Απόψεις
Τρίτη, 07 Ιουνίου 2016 12:28

Το σχέδιο Γιούνκερ θα πρέπει να γυρίσει ανάποδα

Το Επενδυτικό Πρόγραμμα για την Ευρώπη, γνωστό επίσης ως σχέδιο Γιούνκερ, εγκρίθηκε τον Ιούνιο του 2015. Αμέσως μετά ξεκίνησε το Ευρωπαϊκό Ταμείο Στρατηγικών Επενδύσεων (EFSI). Ο στόχος του σχεδίου είναι η υπέρβαση της έλλειψης επενδύσεων στην Ε.Ε. Η πρωτοβουλία όμως «χρεώνεται» ένα απογοητευτικό ξεκίνημα, γράφουν οι Grégory Claeys και Álvaro Leandro.

Από την έντυπη έκδοση

Grégory Claeys και Álvaro Leandro
Αναλυτές στο ευρωπαϊκό think tank, Bruegel

Το Επενδυτικό Πρόγραμμα για την Ευρώπη, γνωστό επίσης ως σχέδιο Γιούνκερ, εγκρίθηκε τον Ιούνιο του 2015. Αμέσως μετά ξεκίνησε το Ευρωπαϊκό Ταμείο Στρατηγικών Επενδύσεων (EFSI). Ο στόχος του σχεδίου είναι η υπέρβαση της έλλειψης επενδύσεων στην Ε.Ε. Η πρωτοβουλία όμως «χρεώνεται» ένα απογοητευτικό ξεκίνημα.

Η βασική ιδέα του σχεδίου είναι η χρήση του προϋπολογισμού της Ε.Ε. ως εγγύησης για έργα της ΕΤΕπ που θα ήταν πιο ριψοκίνδυνα και πιο καινοτόμα από τα συνήθη σχέδια της τράπεζας. Τα έργα αυτά, που φέρουν την ένδειξη «EFSI», θα πρέπει να δημιουργήσουν ένα σύνολο 315 δισ. ευρώ πρόσθετων επενδύσεων για τα επόμενα τρία χρόνια, μέσω της μόχλευσης και της συγχρηματοδότησης. Υπάρχουν όμως δύο ζητήματα.

Το πρώτο ζήτημα είναι ότι για την επίτευξη του στόχου, το σχέδιο προβλέπει πως η ΕΤΕπ θα καταβάλει 60 δισ. ευρώ σε επιπλέον έργα μέσα σε τρία χρόνια. Το πρόγραμμα όμως ξεκίνησε πριν από έναν χρόνο και μέχρι στιγμής έχουν εγκριθεί projects αξίας μόνο 11,2 δισ. ευρώ, μόλις πάνω από το μισό του στόχου για το πρώτο έτος. Αν είναι να επιτευχθούν οι στόχοι του Γιούνκερ, θα πρέπει να ανεβεί ο ρυθμός.

Χρηματοδότηση πρόσθετων έργων

Το δεύτερο -και πιο σημαντικό- ζήτημα είναι ότι το σχέδιο θα αυξήσει τις επενδύσεις μόνο αν ωθήσει την ΕΤΕπ να χρηματοδοτήσει «πρόσθετα» έργα αξίας τα οποία αυτήν τη στιγμή δεν είναι σε θέση να εξασφαλίσουν χρηματοδότηση με άλλον τρόπο και να μειώσει τα ρίσκα που αναλαμβάνουν οι ιδιώτες επενδυτές ώστε να αυξήσει τις πιθανότητες να τους προσελκύσει. Εξάλλου, οι πόροι που χρησιμοποιούνται για την εγγύηση αυτών των έργων της ΕΤΕπ προέρχονται από μια ανακατανομή των προϋπολογισμών της Ε.Ε. για την περίοδο 2015-2020 και αντλούνται κυρίως από τους τομείς Έρευνας & Καινοτομίας και Υποδομών Μεταφορών.

Τα κόστη ανάληψης των χρημάτων από αυτά τα προγράμματα δικαιολογούνται μόνο αν οδηγούν σε «πρόσθετες» επενδύσεις της ΕΤΕπ, δηλαδή σε έργα υψηλότερου προφίλ κινδύνου, σε σύγκριση με τα έργα που υποστηρίζονται από τις συνήθεις δραστηριότητες της ΕΤΕπ.

Ο καλύτερος τρόπος να αξιολογήσει κανείς την «προσθετικότητα» αυτών των έργων θα ήταν να γνώριζε το προφίλ κινδύνου του κάθε έργου EFSI. Ωστόσο, αυτή η πληροφορία δεν είναι διαθέσιμη. Μια εναλλακτική, έστω ατελής, μέθοδος εκτίμησης είναι η χρήση των περιγραφών των έργων για τον εντοπισμό παρόμοιων επιχειρήσεων που χρηματοδοτούνται από την ΕΤΕπ εκτός του Επενδυτικού Σχεδίου.

Η ομοιότητα και η «προσθετικότητα» δεν είναι ακριβώς οι ίδιες, ωστόσο δίδεται μια καλή ένδειξη για το πώς έχει χρησιμοποιηθεί από την ΕΤΕπ η εγγύηση της Ε.Ε.

