Δευτέρα, 27 Ιουνίου 2005 16:30

Βίβιαν Ρέντινγκ για τη θέσπιση εθνικών νόμων σχετικά με την ιδιοκτησία των ΜΜΕ

«Tα κράτη μέλη έχουν το δικαίωμα να θεσπίζουν εθνικούς νόμους ή κανονισμούς σχετικά με την ιδιοκτησία των μέσων μαζικής επικοινωνίας».

Αυτό απάντησε η αρμόδια Επίτροπος της Ε.Ε. για τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης, Βίβιαν Ρέντινγκ, σε ερώτηση του ευρωβουλευτή του Συνασπισμού Δημήτρη Παπαδημούλη.

Ο κ. Παπαδημούλης έθεσε σειρά ερωτημάτων όπως εάν μπορεί το κράτος να επιβάλλει στις εταιρείες κατόχους ΜΜΕ την ονομαστικοποίηση των μετοχών μέχρι φυσικού προσώπου, εάν είναι στη δικαιοδοσία του κράτους- μέλους να επιβάλλει στους ιδιοκτήτες των ΜΜΕ να μην κατέχουν ταυτόχρονα πάνω από ορισμένο ποσοστό μετοχών σε εταιρείες που λαμβάνουν έργα ή προμήθειες του ελληνικού δημοσίου και αν οι απαγορεύσεις αυτές μπορούν να αφορούν και συγγενή ή παρένθετα πρόσωπα του ιδιοκτήτη ΜΜΕ.

Tο πλήρες κείμενο της απάντησης της Επιτρόπου κ. Ρέντινγκ έχει ως εξής:

«Tα κράτη μέλη έχουν το δικαίωμα να θεσπίζουν εθνικούς νόμους ή κανονισμούς σχετικά με την ιδιοκτησία των μέσων μαζικής επικοινωνίας, όπως ρητά αναγνωρίζεται στο άρθρο 21 παράγραφος 4 του κανονισμού για τις συγκεντρώσεις. Ορισμένα κράτη μέλη έχουν εισαγάγει εθνικούς περιορισμούς όσον αφορά την ιδιοκτησία στον ίδιο τύπο ή σε διαφορετικούς τύπους μέσων μαζικής επικοινωνίας, χρησιμοποιώντας διάφορα ανώτατα όρια και μεθόδους. Στις εν λόγω διατάξεις δύνανται να περιλαμβάνονται ρήτρες ασυμβατότητας, απαιτήσεις διαφάνειας ή άλλοι κανόνες που το κράτος μέλος κρίνει απαραίτητους. Για τα εθνικά μέτρα ισχύει, ωστόσο, η γενική απαίτηση να είναι συμβατά με την κοινοτική νομοθεσία. Τούτο περιλαμβάνει την αρχή της ελεύθερης κυκλοφορίας εμπορευμάτων, την αρχή της ελεύθερης εγκατάστασης, την αρχή της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών την αρχή της ελεύθερης κυκλοφορίας των κεφαλαίων, καθώς και τις αρχές που προκύπτουν από αυτές, ιδίως της αμεροληψίας και της αναλογικότητας.

Η Επιτροπή, ως θεματοφύλακας των Συνθηκών, παρακολουθεί και εξασφαλίζει τη συμμόρφωση με την κοινοτική νομοθεσία. Ελλείψει παράγωγης νομοθεσίας με άμεση συνάφεια με το αντικείμενο, η πλήρης απάντηση στην ερώτηση του Αξιότιμου Μέλους του Κοινοβουλίου θα έπρεπε να βασίζεται σε εξέταση κατά περίπτωση».