιδιοκτησίας. Μόνο έτσι θα αποκτήσει η ελληνική κυβέρνηση την εμπιστοσύνη των αγορών και των Ευρωπαίων εταίρων.
Αν η Ελλάδα κεφαλαιοποιήσει καλύτερα τη συμμετοχή της στην Ευρωζώνη και εφαρμόσει διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, θα αρχίσει να προσελκύει ταλέντα και επενδύσεις που προσθέτουν καινοτόμους τομείς στην οικονομική δομή της.
Δεν χρειάζεται κανένα μαγικό ραβδί. Οι χώρες της Ανατολικής Ευρώπης έχουν ήδη χαράξει το μονοπάτι. Το μόνο που χρειάζεται είναι μια κυβέρνηση, ανεξαρτήτως κομματικής προέλευσης, να δεσμευτεί για ένα καλύτερο μέλλον προς το συμφέρον όλων των Ελλήνων, αντί να συνεχίσει την πελατειακή προσέγγιση που επικρατεί μέχρι σήμερα.
Για τον σκοπό αυτό, χρειάζονται υποστηρικτικοί πιστωτές, οι οποίοι θα μετατοπιστούν από την απαίτηση για περαιτέρω μέτρα λιτότητας στην απαίτηση για μια ολοκληρωμένη στρατηγική που θα συνδυάζει τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις με μια επενδυτική στρατηγική. Μέχρι σήμερα, η ελληνική κυβέρνηση δεν έχει λάβει συγκεκριμένα μέτρα προς την κατεύθυνση των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και οι πιστωτές της συνεχίζουν να επιμένουν μόνο στα μέτρα λιτότητας. Υπό αυτές τις συνθήκες, η ελληνική κρίση πιθανώς θα συνεχιστεί. Έτσι, θα περιμένουμε ακόμη αυτό στο οποίο στοχεύει μια ελληνική τραγωδία: την κάθαρση.
* Το άρθρο αυτό είναι μέρος αφιερώματος στο πλαίσιο συνεργασίας της «Ναυτεμπορικής» και του «DIW Berlin» για την κρίση στην Ελλάδα. Βασίζεται στην έρευνα «Η ελληνική κρίση: Μια ελληνική τραγωδία;» και εκφράζει την προσωπική άποψη του συντάκτη.