Από τα 55 έργα που έχουν εγκριθεί μέχρι στιγμής και για τα οποία διαθέτουμε στοιχεία, υπάρχει μόνο ένα έργο για το οποίο δεν θα μπορούσαμε να βρούμε παρόμοια έργα της ΕΤΕπ: το ECOTITANIUM, το οποίο αφορά την κατασκευή της πρώτης ευρωπαϊκής βιομηχανικής εγκατάστασης για την ανακύκλωση και την εκ νέου τήξη μετάλλου από σκραπ τιτανίου αεροπορικού βαθμού.

Πέρα από αυτό το project, τα περισσότερα έργα EFSI φαίνονται παρόμοια με εκείνα τα οποία η ΕΤΕπ έχει υποστηρίξει στο παρελθόν χωρίς την εγγύηση του προϋπολογισμού της Ε.Ε.: Για παράδειγμα, πέντε έργα EFSI αφορούν επενδύσεις σε αυτοκινητόδρομους, και έξι σε αιολικά πάρκα. Η ΕΤΕπ θα πρέπει ασφαλώς να συνεχίσει τη στήριξη αντίστοιχων έργων, αλλά δεν θα πρέπει να χρησιμοποιεί γι’ αυτόν τον σκοπό την εγγύηση του προϋπολογισμού της Ε.Ε.

Ακόμη κι αν τα περισσότερα από αυτά τα projects είναι πολύ παρόμοια με τα προηγούμενα σχέδια της ΕΤΕπ, είναι δυνατόν -και η ΕΤΕπ υποστηρίζει ότι αυτή είναι η περίπτωση- τα έργα EFSI να είναι πιο ριψοκίνδυνα, είτε λόγω του εγγενούς κινδύνου των έργων είτε επειδή η ΕΤΕπ έχει μια κατώτερη θέση από ό,τι συνήθως, ή επειδή η ωρίμανση των δανείων είναι πολύ μακρύτερη από το συνηθισμένο. Αλλά αυτό είναι αδύνατο να εξακριβωθεί δεδομένων των περιορισμένων πληροφοριών που είναι διαθέσιμες.

Οι ευρωβουλευτές και τα κράτη - μέλη της Ε.Ε. θα πρέπει να βρίσκονται σε εγρήγορση και να εξετάζουν τον τρόπο με τον οποίο η ΕΤΕπ και η Κομισιόν χρησιμοποιούν την εγγύηση της Ε.Ε. Τα έργα αυτά θα πρέπει να είναι ιδιαίτερα διαφανή, προκειμένου να αποδεικνύεται ότι είναι υψηλότερου ρίσκου από τα έργα τα οποία η ΕΤΕπ θα έπρεπε να χρηματοδοτεί κανονικά, διότι αυτό ήταν εξαρχής το κίνητρο για τη χρήση του προϋπολογισμού της Ε.Ε.

Ένας καλύτερος τρόπος αξιοποίησης της ΕΤΕπ για την τόνωση των επενδύσεων θα ήταν να γυρίσει ανάποδα η στρατηγική του σχεδίου Γιούνκερ.

Ακόμη κι αν η εφαρμογή του δεν είναι πολύ πειστική μέχρι τώρα, θα μπορούσαν να είναι χρήσιμες ορισμένες από τις ιδέες που το συνοδεύουν.

Αλλαγή κουλτούρας

Αν θα μπορούσε το EFSI να οδηγήσει σε μια βαθιά αλλαγή κουλτούρας στην παράδοση που θέλει την ΕΤΕπ να αποφεύγει το ρίσκο, αυτό θα ήταν μια ευπρόσδεκτη αλλαγή που θα μπορούσε να ενισχύσει τις επενδύσεις στην Ε.Ε. Αλλά για να συμβεί αυτό, τρία πράγματα θα πρέπει να συμβούν.

Πρώτον, το EFSI θα πρέπει να χρησιμοποιείται μόνο για καινοτόμα και ριψοκίνδυνα projects που αδυνατούν να βρουν χρηματοδότηση λόγω των αδυναμιών της αγοράς.

Δεύτερον, η ΕΤΕπ θα πρέπει να αυξήσει το μέγεθος των επενδύσεων σε έργα υψηλής απόδοσης υψηλού κινδύνου και να είναι έτοιμη να αναλάβει τις πρώτες απώλειες σε αυτά τα έργα, προκειμένου να προσελκύσει ιδιώτες επενδυτές ως συγχρηματοδότες.

Τρίτον, η ΕΤΕπ θα πρέπει, αντιθέτως, να χρηματοδοτήσει ένα πολύ μικρότερο μερίδιο των συνηθισμένων -χαμηλού κινδύνου- μη EFSI έργων για να αποφευχθεί ο παραγκωνισμός των ιδιωτών επενδυτών και αντί αυτού να ενεργήσει πολύ περισσότερο ως συντονιστής για αυτά τα projects με στόχο την εξεύρεση περισσότερων συγχρηματοδοτών (από τον ιδιωτικό τομέα αλλά επίσης από τις εθνικές δημόσιες αναπτυξιακές τράπεζες).

Έτσι θα δινόταν μια πραγματική ώθηση στις επενδύσεις στην Ευρώπη.