Μια γρήγορη ματιά στον κόσμο αρκεί για να διαπιστώσει κανείς πού βρισκόμαστε. Μετά την κρίση του 2008, η οικονομία ανακάμπτει δειλά, χωρίς να πείθει. Η δεύτερη ισχυρότερη αγορά της Ε.Ε. και εξέχουσα στρατιωτική δύναμη, η Βρετανία, βρίσκεται με το ένα πόδι έξω από το «Deal» της Ευρώπης, γράφει ο Βασίλης Κωστούλας.
Από την έντυπη έκδοση
Του Βασίλη Κωστούλα
[email protected]
Μια γρήγορη ματιά στον κόσμο αρκεί για να διαπιστώσει κανείς πού βρισκόμαστε. Μετά την κρίση του 2008, η οικονομία ανακάμπτει δειλά, χωρίς να πείθει. Η δεύτερη ισχυρότερη αγορά της Ε.Ε. και εξέχουσα στρατιωτική δύναμη, η Βρετανία, βρίσκεται με το ένα πόδι έξω από το «Deal» της Ευρώπης. Ποπουλιστικά ρεύματα διεκδικούν με αξιώσεις τη διακυβέρνηση σε μια σειρά προηγμένων χωρών της γηραιάς ηπείρου.
Οι προσφυγικές και μεταναστευτικές ροές εκπορευόμενες από τη Μέση Ανατολή και τη Βόρεια Αφρική διαμορφώνουν τις συνθήκες μιας πρωτόγνωρης κρίσης, η φαινομενική διαχείριση της οποίας κρέμεται από μια κλωστή των διπλωματικών σχέσεων με τον απρόβλεπτο «σουλτάνο» της Τουρκίας. Ο φονταμενταλισμός και η τρομοκρατία επιμένουν σθεναρά και αιφνιδιάζουν, δρώντας αδίστακτα στην επικράτεια των δυτικών χωρών.
Στην κορυφή του παγόβουνου, η δυναμική της υποψηφιότητας του Ντόναλντ Τραμπ για τη θέση του «πλανητάρχη». Η ξέφρενη πορεία του «εκλεκτού» της ρεπουμπλικανικής πτέρυγας, ορισμός του λαϊκιστικού εθνικισμού, σηματοδοτεί τη διάλυση της κοινωνικής σύμβασης με βάση την οποία πορεύτηκε ο δυτικός κόσμος επί σειρά δεκαετιών.
Το οικονομικό «μπουμ» το οποίο διαμόρφωσε τον κόσμο που ξέρουμε διαδέχεται μια περίοδος στασιμότητας, η οποία συνδυάζεται με τη δημογραφική γήρανση και τον αυξανόμενο διεθνή ανταγωνισμό λόγω της ανέλιξης των αναδυόμενων οικονομιών, ανεξαρτήτως των ευκαιριών που παράλληλα απορρέουν από την ίδια εξέλιξη.
Τα τεχνολογικά άλματα δημιουργούν εξαιρετικές προοπτικές αλλά και κενά, στο στάδιο της μετάβασης προς ένα νέο επιχειρηματικό και κοινωνικό μοντέλο. Τις επιπτώσεις του αργού και επώδυνου μετασχηματισμού επιτείνουν οι εισοδηματικές ανισότητες, στον βαθμό που αυτές αφορούν αέρα κοπανιστό και αφορολόγητο.
Δεν έχει καν σημασία τι επιλέγει κάθε φορά να πει ο Ντόναλντ Τραμπ στο κοινό του. Αρκεί να είναι ο «αντί» σε ένα σύστημα που παραπατάει. Το είδαμε και στην Ελλάδα. Όλος ο κόσμος το είδε. Το 2014, με κόπους, λάθη και θυσίες, έστω με τα κακά και τα στραβά του «μνημονίου», έστω με τους «Σαμαροβενιζέλους», ολόκληρη η διεθνής κοινότητα προεξοφλούσε για πρώτη φορά έπειτα από 5 χρόνια την οικονομική σταθεροποίηση στην Ελλάδα με επιστροφή σε θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης. Ακριβώς αυτούς που σήμερα επιζητεί διακαώς η κυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ.
Δεν είχε όμως καμία σημασία. Ήταν η ώρα των ανέξοδων εξαγγελιών για ανώδυνες λύσεις που θα συντάρασσαν το ευρωπαϊκό σκηνικό ολάκερο. Μικρή σημασία έχει η επαφή με την πραγματικότητα σε μια στρατηγική αμιγώς επικοινωνιακή, η οποία χρησιμοποιεί με δεξιοτεχνία τις ανασφάλειες μιας κοινωνίας που πρέπει να μάθει αλλιώς.
Το περιέγραψε πολύ απλά, όσο και ουσιαστικά, ο Γερμανός φιλόσοφος Άρθουρ Σοπενχάουερ: «Η δυσαρέσκεια προκύπτει από τη συνεχή προσπάθεια να αυξήσουμε τις απαιτήσεις μας, όταν δεν είμαστε σε θέση να αυξήσουμε τη δυνατότητα να τις ικανοποιήσουμε». Και σήμερα η δυσαρέσκεια -μαζί και ο λαϊκισμός- φαντάζει ανίκητη.