Στις φιλόξενες αυτές στήλες της «ΝΑΥΤΕΜΠΟΡΙΚΗΣ» καταθέταμε την περασμένη Δευτέρα 13/6 το ερώτημα, μήπως η κυβέρνηση με την παράξενη αυτή προ-διαχείριση του Εργασιακού εν όψει της... δεύτερης αξιολόγησης του μνημονίου-3, το φθινόπωρο, μετά «τα μπάνια του λαού», επιχειρήσει να δώσει την τελική της μάχη με μνήμες Αριστεράς, γράφει ο Α.Δ. Παπαγιαννίδης.
Από την έντυπη έκδοση
Του Α.Δ. Παπαγιαννίδη
[email protected]
Στις φιλόξενες αυτές στήλες της «ΝΑΥΤΕΜΠΟΡΙΚΗΣ» καταθέταμε την περασμένη Δευτέρα 13/6 το ερώτημα, μήπως η κυβέρνηση με την παράξενη αυτή προ-διαχείριση του Εργασιακού εν όψει της... δεύτερης αξιολόγησης του μνημονίου-3, το φθινόπωρο, μετά «τα μπάνια του λαού», επιχειρήσει να δώσει την τελική της μάχη με μνήμες Αριστεράς.
Τώρα, περίπου ως απάντηση στην παράξενη αυτή εκδήλωση των «Παραιτηθείτε!» στο Σύνταγμα (που της έδωσε υπόσταση η ομοβροντία επιθετικών τοποθετήσεων από Νίκο Φίλη μέχρι Ανδρέα Νεφελούδη, ενώ... την άδειαζε από ουσία η περίτεχνη διστακτικότητα στον χώρο της αντιπολίτευσης), έρχεται η επιλογή Αλέξη Τσίπρα να μιλήσει για την ανάπτυξη - «δίκαιη ανάπτυξη», όπως αναμενόταν- στο Μουσείο της Ακρόπολης, ενώπιον όλης της στελεχιακής αρματωσιάς της κυβέρνησης, ως προσπάθεια κεντρικής επιλογής.
Αρχίζει και αποκτά άλλο ενδιαφέρον το φετινό καλοκαίρι, καθώς, μάλιστα, περιστοιχίζεται από δύο άλλες τοποθετήσεις. Που κι αυτές «βλέπουν» μέλλον.
Η πρώτη είναι εκείνη του Γιάννη Στουρνάρα, που ουσιαστικά είπε κάτι και γνωστό και δεδομένο, όμως το κατέθεσε επίσημα, ως διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος και με άρθρο στους F.T.: η παρανοϊκή στόχευση για 3,5% του ΑΕΠ πρωτογενές πλεόνασμα από το 2018 και πέρα, σταθερά, κάθε χρόνο, χρειάζεται να υποχωρήσει.
Να πάει σε κάτι σαν 2% του ΑΕΠ (έστω, αφού «πιαστεί» το 3,5% για μια χρονιά, να δείξει τη δέσμευση της Ελλάδας!), σε κάτι και συμβατό με την κοινωνική αποδοχή αλλά και με τις ίδιες τις αντοχές της οικονομίας.
Να σημειωθεί ότι ήδη και από τους Ευρωπαίους ακούγονταν τέτοια πράγματα -ακόμη και από τον Βάλντις Ντομπρόβσκις, που έχει και αρμοδιότητα... - με τη λογική του «δεν είναι πρόθεση των δανειστών να παραμείνει στο 3,5% το πλεόνασμα για μετά το 2018».
Βέβαια, ο Γ. Στουρνάρας το έθεσε πολύ ευρύτερα: ζήτησε μετάβαση σε «νέα συμφωνία», δηλαδή αντικατάσταση του κακόζηλου μνημονίου-3, που υπήρξε (δική μας η διατύπωση...) εκδικητική συνέπεια της άγαρμπης διαπραγμάτευσης Βαρουφάκη, αλλά και των εσωτερικών πολιτικών αναγκών των «εταίρων» (λέγε με Σόιμπλε).
Αλλά και συνέπεια -να ‘μαστε ειλικρινείς - του εγγενούς (built-in) αδιεξόδου του μνημονίου-2, που με τη σειρά του είχε αντικαταστήσει το ακόμη πιο εγγενές αδιέξοδο μνημόνιο -1.
Ίσως ακόμη βαρύτερη ήταν η πιο επίσημη από πλευράς ΕΚΤ, διά του μέλους της Εκτελεστικής Επιτροπής της Μπενουά Κερέ (μίλησε στο διακριτικό γαλλικό France-24, αλλά το έκανε βούκινο διεθνώς το Bloomberg), αναγνώριση της μη βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους.
«Ένας ακόμη γύρος ελάφρυνσης του ελληνικού χρέους, παρ’ όλο που αυτό έχει αναδιαρθρωθεί δύο φορές μέχρι τώρα, κρίνεται αναγκαίος».
Μπροστά σ’ ένα τέτοιο σκηνικό, έρχεται να διεκδικήσει τον συντονισμό του βηματισμού προς την ανάπτυξη ο ίδιος ο πρωθυπουργός.
Τώρα, τώρα που όλοι -επιτέλους- συμφωνούν ότι χωρίς ανάπτυξη δεν υπάρχει διέξοδος απ’ εδώ που βρέθηκε η ελληνική οικονομία. Θα ακουστούν, είναι βέβαιο αυτό, πολλά και ωραία και σωστά!
Όμως, να, η ανάπτυξη ούτε διατάσσεται ούτε νομοθετείται (έχει γίνει καλή δουλειά από τον Λόη Λαμπριανίδη για τον αναπτυξιακό νόμο: χρήσιμο εργαλείο, αλλά απλώς εργαλείο) ούτε αλλάζει επειδή κανείς της βάζει πρόσημο («δίκαιη ανάπτυξη», «βιώσιμη ανάπτυξη», «αναπτυξιακό σοκ»). Η ανάπτυξη είτε επιδιώκεται και πετυχαίνει είτε επιδιώκεται ή δεν επιδιώκεται αλλά δεν πετυχαίνει. (Είπαμε ότι το να μην επιδιώκεται η ανάπτυξη είναι υπόθεση που δεν υπάρχει καν στο τραπέζι).
Αν όμως είναι να ξεκολλήσει το καταταλαιπωρημένο σκαρί της ελληνικής οικονομίας από τα αβαθή, αν είναι να έρθουν (αληθινά) επενδυτικά κεφάλαια είτε ξένα είτε Ελλήνων επαναπατριζόμενα, προκειμένου να αντιστραφεί η καταστροφική τάση αποεπένδυσης, αλλά και να αποφευχθεί μια ανάπτυξη ρηχή χωρίς δημιουργία απασχόλησης/jobless, θα χρειαστούν θυσίες.
Θυσία ενός ορισμένου λόγου που ξόρκιζε ό,τι το επενδυτικό: τη μια με «πράσινη» λογική, την άλλη με λογική ζήλιας ή καχυποψίας, την άλλη με ιδεολογία/αριστεροφροσύνη. Θυσία των ακραίων παρελκυστικών συμπεριφορών της διοίκησης (που δρα ή αδρανεί μόνη της;) ή της Δικαιοσύνης (που πρέπει να ‘ναι τυφλή, όχι όμως γκαβή).
Καθώς όμως το σκηνικό της ανάπτυξης θα στηθεί στο Μουσείο της Ακρόπολης, ας θυμηθούν και της Ιφιγένειας τη θυσία, που έφερε ούριο άνεμο και σάλπαραν τα πλοία για την Τροία: δεν ζούμε πλέον στην αχλύ του μύθου, οπότε μην το πάμε τόσο ακραία, όμως ας αποβιβαστεί μ’ όλον του τον σπαραγμό ψυχής για όσα τον ταλαιπωρούν π.χ. ο Χρήστος Σπίρτζης.
Έχει κατορθώσει να λειτουργεί κι από Δρίτσα και Σκουρλέτη πιο ανασχετικά για εκείνο που λέγεται «επενδύσεις». Να σαλπάρουν τα καράβια...